Υπάρχουν άγρια ζώα. Υπάρχουν κατοικίδια ζώα. Κι υπάρχουν και οι σκύλοι.

Με την ίδια λογική, υπάρχουν ταινίες με σκυλιά. Υπάρχουν ταινίες για σκυλιά. Υπάρχει και το “Χάτσικο”. Κι αφού δεις το “Χάτσικο” ξέρεις πως δεν υπάρχουν πια άλλα κατοικίδια. Σκύλο θέλεις κι έτσι πρέπει.

Τι έχει ωστόσο αυτός ο Χάτσι και δεν μπορεί κανείς να μην τον ερωτευτεί μέσα σε 2ώρες ταινία; Θα στα πω γρήγορα-γρήγορα προτού στα αναλύσω: έχει έναν παμπόνηρο σκηνοθέτη, έχει μια τρομερή ιστορία, μα πάνω απ’ όλα έχει απίθανο μουτράκι. Τι σκύλαρος είσαι εσύ ρε φάτσα; ΤΙ ΦΑΤΣΑΡΑ ΕΙΣΑΙ ΕΣΥ ΡΕ ΣΚΥΛΕ; Μπαρδόν. Πάμε παρακάτω.

1. Ένας παμπόνηρος σκηνοθέτης.

Μην το παρεξηγήσεις εύκολα αυτό που θα πω: το Χάτσικο, στην πραγματικότητα, δεν είναι καλή ταινία. Και το λέω αυτό γιατί, αν βγάλεις απ’ τη συνθήκη το πανέμορφο Ακίτα, το φιλμ βουλιάζει. Η ιστορία είναι συγκινητική, όμως όλη η ταινία προσπαθεί με νύχια και με δόντια να σε συγκινήσει. Και τα καταφέρνει, όχι απλώς με τη βοήθεια της τρομερής μούρης του πρωταγωνιστή – σκύλου της, αλλά ΕΞΑΙΤΙΑΣ της. Θα μου πεις, είναι κακό αυτό; Θα σου πω: ψυχρά και κινηματογραφικά, ναι. Όμως ο Λάσε Χάλστρομ (“Σοκολά”), έτσι κι αλλιώς, δεν θέλησε να κάνει μια ταινία που θα τη θαυμάσεις. Θέλησε να κάνει μια ταινία που θα την αγαπήσεις. Και μπράβο του!

https://www.youtube.com/watch?v=mgFOyWLgyMQ

Παμπόνηρος λοιπόν, ο Σουηδός δημιούργησε έναν αξιαγάπητα “μπέμπη” καθηγητή Ρίτσαρντ Γκιρ, και μια συμπαθέστατη οικογένεια γύρω του. Κι ωστόσο, από μόνοι τους δεν θα κάνανε πολλά. Θα οδηγούσαν μάλλον σε μια “οικογενειακή” ταινία απ’ αυτές που βλέπεις μόνο φαγωμένος μεσημέρι Κυριακής για να σε πάρει ο ύπνος. Μα ο Χάλστρομ χαμογέλασε, γιατί ο Χάλστρομ ήξερε. Κι ύστερα ακούμπησε ανάμεσά τους το Ακίτα του, κι άρχισε ύστερα να “γυρίζει” την όμορφη, τη γλυκιά…

2. Την πιο ζεστή και συγκινητική αληθινή ιστορία!

Ε ναι ρε συ, πώς ν’ αντισταθείς σ’ ένα σκύλο που δένεται τόσο πολύ το αφεντικό του; Πώς να πεις όχι σ’ ένα σκύλο που πιάνει με το στόμα την αφοσίωση και κάνει ένα άλμα τόσο ψηλό που κανείς δεν θα μπορέσει να το ξεπεράσει; Ο Χάτσι αγάπησε τον κύριο καθηγητή, όπως θες να σ’ αγαπήσουν. Άνθρωπος ή σκύλος, δεν έχει σημασία. Ή μάλλον έχει, γιατί πολύ λίγοι άνθρωποι μπορούν σ’ αγαπήσουν όσο μπορεί ένας σκύλος!

Ο Χάτσι λοιπόν, περίμενε κάθε μέρα να γυρίσει με το τρένο το αφεντικό του που είχε πεθάνει. Κι αυτό είναι ικανό να λιώσει την καρδούλα σου από μόνο του, όμως δεν είναι μόνο αυτό που σε κάνει αλοιφή όποιος κι αν είσαι. Το μεγάλο, το πραγματικό, το όπλο της ταινίας που δεν μπορείς να βρεις ασπίδα να το αποκρούσεις, είναι…

3. Η πιο ΑΞΙΟΛΑΤΡΕΥΤΗ σκυλοφατσάρα του κόσμου!!!

Είναι που τα Ακίτα δεν παίζονται. Είναι που το συγκεκριμένο Ακίτα έχει ένα μούτρο που σε κάνει να ξεχνάς το λούτρινο αρκουδάκι που είχες για να κοιμάσαι όταν ήσουνα σπόρος. Κι ενώ, όσο είναι μικρό σκέφτεσαι “ρε φάτσα, τι ωραίος που ‘σαι τώρα μικρός, κούταβος!”, εκείνο μεγαλώνει και κάνει το απίστευτο ρε συ… Γίνεται ακόμα μεγαλύτερο κουκλί! Είναι απ’ τις φορές που δεν γίνεται, αλλά ρε διάολε, γίνεται!

Οπότε, στη σούμα, το πράγμα (για μένα τουλάχιστον) πάει ως εξής: Το Χάτσικο το γουστάρω, και δεν ντρέπομαι καθόλου γι’ αυτό. Και το γουστάρεις κι εσύ, και δεν ντρέπεσαι καθόλου γι’ αυτό. Ξέρεις γιατί; Γιατί του αξίζει! Γιατί σε κοιτάζει στα μάτια και σου κάνει κομματάκια τα μέσα σου, και γιατί σε συγκινεί εκεί που κάθεται στο σταθμό και περιμένει, περισσότερο απ’ τον πιτσιρίκο στο “Κράμερ εναντίον Κράμερ”. Σχεδόν όσο το τέλος του “Κύκλου των Χαμένων Ποιητών” ή όσο ο Μουφάσα του “Βασιλιά”.

Και πάνω απ’ όλα, αδερφέ ή αδερφούλα, το Χάτσικο το αγαπάμε, γιατί μας έδειξε την αλήθεια: αν θες παρέα που θα της δίνεις φαγητό και χάδια, κι εκείνη θα σου δίνει όλη τη ζωούλα της, σκύλο θες! Πάρε ένα Ακίτα. Και πες το “Μήτσο”, γιατί το “Χάτσι” είναι πιασμένο, και περιμένει σ’ άλλο σταθμό, πολλά χιλιόμετρα από δω…