Η Βίσση γιορτάζει τα 40 της χρόνια -αν και είναι πλέον 41- στο τραγούδι, στη Μύκονο με 500 ευρώ το κεφάλι των τυχερών. Ο Ρέμος οργίζεται γιατί πέρυσι τον κατηγόρησε ο κακός τύπος αδίκως για ρατσιστή, μιας και ενώ έπιναν οι θαμώνες του σαμπάνιες, αυτός επικαλούνταν τον Σόιμπλε να ‘ρθει να μας δει πως γλεντάμε οι Έλληνες και να περπατήσει (να σκεφτεί να πει κάνα «λυπάμαι» αντί για να κάνει το θυμωμένο, δεν του περνά απ το νου, φυσικά! Αλάθητος!). Φέτος, ετοιμάζεται για από κοινού συναυλία με τον Χούλιο Ιγκλέζιας, που θα πάει 1000 ευρώ το κεφάλι!
Καλά κάνουν οι άνθρωποι! Δουλειά τους είναι, την τέχνη τους ασκούν και πληρώνονται! Όμως, ο καλλιτέχνης «γίνεται απ’ το λαό, για τον λαό και με τον λαό», για να κάνουμε καταχρηστικό δάνειο απ’ τον Λίνκολν. Δεν έχει σημασία αν δεν κλέβεις, αν δεν δανείζεσαι, αν δούλεψες για την μεγάλη σου ζωή μόνο. Έχει σημασία και να τον τρυφερεύεις, να τον παρηγορείς, να τον υπολογίζεις, να ακούς τον πόνο του -και όχι μόνο την καψούρα του. Αν φυσικά είσαι λαϊκός καλλιτέχνης και όχι βιρτουόζος σε συμφωνικές ή μέγας συνθέτης, που σου επιτρέπεται να αναμετριέσαι μόνο με την τέχνη σου.
Όμως, μιλάμε για αυτούς που ακούει το λαϊκό κοινό, στα συνεργεία, στα ταξί, στα κομμωτήρια. Και ακούει Ρέμο, Βίσση, Άντζελα, Νταλάρα, Αλέξιου, Ελευθερία, Γαλάνη, Καίτη Γαρμπή, Δέσποινα, Ζουγανέλη, Σταν, Χριστοδουλόπουλο, Μητσιά, Στανίση, Μαργαρίτη, Μαχαιρίτσα, χωρίς να εξετάζει έντεχνα ή μη ταμπελάκια. Το λαϊκό κοινό χαρίζει ακροάσεις και ανεβάζει κασέ και σε κάνει είδωλο. Όχι ο πρίγκιπας του Μαρόκο και οι εμίρηδες του Άμπου Ντάμπι, που ακόμα και ένα βράδυ να χαλάσουν λεφτά στο κουλερ λοκάλ μας, την επομένη θα λείπουν και απ’ αυτό το κοινό θα ζητάς λατρεία.
