«Αγάπη μου, θα πάμε να πάρω μία μπλουζίτσα που είδα στη βιτρίνα και μετά θα κάνουμε ό,τι θέλεις! Καφέ, φαΐ, ποτό, ό,τι θέλεις ψυχή μου!». Κάπως έτσι στο ξεφουρνίζει συνήθως…

Κάνεις  το λάθος και την εμπιστεύεσαι. Δεν φταις εσύ, μην νιώθεις ενοχικά. Τα παραπλανητικά, τσαχπίνικά της μάτια και η μασκαρεμένη της αθωότητα είναι όπλα στη φαρέτρα της δουλεμένα από πολύ μικρή ηλικία.

Με το που πατήσετε το πόδι σας στον δρόμο με τις λεύκες με τα μαγαζιά που θα ανεβοκατεβείτε το επόμενο τρίωρο, κι αυτή ακόμα η ηθοποιήστικη αθωότητα της εξαφανίζεται. Ο άνθρωπος που το προηγούμενο βράδυ φάνταζε στα μάτια σου ως το ιδανικό ταίρι που θα φέρει στον κόσμο τα παιδιά σου, μεταλλάσσεται. Γίνεται μονομιάς δαίμονας. Ένας ανελέητος κυνηγός ο οποίος μπροστά στον αυτοσκοπό της απόκτησης του ιδανικού ρούχου, είναι έτοιμος να τσαλαπατήσει την ψυχολογία και την αξιοπρέπειά σου.

Το shopping μέχρι τελικής πτώσεως ξεκινάει. Κολλάει τη μούρη της στη βιτρίνα. «Δεν είναι καταπληκτικό το συνολάκι;», σε ρωτάει. Πας να ξεστομίσεις βαριεστημένα την άποψή σου,  εκείνη όμως είναι χαμένη σε παράλληλα σύμπαντα και σε ρωτάει στο καπάκι για εκείνη «την χαριτωμένη φουστίτσα». Δεν ενδιαφέρεται για την άποψή σου, τύπε. Απλά σου πετάει το-καρότο-της- δήθεν-συμμετοχής-στο-shopping για να σε επιβραβεύσει για τη παρουσία σου.

Προχωράτε χέρι-χέρι, σταματάει απότομα, νιώθεις ένα τράνταγμα να σου μετακινεί τρεις τουλάχιστον σπονδύλους. Είναι που έχει δει με την άκρη του ματιού της τη μπότα των ονείρων της. Κοκαλώνει χωρίς προειδοποίηση και σε σταματά με τέτοια δύναμη που σε κάνει να αναπολείς τη πορσελάνινη σύντροφό σου που σου ζητούσε χτες να της ανοίξεις το καπάκι της coca-cola.  Όχι φίλε μου. Το τριωράκι αυτό δεν έχεις δίπλα σου το γυναικάκι σου. Τον Hulk έχεις που διψάει για ντου σε παπούτσια, κρεμάστρες, τσάντες, ράφια, δοκιμαστήρια, μπλούζες.

Μπαίνει μέσα και διαλέγει μανιωδώς ρούχα. Παίρνει παραμάσχαλα το μπόγο των 30 κιλών στον οποίο έχει καταλήξει και πάει να τον δοκιμάσει. Το φορεματάκι, τη βερμούδα, το μπολερό, το μαγιό, το, το, το… Τα αλλάζει με ταχύτητα πιο αργή και από τον Ζιοβάνι σε αντεπίθεση. Το απολαμβάνει. Όχι το shopping. Το μαρτύριό σου. Οι βραδιές Champions League και τα σαββατοβραδινά τουρνουά playstation με τους φίλους στο σπίτι, τώρα βρίσκουν το μάστορά τους.

Μπαινοβγαίνει στο δοκιμαστήριο με ένα κυνικό χαμόγελο να συνοδεύει τα χείλη της κάθε φορά που ρίχνει το βλέμμα της επάνω σου. Πεινάς, διψάς, νυστάζεις, την κοιτάς περίλυπος… Μια σταγόνα αίματος νομίζεις ότι στάζει από τον κυνόδοντά της. Κουνάς το κεφάλι σου για να συνέλθεις από τις παραισθήσεις. Τα γόνατά σου τρέμουν από την ορθοστασία. Βλέπεις ένα καναπέ, μια καρέκλα. Σωριάζεσαι να ξαποστάσεις. Είχες να νιώσεις έτσι από το τέλος γερμανικού σκοπέτου, ύστερα από μια μέρα εξουθενωτικής εκπαίδευσης, κάτω από 38 βαθμούς κελσίου, στο στρατό. Την ικετεύεις για οίκτο, σε χαϊδεύει περιπαικτικά στο κεφάλι. «Φεύγουμε, αγάπη μου. Φεύγουμε».

Φεύγετε. Ο ήλιος έχει δύσει. Κανένας καφές, καμία βόλτα, καμία όρεξη για τίποτε άλλο πέρα από ύπνο. Ξέρεις τι είσαι. Ένας μίζερος άντρας. Αυτό είσαι. Μέχρι και account στο Instagram έχει δημιουργηθεί για πάρτη σου. Για την περίπτωση εκατομμυρίων σαν και εσένα ανά τον κόσμο. Να, εδώ είναι, δες τους. Δες μας…