Πόσες φορές έχουμε ξεμείνει στις διακοπές μας χωρίς γκαφρά; Πόσες φορές, διάολε, έχουμε βγει βράδυ με φίλους χωρίς να ‘χουμε μία στην τσέπη; Και πόσες φορές έχουμε πάει σε ρομαντικό ραντεβού και όταν μας ήρθε ο λογαριασμός τα χρήματά μας ήταν τσίμα τσίμα για το απαραίτητο κέρασμα; Αρκετές φορές, έτσι δεν είναι;

Ωστόσο τώρα, ας μην θυμόμαστε τις κακές στιγμές κι ας πάμε στις πιο χαρούμενες. Τη μέρα δηλαδή, που ενώ ήμασταν στα κάτω μας, ξαφνικά τα πράγματα άλλαξαν προς το καλύτερο, καθώς τα “ξύσαμε” (δεν είναι αυτό που νομίζεις) και γίναμε αρχόντοι μέσα σε ψιλικατζίδικα και περίπτερα!

Οι 5 Προβοκάτορες που λες, είναι έτοιμοι να σου περιγράψουν τα πιο κουλά σημεία και καταστάσεις, που πιάσανε την καλή ενώ δεν το περίμεναν.

Έχεις λίγο χρόνο να τις ακούσεις;

O Hλίας Γεροντόπουλος και το βενζινάδικο

Ήτανε καλοκαίρι. Ήτανε καλοκαίρι κι είχα ραντεβού. Είχα ραντεβού αλλά δεν είχα λεφτά. Τι σκέφτηκα λοιπόν; Να ζητήσω απ’ τον πατέρα; Όχι. Να ζητήσω απ’ τη θεία; Όχι. Να τα βγάλω με την αξία μου, διάολε! Ένα τίμιο 6ωρο μετά, είχα χαλάσει δύο στιλό να μουτζουρώνω «1 – 2 – Χ» μα η ρουφιάνα η μπάλα δεν μου ‘κανε το χατίρι. Μπήκα το λοιπόν στο αυτοκίνητο (της κοπέλας…), έτοιμος να γίνω ρεζίλι ξεκαθαρίσω ότι σινεμά δεν θα βλέπαμε, αφού όλο κι όλο στην τσέπη μου είχα 1 ευρώ μονάχο. Όμως εκείνη σταμάτησε να βάλει βενζίνη κι εγώ βγήκα απ’ το αυτοκίνητο για να πάρω τζούρα «βενζινάδικου». Και τότε, τα είδα. «Μου δίνετε ένα από κείνα, του 1 ευρώ;» ρωτάω τον υπάλληλο. Μου το ‘φερε. Έκλεισα τα μάτια κι άρχισα να ξύνω με το κέρμα. Τίποτα. Τίποτα. Τίποτα. 100 ευρώ. Τίποτ… Ώπα! Αφήνω το κέρμα στο ταμείο και εισπράττω χαρτονόμισμα. ΠΡΑΣΙΝΟ. «Πού πάμε;» με ρωτάει η κοπέλα ανάβοντας τη μηχανή. «Όπου αγαπάς» της λέω. «Λεφτά… υπάρχουν!».

Ο Τιμολέων Κουκούτσης και ο 15Αύγουστος

Πέρσι το 15αύγουστο είχα ξεμείνει με άδεια στην Αθήνα. Λόγω της κακής έως εχθρικής μου σχέσης με τη μαγειρική, έπρεπε να βρω κάποιο τρόπο να γεμίσω το στομαχάκι μου, παίρνοντας φαγητό απ’ έξω. Η κομματώδης κατάσταση που βρισκόμουν όμως από τα ξενύχτια, με εμπόδιζε να θυμηθώ το PIN για να σηκώσω χρήματα από το ΑΤΜ. Γυρνώντας απογοητευμένος από την τράπεζα, έπεσα πάνω σ’ έναν λαχειοπώλη. Έψαξα την τσέπη μου και αξιοποίησα καταλλήλως το 2ευρω που ως εκ θαύματος υπήρχε εκεί. Με 2 ευρώ απ’ το πουθενά, εξασφάλισα ένα αυτοκρατορικό γεύμα, κάτι εξαιρετικά σημαντικό για έναν κοιλιόδουλο σαν κι εμένα. 

