«Το www.living-postcards.com ειναι μια αγγλόφωνη πλατφόρμα που σκοπό έχει να παρουσιάσει στο εξωτερικό ότι αξιόλογο έχει η Ελλάδα εν μέσω κρίσης». Την ίδια περίοδο που αρκετοί νέοι επιλέγουν να αφήσουν την Ελλάδα και να δοκιμάσουν την τύχη τους στο εξωτερικό, η Ιλιάδα-Ευαγγελία Κοθρά αποφάσισε να πάει από την… ανάποδη. Και να ξεκινήσει μια εταιρία που θα διαφημίζει την Ελλάδα στο εξωτερικό. Και έτσι γεννήθηκε το Living-Postcards.

«Το όλο project ξεκίνησε σε ένα ταξίδι μου στο εξωτερικό, όπου είδα ελληνικά τοπικά προϊόντα να είναι σε λίστα αναμονής διότι τα θεωρούσανε-και λόγω τιμής- κάτι το εξωτικό και μοναδικό. Κατάλαβα ότι δεν ήταν μόνο το φαγητό που θα έπρεπε να αναδείξουμε -και που αυτό συμβαίνει ούτως ή άλλως- αλλά και άλλους τομείς όπως η τέχνη, τα μικρά καλαίσθητα ξενοδοχεία, η μόδα, η μουσική, τα καλλυντικά αλλά και προσπάθειες νέων στο σύνολο. Επειδή η “κρίση φέρνει διάκριση”, γεννιούνται καθημερινά startupers ή δημιουργοί σε όλα τα επίπεδα» λέει στο Provocateur η Ιλιάδα και συμπληρώνει: «Η Ελλάδα δεν μπορεί να σταθεί στα “ένδοξα παλιά μεγαλεία” αλλά θα πρέπει όλοι ενωμένοι να παλέψουμε με νέες βάσεις κι δεδομένα. Σιγά-σιγά η ομάδα μεγάλωσε, οπότε βρεθήκαμε “στον δρόμο”, να ψάχνουμε για νέους παραγωγούς, νέους που δημιουργούν μόδα, εικαστικούς και να υποστηρίζουμε μέσω του site όλες τις θετικές προσπάθειες, θέλοντας να περάσουμε το μήνυμα ότι “δεν είμαστε η γενιά του φραπέ και της αρπαχτής”. Όπως είπε νέος με δική του επιχείρηση στην διάρκεια της συνέντευξη του “είχα δύο επιλογές. Ή θα πνιγόμουνα μέσα στην κρίση ή θα μάθαινα να κολυμπάω καλά”. Αυτό είναι το όλο concept».

Και όσο περνάει ο καιρός, βλέπει το Living-Postcards να… μεγαλώνει: «Το ελπιδοφόρο είναι ότι πλέον κλείνονται συνεργασίες κι επαγγελματικές συμφωνίες μέσω της πλατφόρμας, κάτι που μας κάνει ιδιαίτερα χαρούμενους. Οι κινήσεις μας συμπληρώνονται με αλληλοεπιδράσεις μέσω πρεσβειών, και ταξιδιωτικών γραφείων, αλλά και δυνατών χορηγιών επικοινωνίας ώστε το “νέο ελληνικό φως”, και όχι το παλιό που θυμίζει ξεθωριασμένες καρτ-ποστάλ, να διαδοθεί παντού. Η χώρα έχει “ζωντανές καρτ ποστάλ”. Έχει Living-Postcards». 

Ποιο start up που βοηθήσατε είχε την πιο εντυπωσιακή εξέλιξη στο εξωτερικό;
Μια νεοσύστατη εταιρεία ελαιόλαδου αποτελούμενη από δυο νέα παιδιά από την Μεσσηνία, μια άλλη εταιρεία -από Κόρινθο πάλι με ελαιόλαδο (δυστυχώς ή ευτυχώς, και το λέω χαριτολογώντας διότι δεν θα έπρεπε να είμαστε γνωστοί σχεδόν αποκλειστικά για αυτό)- η οποία έκλεισε συμφωνία για εξαγωγή Γερμανία και 2 κοπέλες σχεδιάστριες ελληνικών χρηστικών αντικειμένων όπου τους ζητήθηκε συνεργασία από ξενοδοχείο, πάλι στη Γερμανία, είναι μερικά παραδείγματα. Ακόμα και αν γίνει η πρώτη επαφή, χρειάζεται βέβαια συνέπεια και επαγγελματισμός από την ελληνική πλευρά, κάτι που προσπαθώ και εγώ να περάσω ως νέο businness attitude, τονίζοντας ότι δεν θα έπρεπε να φοβούνται τις συνεργασίες με ελληνικά μικρά brands ή σχεδιαστές. Οι άνθρωποι που θέλουν να «κάνουν πράγματα», απλά θα δράσουν και θα τα κάνουν.

