*Κείμενο του 2015

Ήταν ακριβώς πριν τρία χρόνια, 20 Νοεμβρίου 2012. Σχόλασα βράδυ από την τότε δουλειά μου και γυρνώντας στο σπίτι, άκουσα στο ραδιόφωνο πως έφυγε από τη ζωή ο Χρόνης Μίσσιος. Μία είδηση που φυσικά πέρασε στα ψιλά τότε, μου έκανε μεγάλη εντύπωση γιατί μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα ακούσει ποτέ το όνομά του. Παρόλο που διάβαζα αρκετά δεν είχα γνωρίσει ποτέ αυτόν που σήμερα θεωρώ αγαπημένο μου συγγραφέα.


Κάπως έτσι, με το λάθος τρόπο, έγινε η γνωριμία μου μαζί του. Αριστερός, καθοδηγητής του ΚΚΕ, πραγματικός επαναστάτης και ίσως ο πρώτος που εισήγαγε την έννοια της οικολογικής αριστεράς στη χώρα μας. Στα 17 του (1947) καταδικάστηκε σε θάνατο για τη συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού. Από τότε και μέχρι το 1973 που αποφυλακίζεται οριστικά, περνά μια ζωή γεμάτη βασανισμούς, εικονικές εκτελέσεις, εξορίες και κακουχίες.

 

Άρχισε να γράφει σε μεγάλη ηλίκια. Το 1985 εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο με τίτλο “Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς” που είναι ο διάλογος (ουσιαστικά μονόλογος) του συγγραφέα με έναν από τους νεκρούς συντρόφους του. Αυτό όπως και τα επόμενα λογοτεχνικά έργα του, είναι σχεδόν γεμάτα από αυτοβιογραφικές αναφορές. Απλοϊκό στυλ γραφής, σαν να ακούς κάποιον να σου απαγγέλει τις πιο δύσκολες ιστορίες της ζωής του.

Αυτό που πραγματικά εντυπωσιάζει τον αναγνώστη (και τον θεατή και ακροατή των συνεντεύξεών του) είναι η θετική σκέψη του. Έψαχνε συνεχώς τρόπους για να είναι χαρούμενος, σε μια ζωή που δεν του έδωσε και πολλές ευκαιρίες.

Ο Χρόνης Μίσσιος ήταν ο άνθρωπος που ζούσε για το όνειρο. Και δεν σταμάτησε να ζει γι’ αυτό ούτε όταν κατάλαβε ότι αυτό δε μπορεί να γίνει πραγματικότητα.

Και το κατάλαβε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο. Όπως χαρακτηριστικά περιγράφει σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις του: “Όταν επέστρεψα από ένα ταξίδι στη Σοβιετική Ένωση, το ’64, αφού είχα πάρει με χίλια ζόρια διαβατήριο, με ρώτησε η Ρηνιώ, πως είναι τα πράγματα. Ήμουν απογοητευμένος με αυτά που είχα αντικρίσει και της είπα. «Άσε, αλλά εμείς που είμαστε Μεσογειακός λαός, θα σενιάρουμε έναν κομμουνισμό, άλλο πράγμα.» Δεν τα πίστευα, αλλά τι να κάνω, τι να πω; Πού να πάω; Το κόμμα και η πάλη μου για τον κομμουνισμό ήταν η ζωή μου η ίδια. Είναι εύκολο να αρνηθείς τη ζωή σου; Σήμερα ας πούμε, μια χαρά παλιοί σύντροφοι, είναι ακόμα στο κόμμα. Πώς να αρνηθούν τη ζωή τους;”

Τα βιβλία του αποπνέουν μια παράξενη αισιοδοξία. Δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου, ένα απόσπασμα στο οποίο περιγράφει κάποιον ως “καλό παλληκάρι” (επειδή του είχε δώσει ένα τσιγάρο στη ζούλα) και 5 αράδες παρακάτω μας πληροφορεί πως αυτός ήταν ένας από τους συχνότερους βασανιστές του. Η ανθρωπιά του δε μπορεί να συγκριθεί με κανενός άλλου. Ο Χρόνης Μίσσιος, για μένα, είναι ένας άγιος της θρησκείας του ανθρωπισμού.

Για ανθρώπους σαν εκείνον έχει γραφτεί το τραγούδι “Άγιοι” του Θανάση Παπακωνσταντίνου:

Άγιοι που δε θα γιορταστούν
γιατί δε θα τους βρουν
ημέρα που ταιριάζει.

Άμυαλοι που πέσαν στην φωτιά
για να `χει τ’ όνειρο
φωλιά για να κουρνιάζει.

 

 

Μέσα από τις αφηγήσεις του, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται το μεγαλείο της ψυχής του. Ρομαντικός, φυσιολάτρης, αισιόδοξος σε σημείο παραλογισμού και αγωνιστής της ζωής και της πολιτικής, άφησε το στίγμα του στην Ελληνική λογοτεχνία δείχνοντας το δρόμο της ευγένειας (με την κυριολεκτική έννοια του όρου) στους νεότερους. 

Όταν φτιάξαμε τη στήλη Great.Men συμφωνήσαμε πως σε αυτή θα εντάσσονται άνθρωποι που έχουν προσφέρει ή προσφέρουν ακόμα στον κόσμο. Άνθρωποι που αλλάζουν τον κόσμο και μας κάνουν καλύτερους. Ο Χρόνης Μίσσιος με τα λόγια και τα γραπτά του, είναι αυτός που θα σου αλλάξει την κοσμοθεωρία. Είναι αυτός που θα σε κάνει να πιστέψεις στο ανέφικτο και θα σε πείσει να μη σταματήσεις να πιστεύεις μέχρι να το καταφέρεις. 

Αν δεν έχεις διαβάσει Χρόνη Μίσσιο, κάνε ένα δώρο στον εαυτό σου. Αυτές οι ευκαιρίες δεν πρέπει να χάνονται.

Γιατί: “η ζωή μας, μια φορά μας δίνεται”.

https://www.youtube.com/watch?v=KXcsoOxS428