Είναι 40 χρόνια μπροστά από το γυαλί και από το πάνελ του έχουν περάσει απίθανοι τύποι, έχουν γίνει ομηρικοί καυγάδες, μνημειώδης αποχωρήσεις… Αποκαλύψεις, καταγγελίες, φραστικές επιθέσεις και στο κέντρο όλων, ο Κυριάκος Θωμαϊδης. Στην περίπου μία ώρα που συζητήσαμε, επικαλέστηκε τον Gabriel Garcia Marquez, τον διευθυντή του BBC, μιλήσαμε για το τελευταίο βιβλίο του Paolo Coelho, τα μπουζούκια και τον Σαββόπουλο, ανάμεσα σε ιστορίες για στημένα παιχνίδια, τρελά χρήματα και… άτακτους παράγοντες.
«Είχαμε κανονίσει να είναι καλεσμένος ο Αλέξης Κούγιας από την προηγούμενη εβδομάδα και να μιλήσει για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Φυσικά και δεν γνώριζα πως θα εξελιχθεί η συνέντευξη με αυτόν τον τρόπο, αφού πήρε την απόφαση να αποχωρήσει μετά το τελευταίο ματς της Παναχαϊκής, τη Δεύτερα», λέει στο ξεκίνημα της κουβέντας, αφού το ξέσπασμα του γνωστού ποινικολόγου και η απόφαση να απεμπλακεί από το ποδόσφαιρο έγινε στην εκπομπή του, τη Δευτέρα το βράδυ.
«Το κάνω 25 χρόνια με το ίδιο ακριβώς concept. Η Δίκη της Δευτέρας είναι από τον Γενάρη του 89 και έχω συνηθίσει να είμαι μάρτυρας ακόμη και κατηγορούμενος στα δικαστήρια. Η διαδικασία δεν είναι εύκολη, αλλά ακόμη και τα δύσκολα πρέπει να τα συνηθίζεις», λέει ξεκινώντας τη συνέντευξη, που πιο πολύ μοιάζει με χαλαρή κουβέντα.
Αισθάνεται άραγε σαν ένας ρομαντικός καβαλάρης, που προσπαθεί να βάλει το λιθαράκι στην κάθαρση του ποδοσφαίρου; Κάτι ανάμεσα σε «Lucky Luke» και Θερβάντες; Έτσι τον έχω στο μυαλό μου. Ποια είναι η γνώμη του, έχει επιτελέσει ρόλο στην όποια κάθαρση έχει γίνει.
«Ένας δημοσιογράφος δεν αποφασίζει, για αυτό υπάρχει η δικαστική εξουσία. Ο δημοσιογράφος οφείλει να ενημερώνει και να αποκαλύπτει τα στοιχεία που υπάρχουν. Αν κάποιος δημοσιογράφος κάνει αποκαλύψεις και δεν γίνεται τίποτε, ο δημοσιογράφος δεν φέρει καμία ευθύνη. Η ευθύνη είναι του πολιτικού και του δικαστικού συστήματος. Από εκεί και πέρα, ό,τι έχουμε επιτύχει θα κριθεί από την κοινή γνώμη. Δεν είναι σωστό να μιλά κάποιος για τον εαυτό του».
Η ανάδειξη της βρωμιάς του ποδοσφαίρου είναι η κύρια αποστολή της εκπομπής του. Επί 25 χρόνια, από τότε που ξεκίνησε η «Δίκη», αυτό έχει ως ζητούμενο. Πόσο βρώμικο θεωρεί πως είναι το ελληνικό ποδόσφαιρο; Πολύ, λίγο, αρκετά. Η απάντηση είναι κάτι παραπάνω από ποδοσφαιρική.
«Όσο βρώμικη είναι και η ελληνική κοινωνία. Το ποδόσφαιρο αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό και την κοινωνία και την πολιτική. Δεν νομίζω το ποδόσφαιρο να διαφέρει από κάθε άλλη δραστηριότητα της κοινώνιας, θα ήταν παράλογο αυτό. Το ποδόσφαιρο αναπτύσσεται σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον και αυτό είναι το ελληνικό. Σε μια κοινωνία που δεν είχε δικάσει κανέναν επί δέκα χρόνια και τώρα τους δικάζει όλους. Έτσι είναι η ελληνική κοινωνία, ή γάμος ή κηδεία».
