Άκουσα πρώτη φορά το όνομα του Ηλία Καμπακάκη πέρυσι, όταν μια φίλη μου πρότεινε να τον δούμε στο Block, όπου εμφανιζόταν κάθε Τετάρτη. Στις αποσκευές του είχε ένα μόνο σουξέ, το πασίγνωστο πλέον «Φεύγοντας άφησα πίσω την καρδιά μου και κάτι παλιοπράματα…» κάτι που ουδόλως τον εμπόδισε να γνωρίζει την αποθέωση από το κοινό που γέμιζε ασφυκτικά το μαγαζί.

Με look Παντελίδη, ο Καμπακάκης θα εμφανίζεται πλέον σε στέκι του Κολωνακίου όντας ένας από τους δεκάδες καλλιτέχνες που με δύο ή τρεις μουσικούς έχουν βρει δουλειά, σε μια Ελλάδα που δεν αντέχει πλέον άλλους glam νυχτερινούς ναούς.
 

 

Η μόδα του live σε κλαμπ ή μικρά μαγαζιά εξαπλώθηκε σαν ιός και μεγάλη ευθύνη γι’ αυτό έχει ο Διονύσης Σχοινάς, που φέτος άφησε το μικρό μαγαζί στο Κολωνάκι -εκεί όπου επανήλθε από τα αζήτητα- για να μεταφέρει το 4711 στον χώρο της παλιάς «Αυτοκίνησης».

Η επιτυχία του φαίνεται από το αδιαχώρητο που παρατηρείται κάθε Παρασκευή και Σάββατο, όπου οι Belvedere των 160 ευρώ -τιμή που παραπέμπει σε μπουζούκια- ανοίγονται σαν εμφιαλωμένο «Ζαγόρι» και τα λουλούδια κοστίζουν 80 ευρώ ο κουβάς! Ναι, η μεταφορά των άνθεων πραγματοποιείται σε σικ κουβάδες και ένας άτυχος φίλος μου που επέλεξε να στείλει δύο τέτοιους ακόμα βρίζει για τα 160 ευρώ που του κόστισαν.

Το Cabaret στο Κολωνάκι που κάποτε ανδρώθηκε με τις «Μέλισσες», φέτος έχει Νίνο τα Σαββατοκύριακα και Έλλη Κοκκίνου τις Πέμπτες η οποία γνωρίζει μεγάλες δόξες! Πληροφορίες λένε ότι υπάρχουν παρέες που κάνουν ζημιές δύο και τριών χιλιάδων ευρώ σε λουλούδια στο συγκεκριμένο στέκι, νιώθοντας σαφώς πιο… άρχοντες στους καναπέδες της πρώτης σειράς!

Θεωρώ, όμως, πως οι τιμές σε όλα αυτά τα μαγαζιά -και δεν είμαι φυσικά ο μόνος- ότι θα έπρεπε να είναι κατά τι φθηνότερες και όχι να παραπέμπουν σε αυτές των κλασικών νυχτερινών ναών. Οι δικαιολογίες για το κόστος που μπορεί να προβάλλουν δεν νομίζω ότι θα πείσουν κανέναν, σε τέτοιες εποχές.

Κατά τα άλλα, οι επιλογές είναι πολλές και αν συνεχιστεί η συγκεκριμένη μανία, βλέπω ξανά τον Ρακιτζή να άδει «Είσαι σαν κουνέλι» σε κάποιο τέτοιο χώρο, όπως κάνουν ο Λιβιεράτος μα τον Καλλίρη στο Cash της Κηφισιάς.

Την διαφορά πάντως για μένα μέσα σε αυτό τον χαμό των live την κάνει ο Τόνι Σφήνος, μια φιγούρα που «σαρώνει» την πίστα τόσο με το χιούμορ του, όσο και με την σκηνική του παρουσία σαν τραγουδιστής. Προσωπική επιλογή του Γιάννη Μωράκη -τον κυνηγούσε από το καλοκαίρι- έδωσε ζωή στο Gotham και οι πληροφορίες λένε ότι δεν υπάρχει τραπέζι για τους επόμενους δύο μήνες, ενώ κάποιες Κυριακές εμφανίζεται και στο Rock’ n’ Roll του Κολωνακίου.
 

Οι Onirama, από την μεριά τους, ξεκίνησαν στο Camorra της οδού Αμερικής με την γνωστή συνταγή τους, συνεπικουρούμενοι από κάποιες νέες φωνές και μια drag queen που είναι κουραστική μετά το πρώτο τέταρτο.

Αυτά τα ολίγα και καλή διασκέδαση…