Διάβαζα ακόμη μια συνέντευξη του Ρέμου, να λέει πως προσφέρει στο κοινό του γιατί πήγε στην συναυλία στο Ολυμπιακό στάδιο των σταρ του The Voice για τα συσσίτια των άστεγων και μπράβο του. Γύρισε λίγο πίσω απ’ αυτό που του χάρισαν, από το μεγάλο δώρο κάποιοι να τον έχουν ίνδαλμα τους. Γιατί είδωλο, πωλήσεις δίσκων, γεμάτα μαγαζιά, δεν σου χαρίζουν οι πλούσιοι φίλοι, οι συμβουλάτορες-αυλή, οι δημοσιογράφοι που συνήθως είναι τζαμπατζήδες και πίσω απ’ την πλάτη σου σε θάβουν κιόλας, αλλά αυτός ο κόσμος, που τώρα περνάει τα ζόρια του, παλεύει για επιβίωση και βιοπορισμό, ζει άδικο και κοροϊδία…
Αρκεί, λοιπόν, η συμμετοχή μόνο σε μια φιλανθρωπικού τύπου συναυλία για να αισθάνεται ο καλλιτέχνης πως έκανε απέναντι στο κοινό το καθήκον του; Πως στάθηκε και το κοιτάει στα μάτια; Ή μήπως κάνει αυτό που έκανε προχθές η Χάρις Αλέξιου; Δηλαδή, παίρνει θέση! Δεν κάνει το καθήκον του σε κάτι φιλανθρωπικό, που ούτως ή άλλως θα υμνηθεί για καλοσύνη, αλλά τολμά να σταθεί δίπλα σε εκείνους που πιστεύει πως έχουν δίκιο και ας έχει απέναντι του την άλλη μέρα, τα κατεστημένα, τις εξουσίες, την πολιτική κληρονομική ολιγαρχία, τα φερέφωνα των συμφερόντων που η τέχνη έρχεται και δίνει λάμψη και φως στο αντίθετο τους;
Παίρνει θέση δίπλα στις καθαρίστριες και σε ό,τι αυτές συμβολίζουν για να σταθεί την επομένη μέρα στο εκτελεστικό απόσπασμα ενός στραμπουλήγματος κάθε άρθρωσης της αλήθειας. Να την περνάνε από έρευνα, να την κατηγορούν, να την αναλύουν, να ψάχνουν τα κίνητρα της, έτσι όπως οι χειρότεροι πανελατζήδες στα gossip μαγκαζίνο της ψυχαγωγίας δεν καταδέχονταν να κάνουν. Άσε που αυτοί –και ξέρω τι σας λέω- οι πανελατζήδες, σέβονται εκείνους τους ανθρώπους που με όλη τους τη ζωή και την ύπαρξη βοήθησαν μέσα μας να ψηλώσουμε όλοι μας λιγάκι, με τον πολιτισμό, την αφοσίωση, την τέχνη τους, την σοβαρότητα τους απέναντι στα πράγματα. Δεν θα ούρλιαζαν ποτέ σαν λύκοι, έτοιμοι να κατασπαράξουν μια γυναίκα καλλιτέχνη για την τιμιότητα της να πάρει θέση. Θα την τιμούσαν ακόμη κι αν διαφωνούσαν.
Δεν είδαμε αυτό στα παράθυρα των ειδήσεων εχθές. Αντίθετα ακούσαμε ανθρώπους με πολιτική εξουσία -και πάλι δοσμένη από το λαό- να χαρακτηρίζουν την Αλεξίου, να της κολάνε ιδεολογικές ταμπέλες, να την λοιδορούν, να κάνουν λες και είναι εχθρός. Ποια; Η Αλεξίου με τα τραγούδια της…
Μπορεί να διαφωνείς με την επιλογή της στο σε ποιους να συμπαρασταθεί, αλλά δεν μπορείς να μη της θαυμάσεις ότι έκανε αυτό που οι άλλοι ξέχασαν, πάνω στη μανία τους να συνεχίζουν να βγάζουν λεφτά: πήρε θέση. Πήρε θέση για γυναίκες που το κράτος είχε προσλάβει και το κράτος απόλυσε! Πήρε θέση για γυναίκες που δικαίωσε η Ελληνική Δικαιοσύνη, αλλά την απαξίωσαν, την παράκουσαν, την υποτίμησαν! Πήρε θέση για όλες τις βρωμιές πως οι καθαρίστριες έπαιρναν 100.000 ευρώ το χρόνο (θα μπέρδεψαν τα μισθολόγια στη μηχανογράφηση με καμία ευνοούμενη σύμβουλο)!