Πόσο δύσκολη είναι η ζωή του. Πόσα πράγματα ξέρει που δεν τα έχει αποκαλύψει ακόμη, επειδή περιμένει να τα «δέσει» με αποδείξεις. Έχει δεχθεί απειλές για τη ζωή του; Όλα αυτά τα ερωτήματα είναι γραμμένα, πριν ξεκινήσει η συνέντευξη. Και μου απαντά σχεδόν αμέσως. Ξέρει από… πινγκ πονγκ ερωτοαπαντήσεων, άλλωστε:
«Η ζωή μου είναι… ενδιαφέρουσα. Αγαπώ τη δουλειά μου, έχει τις δυσκολίες της, αλλά δεν παύει να είναι δουλειά μου. Δεν είναι εύκολο να τεκμηριώνεις έγγραφα, στοιχεία, αποδείξεις.Πρέπει να υπάρχει ψύχραιμη προσέγγιση, να μην αδικούμε ανθρώπους, αλλά το ότι υπάρχει διαφθορά στο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι δεδομένο. Πριν δέκα χρόνια μιλούσαμε για στημένα παιχνίδια και μας έλεγαν γραφικούς. Τώρα όλοι το παράδεχονται. Και η UEFA και η ΕΠΟ. Η δουλειά μας είναι δύσκολη και μπορεί κάποια στιγμή να δεχθεί και απειλές. Όχι ότι δεν φοβάμαι, αυτός που δεν φοβάται είναι χαζός, αλλά έχω μάθει να διαχειρίζομαι το φόβο μου. Αν κανείς φοβάται, καλύτερα να πάει σπίτι του να κοιμηθεί. Έχω τεκμηριώσει περίπου το 20% αυτών που γνωρίζω. Το άλλο 80% είτε δεν το έχω τεκμηριώσει, είτε το κρατώ ως εφεδρείες για να το φέρω στο φως όταν θα πρέπει».
«Ποιο είναι το πιο τρελό πράγμα που έχεις κάνει;». Μια ερώτηση που πάει συνήθως σε καλλιτέχνες που θα πρέπει να απαντήσουν πως «για μια γυναίκα έχω φτάσει…». Φυσικά και την απευθύνω στον δημοσιογράφο. Και η απάντηση είναι στο πνεύμα που μας έχει συνηθίσει!
«Πάτησα την κόκκινη γραμμή. Έφτασα να είμαι κατηγορούμενος, εν γνώσει μου, γιατί αποκάλυψα το ποινικό μητρώο του Θώμα Μητρόπουλου, μεγαλοπαράγοντα της ΠΑΕ Αιγάλεω, στον αέρα της εκπομπής. Ήξερα πως η αποκάλυψη του ποινικού μητρώου διώκεται κακουργηματικά, αλλά το έκανα επειδή εκείνη την περίοδο ο κ. Μητρόπουλος καταπατούσε τον αθλητικό νόμο, που απαγόρευε σε όποιον έχει βεβαρημένο ποινικό μητρώο να ασχολείται με ποδοσφαιρικές ομάδες. Τρεις ημέρες αργότερα, ο κ. Μητρόπουλος μεταβίβασε τις μετοχές του και με πήγε στα δικαστήρια, όπου δικάστηκα και αθωώθηκα γιατί το δικαστήριο δέχθηκε πως η Πολιτεία θα έπρεπε να εφαρμόσει το νόμο.
Θέλω να ακούω ιστορίες παρασκηνίου. Είμαι εθισμένος, όπως και πολλοί άλλοι Έλληνες, θεωρώ. Και το συνδυάζω έτσι, για να μην καρφωθώ. «Τι σου λέει ο κόσμος όταν σε συναντά» είναι η ερώτηση και περιμένω να μου πει ιστορίες που λέει σε άλλους. Και δικαιώνομαι!
