Ήμουν στο αυτοκίνητο και με προσπερνούσαν “πειραγμένα” μικρά. Κι ενώ άκουγα δίπλα μου τα γκάζια να σφυρίζουν περνώντας ξυστά στην αργοκίνητη οδήγησή μου, έριξα κάνα δυο μπινελίκια κι έπειτα θυμήθηκα. Θυμήθηκα πως κάποτε, έμπαινα κι εγώ με 200 στη στροφή αλλά ναι, ήταν “μαμά”. Βλέπεις υπήρξε μια εποχή, υπήρξε εκείνη η εποχή που τα πληκτρολόγια είχαν χοντρά πλήκτρα και οι οθόνες “φίλτρο” μπροστά τους. Ήταν η εποχή που μας έμαθε (ψηφιακή) οδήγηση. Κι απ’ όλες τις “σχολές” μία ήταν η καλύτερη. Ασυζητητί!

Μιλάμε για το έμπα του Μιλένιουμ. Κάπου εκεί λοιπόν, άνοιξε η πιο ρεαλιστική “Σχολή Οδήγησης” του τότε γνωστού κόσμου, η πιο απολαυστική απ’ όλες! Η σχολή που έβαλε κάθε σωστό νεανία των όψιμων ’90s να κάτσει πίσω από τιμόνι. Από τιμονιέρα. Ή από βελάκια. Τέλος πάντων, το ‘πιασες. Ήταν η σχολή…

…του Κολ Μακ Ρέι, του δάσκαλου που μας δίδαξε στροφή χωρίς μπαριέρες!

Αν έχεις παίξει τους παντελονάτους, τους κανονικούς, τους δύο πρώτους τίτλους εκείνου του οδηγικού έπους, τότε γέρο μου, άναψε την πίπα σου, κάτσε στην κουνιστή καρέκλα σου και θυμήσου μαζί μου. Αν όχι, τότε ζήλεψε ελεύθερα, αφού έχουμε και λέμε:

1. Οι λεπτομέρειες έκαναν τη διαφορά!

Χιόνια. Βροχές. Σπίθες. Σκόνη. ΥΑΛΟΚΑΘΑΡΙΣΤΗΡΕΣ. Η λεπτομέρεια έβγαζε μάτι. Ο Κόλιν δεν σ’ έβαζε να τρέξεις σε “κάτι σαν αμάξι”, ο Κόλιν σ’ έβαζε να τρέξεις με κάτι που “ω ρε φίλε, είναι αληθινό!”. Και προφανώς το ξέρω πως μιλάμε για τ’ αθώα μάτια του 2000, που δεν γνώρισαν ακόμα την τελειότητα του γραφικού των ’10s και πίστευαν σε θαύματα. Αλλά ΕΚΕΙΝΑ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΕΙΧΑΜΕ. Κι ο Κόλιν έφερνε το θαύμα μπροστά τους, με όρεξη, φαντασία και μεράκι. Και μπράβο του!

2. Ειδικές… διαδρομάρες!

Ρε φίλε, τι να λέμε τώρα; Πήγαινες εκδρομή με τους δικούς σου, τους άκουγες να λένε: “Τι ωραία διαδρομή!” κι έβαζες τα γέλια. Όχι πατέρα, μάνα κι αγαπητή μπέμπα (μετέπειτα αδερφή μου, με τ’ όνομα!). Ούτε το Πήλιο, ούτε η Πελοπόννησος, ούτε τα Ζαγοροχώρια έχουν ωραίες διαδρομές, αν έχεις τρέξει στη Σουηδία, τη Φινλανδία ή τη Γαλλία. Και ναι, το ξέρω ότι εγώ είμαι ο τύπος που σήμερα δηλώνει απερίφραστα πως τίποτα ψηφιακό δεν θα μπορέσει ποτέ να φτάσει την απόλαυση ενός ταξιδιού ανάμεσα στα δέντρα με ανοιχτά παράθυρα, όμως τότε ήταν τότε. Και τότε, χάρη στον Κόλιν μπορούσες, αν δεν ήθελες να τρέξεις, να βάλεις παιχνίδι χρόνου και να πας τουρ στη γαλλική επαρχία. Ανεμιστήρας για “παράθυρο” κι αν ήθελες να πας για μπανάκι, με το που τέλειωνε η πίστα βουτούσες στη γεμάτη μπανιέρα. Δεν μπορεί να το ‘κανα μόνο εγώ!

Υ.Γ. Και Ράλι Ακρόπολις, ρε φίλε. Και στην Ελλάδα για μπανάκι!

3. Με το αμάξι του πατέρα σου!

Το ‘παμε, μαμά. Ή μπορεί και μπαμπάς. Αυτό που θέλω να πω είναι πως, το ταπεινό Κολ Μακ Ρέι δεν είχε Φεράρι, Τζάγκουαρ, Λαποργκίνι κι άλλα τέτοια γυαλιστερά θηρία. Στο “Κολ” έτρεχες με αμάξια που υπήρχαν κι εκεί έξω. Που υπήρχαν ίσως και στο γκαράζ του σπιτιού σου. Σουμπαρού Ιμπρέζα, Τογιότα Κορόλα, Βολκσβάγκεν Γκολφ, Ρενό Μεγκάν… Δεν ήταν κάτι άπιαστο που σου φώναζε από άλλους κόσμους. Ήταν κάτι καθημερινό, κι ύστερα έβλεπες και το μπαμπά σου ραλίστα, όποτε μπαίνατε στο δρόμο με τις στροφές για το χωριό.Επικίνδυνη κλειστή στροφή δεξιά, μπαμπά…”.

4. Αισθητική, καθαρή αισθητική.

Κι όμως! Υπήρχε κάποτε ένα “ραλάκι” που δεν ήταν φτιαγμένο μονάχα για υπερβολές και για “παντιλίκια”. Ήταν φτιαγμένο για εκλεπτυσμένους πιτσιρικάδες, απ’ αυτούς που τρώνε το πιτόγυρο χωρίς να λερώνουν και σουτάρουν στη μπάλα μόνο με πλασέ. Κι επειδή μια εικόνα είναι πολλές λέξεις που δεν υπάρχει λόγος να γράψω, κοίτα και μαγέψου. Όχι, δεν είναι πρόγραμμα αρχιτεκτονικής σχεδιάσης, είναι ένα ταπεινό παιχνίδι με αυτοκίνητα…

Το λοιπόν, πόρισμα εύκολο: Κόλιν Μακ Ρέι, μπορεί ποτέ να μην έμαθα τα οδηγικά σου κατορθώματα σε πραγματικό αμάξι, αλλά χάρη σ’ εσένα απέκτησα δικά μου σε ψηφιακό. Θενκς μαν, όπου κι αν βρίσκεσαι…