Γράψατε για τους «τεμπέληδες Έλληνες»… Υπήρξε κάποιος διάλογος με φορείς του εξωτερικού που να σας έχει εξοργίσει;
Ο χαρακτηρισμός αυτός πιο πολύ ακούγεται από εμάς τους ίδιους, παρά από τους ξένους στο σύνολο τους. Είναι δυσάρεστο η πλειοψηφία των Ελλήνων να πιστεύει ότι είμαστε όλοι άχρηστοι και λαμόγια. Φυσικά υπάρχουν και λαμόγια -αλλοίμονο- και τεμπέληδες. Αλλά αυτό αλλάζει. Αυτό που έχει μείνει, είναι η γενική αίσθηση ότι είμαστε αποκλειστικά καλοπερασάκηδες και ευζωιστές και μια δυσπιστία στο αν μπορούμε να είμαστε και τέλειοι επαγγελματίες παράλληλα. Δεν έχουμε αντιμετωπίσει παρά μεμονωμένα περιστατικά ξένων που θα γράψουν ένα πικρό σχόλιο, αλλά υπάρχουν κι φιλέλληνες που αρθρογραφούν στην πλατφόρμα, όπως ο συγγραφέας Gordon Hall ή ο φωτογράφος Rik Freeman.

Ποιο είναι εκείνο το στοιχείο που έχει η νέα γενιά Ελλήνων και την κάνει να ξεχωρίζει από τις προηγούμενες;
Ότι γνωρίζει καλά, ότι πρέπει να μάθει να επιβιώνει και να μάχεται. Ότι η δανεική ζωή των lifestyle εντύπων και του «πρώτου τραπεζιού πίστας», έχει περάσει στην σφαίρα της «σαπουνόπερας». Το ότι τα λεφτά δεν βγαίνουν πια τόσο εύκολα, ή αν βγουν πρέπει να είναι μέσα από την διαδικασία της δουλειάς και της καινοτομίας, για αυτό κι βάζουν το μυαλό τους να δουλέψει. Γιατί είναι όλα πολύ δύσκολα και αυτό τα κάνει -ισως- γοητευτικά, σαν ένα βουνό που πρέπει να ανέβεις αγκομαχώντας. Την λατρεύω την νέα γενιά. Απόλυτα. Είναι η γενιά που οι μύθοι δεν θα την καταστρέψουν, θα φτιάξει η ίδια τους μύθους της.

Ποια είναι τα μειονεκτήματα των Ελλήνων σε σχέση με τον ανταγωνισμό;
Η ελαφρότητα κάποιες φορές που τους κάνει να αθετούν συμφωνίες, deadlines και να μην είναι τυπικοί σε παραδόσεις ή αρχικά projects. Η έλλειψη πλάνου, η υπερ-αισιοδοξία ή αντίστροφα η απαισιοδοξία. Η αίσθηση ότι η Ελλάδα είναι το κέντρο του κόσμου -δεν είναι- και αυτό τους κάνει να μην καίγονται για τον ξένο τουρίστα του χειμώνα, ας πούμε. Να μην έχουν sites σοβαρά και καλαίσθητα. Να μην έχουν καν sites! Να μην καταλαβαίνουν την δύναμη του διαδικτύου. Τονίζω όμως πάλι, ότι αυτό αλλάζει και μάλιστα γοργά.

Κάνετε εσείς την έρευνα ή έρχονται από μόνοι τους δημιουργοί και επιχειρηματίες;
Και τα δύο. Επίσης, άγνωστοι φίλοι μας στέλνουν υλικό μέσω mails επειδή τους άρεσε ένα προϊόν ή ένας σχεδιαστής. Και αυτή η αμεσότητα είναι που μου αρέσει πολύ. Αλλά είναι μια -πλέον- ομαδική δουλειά. Ο καθένας έχει να κάνει την δική του έρευνα. Σπάνια θα πούμε «όχι» σε μια παρουσίαση, φτάνει να πληροί προϋποθέσεις νομιμότητας ή αισθητικής. Και αυτό γιατί όλοι, μα όλοι, έχουμε ανάγκη να δείξουμε την δουλειά μας. Είναι όμορφο να ταξιδεύουμε και να ανακαλύπτουμε προϊόντα ή μικρούς ξενώνες, αλλά είναι επίσης όμορφο να λαμβάνεις ένα μήνυμα και να λέει «είμαι 20 χρονών, φτιάχνω κοσμήματα, μπορείτε να με προβάλλετε;». Αυτό είναι το καλύτερο. Νομίζω.