«Ο απλός κόσμος μου ζητά να τους δώσω κανένα σίγουρο για το στοίχημα. Δεν έχω αγγίξει ποτέ στοίχημα και όσοι παίζουν καλό θα είναι να γνωρίζουν πως και το… “στημένο, ξεστήνεται”. Και ξεστήνεται ακόμη και στο ημίχρονο, ακόμη και στο τελευταίο δεκάλεπτο».
Να και η ιστορία:
«Ελληνικό πρωτάθλημα, δεύτερη κατηγορία. 2005. Δύο πρόεδροι έστησαν το μεταξύ τους ματς για να έρθει ισοπαλία. Το παιχνίδι ξεκινά και οι φιλοξενούμενοι προηγούνται με 2-0 και το παιχνίδι ολοκληρώνεται με αυτό το σκορ. Ο πρόεδρος των ηττημένων πηγαίνει στον πρόεδρο των νικητών και του λέει: “Είσαι με τα καλά σου; Είχα βάλει 25.000 ευρώ στην ισοπαλία. Αυτό είχαμε συνεννοηθεί”, για να του απαντήσει ο πρόεδρος των νικητών “πάρε 30.000 και σήκω φύγε”. Τι είχε κάνει; Τους έριξε όλους, ακόμη και τον πρόεδρο της άλλης ομάδας και πήρε όλο το χρήμα».
Στο Twitter, πολλοί είναι εκείνοι που τον ειρωνεύονται κατά τη διάρκεια της εκπομπής. Υπάρχουμε εμείς, που είμαστε οι φανατικοί και πιστοί τηλεθεατές του, υπάρχουν και οι άλλοι που γράφουν εναντίον του. Και κυρίως, υπάρχουν και οι συνάδελφοί του, που μιλούν με υποτιμητικά λόγια για αυτούς. Ευκαιρία να τους απαντήσει, δηλαδή…
«Δεν έχω απαντήσει ποτέ σε κανέναν. Εμείς οι δημοσιογράφοι έχουμε το δημόσιο βήμα, άρα ο καθένας απαντά μέσα από τη δουλειά του. Δεν απαντάμε σε διαπληκτισμούς και ο κόσμος είναι αυτός που κρίνει τη δουλειά του καθενός. Άλλωστε, “στην κηδεία του καλού δημοσιογράφου, δεν πηγαίνει κανείς”, έλεγε ο διευθυντής του BBC».
«Αν ερχόταν κάποιος από κανάλι του εξωτερικού και σας ζητούσε μια εκπομπή, ποια θα του δείχνατε;», πετάω την ερώτηση και περιμένω να μου πει όλες. Αλλά εδώ υπάρχει μια πρωτοπορία του ίδιου και της εκπομπής του.
«Ήταν η εκπομπή στην ΕΡΤ-3 το 1989, με τον πρόεδρο της ΕΠΟ, Γιώργο Δέδε και τον –τότε- πρόεδρο του Ολυμπιακού, Αργύρη Σαλιαρέλη. Πέταξαν και οι δύο τα μικρόφωνα και έφυγαν από την εκπομπή σε μια, φαίνομενικά, αθώα ερώτηση. Ήταν οι πρώτες αποχωρήσεις καλεσμένων από την ελληνική τηλεόραση. Στην αμερικανική και την ευρωπαϊκή το είχαν δει. Στην ελληνική ήταν η πρώτη φορά. Έγινε θέμα μέχρι και στο δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ. Σε μια ερώτηση χωρίς προσβλητικό περιεχόμενο».
Κι επειδή τυγχάνει να είμαι φανατικός της εκπομπής, δεν μπορώ να μην αναφερθώ στο ρέκορντμαν των αποχωρήσεων αλλά και των επιστροφών, Στιβ Κακέτση, για να έρθει ο παρουσιαστής της «Δίκης» και να ανατρέψει τα δεδομένα.
«Όχι, ρέκορντμαν είναι ο Μιχάλης Τροχανάς. Ο πρόεδρος της ΑΕΚ έχει πετάξει τρεις φορές το μικρόφωνο για να αποχωρήσει και έχει επιστρέψει».