Πήρε θέση για το ξύλο που έδωσαν σε γυναίκες σαν τη μάνα μας, σαν την αδελφή μας, σαν εμάς, σαν και την ίδια την Αλεξίου. Μπορεί, σύμφωνα με τις οικονομικές θεωρίες και τις σίγουρες λύσεις που ευαγγελίζονται όσοι αμφισβητούν τον αγώνα αυτών των γυναικών, να πρέπει να τις θυσιάσουμε ή και να τις πετάξουμε σε έναν Καιάδα όπου ο φτωχός είναι σαν του χωλούς της αρχαίας Σπάρτης, ενόχληση και ντροπή! Όμως η καλλιτέχνις με αυτές θέλησε να συνταχθεί. Και η έκθεση της, η σύμπνοια της, η ενεργητικότητα της, όχι να κάτσει σπίτι να βλέπει ειδήσεις, αλλά να βγει στο Σύνταγμα, θα πρέπει να είναι των πολιτικών το ζητούμενο για κάθε πολίτη αυτής της χώρας αλλά και του κάθε καλλιτέχνη η ανησυχία…
Ιστορικά έχουμε δει καλλιτέχνες να στέλνονται εξορίες και φυλακές, γιατί έπαιρναν θέση, παιδιά του λαού, με τον ίδιο. Από την Καίτη Ντιριντάουα των μπουλουκιών και του μουσικού θεάτρου, ή τον Θανάση Βέγγο του γέλιου και του αναστεναγμού, μέχρι τον κεφαλαιώδη, παγκόσμιο Μίκη Θεοδωράκη. Έχουμε δει καλλιτέχνες να τους στερείται η ιθαγένεια, όπως στη περίπτωση της Μελίνας και να απαγορεύεται ακόμη και στα σύνορα της χώρας να βρεθούν και να κοιτάξουν για λίγο μέσα. Έχουμε δει αυτοεξορίες, καταδίκες στη φτώχεια, απαξίες έργου.
Όλοι εκείνοι λοιπόν, οι σπουδαίοι, έκαναν αυτό που έκανε η Αλεξίου, τηρούμενων των αναλογιών. Έπαιρναν θέση, άκουγαν τον καιρό, ζούσαν με την εποχή και όχι παράλληλα, καταδείκνυαν με το έργο τους και δεν αρκούνταν στο να τραγουδούν καψούρες και να προσποιούνται ανόητα πως δεν συμβαίνει τίποτα.
Και το να πάρεις θέση, λέω εγώ, σαν κοινό, έχει κόστος. Όχι μόνο να σε στήσουν στο τοίχο της ενημέρωσης, να σε βγάλουν στο τηλεοπτικό παζάρι, όπως στην περίπτωση της Αλεξίου, αλλά όπως το περασμένο χειμώνα έκανε η Δέσποινα Βανδή, να μείνεις μια σεζόν εκτός δουλειάς, γιατί είσαι παιδί μεταναστών και δεν δουλεύεις με τον κάθε Νότη Σφακιανάκη, που ιδεολογικά θίγει τον τρόπο που μεγάλωσες, τα πιστεύω σου και τον αγώνα των γονιών σου. Και κάπου εκεί, σε συμπεριφορές γενναιότητας και ειλικρινείας και τιμήματος, είναι που ο λαός, το κοινό, οι φαν χαρίζουν την καρδιά τους για πάντα στο καλλιτέχνη τους. Και όσο και αν τους βαράει σφύρες η κάθε εξουσία, ο λαός έχει ερωτευτεί και πάει…
Στήνοντας την Αλεξίου στον τοίχο, κάνοντας τους καλλιτέχνες να σκέφτονται αν θα συμπαρασταθούν έμπρακτα σε οποιοδήποτε εκτός απ την Κοντσιτά και τον Ιγκλέσιας, βάζοντας μας μεταξύ Μυκόνου και Συντάγματος, το αποτέλεσμα είναι αντίθετο. Συσπειρώνεσαι γύρω απ’ τον καλλιτέχνη. Φόρας και εσύ το κόκκινο, πλαστικό γάντι της χλωρίνης και φωνάζεις σε χορωδία το «είμαστε όλοι καθαρίστριες», διότι «τραγούδια, στάδια, συγκροτήματα, καρδιά μου αγάπη μου γλυκιά, μας φάγαν όλα μας τα χρήματα, αλλά μας έμεινε η ροκιά…». Και όπως λέει παρακάτω το τραγούδι μη φωνάζετε πολύ γιατί ξέρουμε πως «τ’ άγρια ξεγελάει που ‘ρθανε να διώξουν τα ήμερα»…