Για πολλούς αναλυτές η συμφωνία Δημοκρατικών – Ρεπουμπλικάνων για το ανώτατο όριο δανεισμού των ΗΠΑ και για το χρέος, ήταν μία καθαρή νίκη του Ομπάμα: Επικράτησε δίχως να κάνει κάποια παραχώρηση -ειδικά στο πολυδιαφημισμένη μεταρρύθμιση στο σύστημα Υγείας- και η δημοτικότητά του έπειτα από τις ταραχώδεις διαπραγματεύσεις φαίνεται πως ενισχύθηκε.

Ωστόσο τα επικοινωνιακά «πυροτεχνήματα» δεν αρκούν για να καλύψουν τις χτυπητές αδυναμίες του αμερικανικού πολιτικού συστήματος που τις τελευταίες δύο εβδομάδες έγιναν πιο ξεκάθαρες από ποτέ, αλλά και την αδυναμία του ίδιου του προέδρου των ΗΠΑ να πράξει κάτι το ουσιαστικό ώστε να αρθεί το αδιέξοδο.

Η αντιπαράθεση μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων που στην αρχή περιοριζόταν σε επίπεδο μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων, όσο περνούσαν οι ημέρες μετατράπηκε σε μία συστημική κρίση: Οι γερουσιαστές του διαβόητου Tea Party -ακροδεξιάς συνιστώσας του Ρεπουμπλικανικού κόμματος- εκμεταλλεύτηκαν τις διαπραγματεύσεις για το όριο δανεισμού και το χρέος, για να πραγματοποιήσουν μία «σταυροφορία» κατά του Obamacare, μία εκ των βασικών μεταρρυθμίσεων του Αμερικάνου προέδρου στην πρώτη του θητεία στο Λευκό Οίκο.

Συμπαρασύροντας ολόκληρο το ρεπουμπλικανικό κόμμα, το Tea Party ήταν αυτό που όρισε την ατζέντα των διαπραγματεύσεων, βάζοντας συνεχώς εμπόδια στην διαπραγματευτική διαδικασία και φτάνοντας στο σημείο να προχωρήσει σε ωμούς εκβιασμούς, με μέλη του να κάνουν ευθέως λόγο ακόμα και για στάση πληρωμών.

Οι γερουσιαστές που πρόσκεινται στην ακροδεξιά συνιστώσα των Ρεπουμπλικάνων, εκμεταλλεύτηκαν όλα τα παραθυράκια που τους δίνει το αμερικανικό σύνταγμα για να πετύχουν το σκοπό τους, όπως ο Ted Cruz, ο οποίος μιλώντας για περισσότερες από 21 ώρες στο Κογκρέσο κατάφερε να ακυρώσει μία κρίσιμη ψηφοφορία για τη χρηματοδότηση του Obamacare, γεγονός που στάθηκε η αφορμή για την πυροδότηση της κρίσης.

Οι ΗΠΑ είναι η μοναδική δυτική δημοκρατία που ένας και μόνο γερουσιαστής μπορεί να καθυστερήσει την κατάρτιση νόμων και να μπλοκάρει όλο το σύστημα

Κάπως έτσι, τα μέλη του Tea Party όχι μόνο ενορχήστρωσαν την αντιπαράθεση, αλλά έβαλαν στο στόχαστρο τον οποιονδήποτε από τους Ρεπουμπλικάνους έδειχνε μία πρόθεση διαπραγμάτευσης. Όπως σχολιάζει το περιοδικό Spiegel, «στη διάρκεια της συζήτησης για το όριο δανεισμού, “θερμοκέφαλοι” του Tea Party αποκάλεσαν συναδέλφους τους που ήθελαν να διαπραγματευθούν με τους Δημοκρατικούς “ομάδα παράδοσης”» γεγονός που έδειξε και τις προθέσεις τους για το μέλλον.

Συστημική κρίση

Και εδώ έγκειται σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό το συστημικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει το πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ. Ο πολιτικός πολιτισμός που χαρακτήριζε τη χώρα τις τελευταίες δεκαετίες, έχει δώσει τη θέση του σε μία μικροπολιτική αντιπαράθεση, όπου στο τέλος επικρατεί αυτός που… φωνάζει πιο πολύ.

«Η πολιτική αρχιτεκτονική της δημοκρατίας στις ΗΠΑ», σχολιάζει το Spiegel, «δεν σχεδιάστηκε για μακροπρόθεσμα εμπόδια και εκβιασμούς, στα οποία επιδίδεται το Tea Party τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Οι αμερικανοί πατέρες του έθνους πρότειναν ένα σύστημα ελέγχου και ισορροπιών, όχι ελέγχου και μποϊκοτάζ… Οι ΗΠΑ είναι η μοναδική δυτική δημοκρατία που ένας και μόνο γερουσιαστής μπορεί να καθυστερήσει την κατάρτιση νόμων και να μπλοκάρει όλο το σύστημα».