Η επικαιρότητα κατακλύζεται συνήθως από τα «κακά παράδειγματα». Από τους ανθρώπους εκείνους που με τις πράξεις τους μειώνουν, ζημιώνουν ή απλά, κάνουν κακό σε άλλους. Ας αντιστρέψουμε τους όρους και ας αναφερθούμε σε εκείνους που αποτελούν «φωτεινά παραδείγματα». Ποιον ξεχωρίζει ο Κυριάκος Θωμαϊδης από τους σημερινούς προέδρους και ποιον από το παρελθόν;
«Μου αρέσει όπως λειτουργεί ο πρόεδρος του Απόλλωνα Σμύρνης, Σταμάτης Βελλής. Είναι ένας άνθρωπος που αυτό που σκέφτεται, το λέει. Ο Marquez έχει πει «ποτέ κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. Από τους παλιούς πρόεδρους είχα ξεχωρίσει τον Σταύρο Νταϊφά, πρόεδρο του Ολυμπιακού. Εφοπλιστής, άνθρωπος της πιάτσας, λαϊκός, αλλά και κύριος. Και του λιμανιού και του σαλονιού. Μου άρεσε η δεκαετία του 80. Ήταν ωραία με τον Σταύρο Νταϊφά».
Πως είναι σαν άνθρωπος ο Κυριάκος Θωμαΐδης. Το σκεφτόμουν και πριν τη συνέντευξη, πως δεν μπορώ να ανακαλέσω εικόνα του που να είναι όρθιος. Δεν είμαι σίγουρος εάν έχει πόδια, εάν κάνει οτιδήποτε άλλο πέρα από το να είναι σε μισοσκότεινα δωμάτια και ένα χέρι να του δίνει στοιχεία ή κασέτες. Η απάντησή του για αυτά που του αρέσουν, μάλλον φανερώνουν μια τρυφερή και ρομαντική ψυχή.
«Δεν βλέπω τηλεόραση, το τελευταίο βιβλίο που διάβασα είναι του Paolo Coelho («Το χειρόγραφο της Άκρα»). Αγαπημένος μου μουσικός είναι ο Διονύσης Σαββόπουλος, αν και ιδεολογικά ξέφτισε κάποια στιγμή. Η μουσική του όμως, ποτέ! Τον Σαββόπουλο τον αγαπώ για τη μουσική του. Στα μπουζούκια πηγαίνω πολύ σπάνια, συνήθως για κοινωνικές υποχρεώσεις. Προτιμώ μπουάτ. Και ο Βασίλης Καρράς είναι φίλος μου, αλλά δεν ακούω αυτό το είδος της μουσικής. Είναι θεσσαλονικιός, συντοπίτης, καρντάσης, αλλά δεν ακούω αυτό το είδος».
Στα μπουζούκια δεν βγαίνουν οι ειδήσεις; Εκεί συχνάζουν, άλλωστε, πολλοί παράγοντες του ποδοσφαίρου. Εκεί βγαίνει ρεπορτάζ, φαντάζομαι…
«Ναι, μόνο για αυτό πηγαίνω. Έχει συμβεί δύο φορές να πάω σε μπουζούκια για να μου δώσουν κάποια στοιχεία. Αν και αυτό δεν συνηθίζεται, αφού συνήθως αυτές οι συναντήσεις γίνονται σε κλειστούς χώρους».
Στην κουβέντα έρχεται και η πιο τρελή ιστορία. Ξεκινώντας την εξιστόρηση, είμαι έτοιμος να ακούσω κάτι εντελώς τρελό. Είμαι προετοιμασμένος. Νομίζω δηλαδή πως είμαι γιατί αυτό που μου αποκαλύπτει είναι εντελώς αναπάντεχο!
«Ήρθε στο γραφείο ένας παίκτης του Ιωνικού. Μαροκινός γαλλοτραφής, συνοδεία διερμηνέα για να μου κάνει καταγγελίες για στημένο παιχνίδι. Ε και ξαφνικά εμφανίστηκε ο… Χρήστος Φερεντίνος. Τότε ήταν που έκανε μια χιουμοριστική εκπομπή στον ΑΝΤ1.