Διάβασα όσα έγραψε για τα Εξάρχεια η συνάδελφος Ντίνα Καραμάνου και δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω. Αλήθειες είπε, τα εχω δει κι εγώ με τα ματάκια μου, τα βλέπουν και όσοι διέρχονται από τη συνοικία. Οι μόνοι που δεν τα βλέπουν είναι όσοι κάθονται στα γραφεία τους και φαντασιώνουν. Και ονειρεύονται τι ωραία που θα ήταν τα Εξάρχεια μεταμορφώνονταν σε κάτι πιο σύγχρονο, πιο μοντέρνο, πιο καθαρό και απαστράπτον, μισό λεπτό το βρήκα, αν μεταμορφώνονταν στο νεοϋορκέζικο Village. Το Greenwich Village του μύθου και της ιστορίας, των θαυμάτων και των δραμάτων, της ποίησης και της οίησης. Τη γειτονιά των αγγέλων.

Well, Ι got for you, που λένε και οι Αμερικάνοι. Ως ανήρ που περνάει ώρες και μέρες στο Village εδώ και εικοσιπέντε χρόνια, μπορώ να σας πω μετά βεβαιότητος ότι πάει, ψόφησε. Ότι εξεμέτρησε το ζην, ότι ανήλθε εις τους ουρανούς, ότι κάνει παρέα στον Άγιο Πέτρο και ανταλλάσσει ανέκδοτα με τον Βελζεβούλη. Εκείνο το μέρος όπου μεγαλούργησαν ο Bob Dylan και η Patti Smith και ο Dave Van Ronk, έχει καταληφθεί από νεόπλουτους δισεκατομμυριούχους ή μάλλον από τα βλαστάρια των νεόπλουτων δισεκατομμυριούχων που βαριούνται στα πολυτελή διαμερίσματα των γονέων τους, στο Upper Εast Side, και ψάχνουν κάτι πιο εναλλακτικό και προχώ για την πάρτη τους.

Έτσι φτάσαμε να εξαφανίζονται από το χάρτη τα dives, τα κωλόμπαρα δηλαδή τα νεοϋορκέζικα, και να αντικαθίστανται από μπουτίκ μεγαλοσχεδιαστών (ο Mark Jacobs διαθέτει πέντε, αν έχετε Θεό…), να ψοφολογάνε τα μικρομάγαζα με τα μεταχειρισμένα βιβλία και ρούχα και κόμικς και τις θέσεις τους να παίρνουν υπερπολυτελή καφέ και ρεστοράν, να λένε αντίο στα εγκόσμια όλες εκείνες οι μαγικές “τρύπες” που φιλοξενούσαν ανθρώπους παράδοξους και παράξενους και να ενοποιούνται για να προκύψουν γκαράζ και μεζονέτες υψηλού βεληνεκούς και διαμετρήματος. Για να χωράνε τα πλουσιόπαιδα και τα οχήματά τους.

Περπατάς αυτές τις μέρες στο Village και ακούς περισσότερα Ρώσικα (ή Αγγλικά με Ρώσικη προφορά…) από κάθε άλλη φορά. Κοιτάζεις τα παρκαρισμένα οχήματα και αντί να δεις τίποτα χτυπημένα απ’ τον καιρό και τη μοίρα αυτοκινητάκια βλέπεις ότι ένα στα δύο είναι SUV και το άλλο είναι “Μπέμπα”. Αντικρίζεις τις τιμές στα καταστήματα και σου έρχεται να νεκροφιληθείς με το Χάντσον Ρίβερ.α φαντάσματα του Bob και της Patti και του Dave εχουν εγκαταλείψει εδώ και καιρό την περιοχή, τα μάζεψαν κι έφυγαν και δεν έριξαν ούτε σταγόνα δάκρυ. Δεν αξίζει τον κόπο νομίζω. Αν εξαιρέσεις πεντέξι μαγαζιά που ακόμη κρατούν ψηλά τη σημαία της γειτονιάς, όλο το υπόλοιπο πακέτο δεν θυμίζει σε τίποτα εκείνο το καζάνι που κάποτε έβραζε και κόχλαζε. Τώρα πια η θερμοκρασία του έχει ρυθμιστεί στο “χλιαρό”, ίσα ίσα για να αποφεύγονται οι εκπλήξεις. Δυσάρεστες και ευχάριστες.

Οπότε, αυτή είναι η μοίρα που ονειρευόμαστε για τα Εξάρχεια; Μια άχρωμη, άγευστη, άοσμη συνοικία που θα φιλοξενεί γόνους ευκατάστατων οικογενειών; Για να χαίρονται τις ζωούλες τους μακριά από το μπαμπά και τη μαμά και να λένε στους φίλους και στις φίλες τους ότι “εδώ πέρα κάποτε άνθιζαν μολότωφ”; Θα με συγχωρέσετε, αλλά τα προτιμώ τα Εξάρχεια έτσι όπως είναι τώρα. Λίγο άναρχα, λίγο ξεσυμμάζευτα, λίγο τσίου τσίου. Και λίγο βρώμικα ναι, με τοίχους γεμάτους γκραφίτι, με περίεργους τύπους να καπνίζουν μυρωδάτα τσιγάρα και κάτι άλλους να πίνουν μπυρόνια στα παγκάκια και να τραγουδάνε επαναστατικά άσματα.

Αυτή είναι η ζωή όμως, έχει αιχμές και κατηφόρες και καμιά φορά απαιτεί από σένα το κάτι παραπάνω. Αν θέλεις το δίνεις. Αν δεν θέλεις, υπάρχει πάντοτε η επιλογή του σανατορίου…