Και εάν αναλογιστεί κανείς ότι η πρόσφατη συμφωνία δεν ήταν παρά μόνο μία ανακωχή ορισμένων μηνών, το μέλλον δεν φαντάζει στρωμένο με ροδοπέταλα. Απεναντίας ο Obama δεν θα πρέπει να νιώθει πολύ άνετα.

Μέσα στο επόμενο διάστημα, πέρα από το νέο γύρο διαπραγματεύσεων για τα οικονομικά των ΗΠΑ, ο οποίος αναμένεται εξίσου… θερμός, θα πρέπει να παρουσιάσει μία σειρά από κρίσιμα νομοσχέδια που αφορούν «ευαίσθητα» για τους συντηρητικούς θέματα, όπως το μεταναστευτικό, αλλά και ο έλεγχος των όπλων. Και για να περάσουν αυτά τα νομοσχέδια, ο πρόεδρος και οι σύμμαχοί του στο Κογκρέσο θα πρέπει να σχηματίσουν πλειοψηφίες για το καθένα ξεχωριστά, μία διαδικασία επίπονη που μπορεί πολύ εύκολα να ναρκοθετηθεί και εντέλει να μην προχωρήσει καθόλου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα το φιάσκο με το νομοσχέδιο της οπλοκατοχής, το οποίο κατατέθηκε πέρυσι, τις ημέρες που ακολούθησαν τη σφαγή στο δημοτικό σχολείο στο Κονέκτικατ και που οι γερουσιαστές -με πρωτοστατούντες όσους πρόσκεινται Tea Party- το απέρριψαν, αναγκάζοντας τον Obama να βγάλει ένα οργισμένο διάγγελμα και να καταθέσει εκ νέου το νόμο.

Ο «λίγος» Obama

Άλλη μία πτυχή του αμερικανικού δράματος η οποία και καλύφθηκε από τις άναρθρες κραυγές των υπερσυντηρητικών Ρεπουμπλικάνων ήταν και το ότι ο ίδιος ο πρόεδρος των ΗΠΑ αποδείχθηκε ανεπαρκής στη διαχείριση της κρίσης.

Μπορεί, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, να είχε το ηθικό προβάδισμα -καθώς σύμφωνα με τους πολίτες το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τα όσα συνέβησαν το είχαν οι ρεπουμπλικάνοι- ωστόσο έκανε πολύ λίγα πράγματα ώστε να αποτρέψει τη διαμάχη.

O πρόεδρος των ΗΠΑ ποτέ δεν διαπραγματεύτηκε ουσιαστικά με τους πολιτικούς του αντιπάλους βλέποντας πρακτικά την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να βυθίζεται στην παράλυση εξαιτίας του shut down

Οι συναντήσεις του με την ηγεσία της αντιπολίτευσης, οι τηλεφωνικές συνομιλίες και οι δηλώσεις, είναι καλές για τα ρεπορτάζ των δημοσιογράφων, αλλά δεν συνεισέφεραν το παραμικρό ώστε να δοθεί μία λύση στο αδιέξοδο. Στην πραγματικότητα ο πρόεδρος των ΗΠΑ ποτέ δεν διαπραγματεύτηκε ουσιαστικά, περιορίστηκε σε επικοινωνιακές κινήσεις αποκλείοντας κάθε περιθώριο διαπραγμάτευσης με τους πολιτικούς του αντιπάλους βλέποντας πρακτικά την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να βυθίζεται στην παράλυση εξαιτίας του shut down.

Κάποιοι θα έλεγαν ότι ίσως ο Obama και να επεδίωξε αυτή την κίνηση. Και αυτό γιατί οι ρεπουμπλικάνοι οι ρεπουμπλικάνοι φάνηκαν ως οι υπαίτιοι του αδιεξόδου, στοχοποιήθηκαν από τον πρόεδρο και από το κόμμα του και εν τέλει τη… λύση έδωσε η κοινή γνώμη, κάτω από το βάρος της οποίας, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν άνευ όρων υπό την απειλή μίας ενδεχόμενης στάσης πληρωμών, εξουδετερώνοντας παράλληλα το Tea Party.

Όπως και να’ χει, τα «τοξικά» σύννεφα που μαζεύτηκαν πάνω από την Ουάσινγκτον τις δύο πρώτες εβδομάδες του Οκτωβρίου, όχι μόνο δεν διαλύθηκαν, αλλά πυκνώνουν επικίνδυνα. Με το πολιτικό σύστημα στα όριά του, έναν πρόεδρο ο οποίος σε αρκετές στιγμές εμφανίζεται ανεπαρκής, και μία υπερσυντηρητική πολιτική συνιστώσα να είναι έτοιμη για να φτάσει στα άκρα ανά πάσα στιγμή το άμεσο μέλλον μόνο ευοίωνο δεν προμηνύεται για την πάλαι ποτέ υπερδύναμη.