Ο Νίκος Ράπτης και το Βαζελοπρακτορείο

Να σου πω εγώ για “ξύσιμο”; Σοβαρά; Εγώ; Ο ψυχαναγκαστικούλης-προληπτικός, να πούμε; Που αν δεν έχω μεγάλο κέρμα (τύπου δίευρω), δεν μπορώ να ξύσω μ’ άλλο κέρμα; Εντάξει, λοιπόν, αφού το θες τόσο, θα σου πω κι εγώ την ιστορία μου.
Βρίσκομαι στο χωριό μου για διακοπές. Στο μαγευτικό Πυργί Ευβοίας με τους διακόσιους (και πολλούς λέω…) κατοίκους. Παίρνω το αμαξάκι μου, που λες, φορτώνω μέσα τον κολλητό μου και τον αδελφό μου και κατηφορίζω για το στέκι μας, που τα τελευταία χρόνια είναι το πρακτορείο του Γιώργη. Του βάζελου Γιώργη. Του πορωμένου βάζελου Γιώργη. Με το που μπαίνουμε, λοιπόν, ο κολλητός μου βουτάει ένα κέρμα, ξεκινάει να ξύνει και τσουπ… πάρε ένα 50αρι. Ο αδελφός μου παίζει κι αυτός, πάρε λεφτά κι αυτός. Τι έκανα εγώ θα μου πεις τώρα, ε; Τσακωνόμουν με τον Γιώργη γιατί μου έκραζε τον θρύλο. Ωραία πράματα. Ωραίες καταστάσεις. Μην στα πολυλογώ, μετά που φύγαμε, ο Γιάννης κέρασε τους καφέδες, ο αδελφός μου τα σουβλάκια κι εγώ τους κέρασα πίκρα, αφού το μόνο που ‘χα αποκομίσει από τη βόλτα μας ήταν μερικά καντήλια από τον κυρ Γιώργη.

Ο Τίμος Κουρεμένος και η λογίστρια 

Είναι μέσα Σεπτέμβρη. Είμαι έξω με φίλους για πρωινό καφέ και χτυπάει το τηλέφωνο. “Λογίστρια” γράφει. Αυτές οι κλήσεις δεν είναι ποτέ για καλό. Το αφήνω να χτυπάει. Μετά από λίγο και πάλι τηλέφωνο. Απαντάω αυτή τη φορά και περιμένω να ακούσω τα μαντάτα για την εφορία ή για το τι έκανα λάθος πάλι στη δήλωση… “Επιστροφή φόρου μου λέει” (φαντάσου για πόσο παλιά μιλάμε). “Επιστροφή; Δηλαδή πόσα;” Επιτόπου ξεκινάω και σκέφτομαι τι ταξίδι θα κάνω και πώς θα ξοδέψω τα λεφτά που μου επιστρέφει το ελληνικό κράτος. Το όνειρο άρχισε να γκρεμίζεται όταν μου είπε ότι η επιστροφή μου ήταν 5 ευρώ. Σηκώνω το κεφάλι. Βλέπω ΕΛΤΑ. “Σημάδι στάνταρ” σκέφτομαι (δεν θέλω σχόλια, σημάδι ήταν!). Χωρίς πολλά πολλά μπαίνω, ζητάω 5 κι αρχίζω να τα ξύνω εκεί μπροστά στον κόσμο. Τουντέι ιζ μάι λάκι ντέι, μπίτσες!

Τα 5 ευρουλάκια τα έκανα 10! Κέρασα καφεδάκι τα παιδιά και δεν μας χάλασε καθόλου! Το κασέρι μου το πήρα απευθείας μετά το ξύσιμο. Από την εφορία ακόμα το περιμένω… έπικ φέιλ.

Η Χρύσα Λύκου και το Πάσχα στην Άνδρο

Πάσχα στην Άνδρο, σχεδόν καλοκαίρι, σχεδόν διακοπές, σίγουρα άφραγκη. Όχι μόνο εγώ. Πέντε καρακαηδόνες ξεχειλώναμε τις τσέπες μας μπας και σώσουμε οτιδήποτε αν σώζεται. Ποτά, παγωτά και ιδανικά μαγειρεμένα ψαράκια περνούσαν από μπροστά μας κουδουνίζοντας τα ελάχιστα ευρώ στις τσέπες. Τα ρίξαμε στο παγκάκι της πλατείας, μετρώντας ξανά και ξανά μην έχοντας ιδέα πώς θα τη βγάλουμε μια ολόκληρη μέρα μόλις με 12,80 ευρώ. Στο mini market τίποτα δεν πρόδιδε το άθλιο της στιγμής μας. Γάλα και δημητριακά και τα ρέστα παγωτό. Ή μάλλον όχι παγωτό. Τα ρέστα μας όλα χαλάλι, για να ξύσουμε με μανία εκείνα τα κομμάτια χαρτί που ακόμη και αν δεν σε πάνε ταμείο έχεις νιώσει την ηδονή. Όμως μας πήγανε ταμείο (!) και μας άκουσαν μέχρι την Τήνο. Δεν θυμάμαι πόσα πήραμε όμως ήταν αρκετά για να πιούμε στην υγειά του καλοκαιριού που φτάνει.

*Αν θες κι εσύ να νικήσεις την πιο απίθανη στιγμή, ψάξε στα πιο απίθανα μέρη: ΕΛΤΑ, mini market, βενζινάδικο, ψιλικατζίδικο, περίπτερο, ψάξε να βρεις λαχειοπώλη στην πλατεία, ή τέλος πάντων ντάξει, πήγαινε σε κάνα πρακτορείο ρε αδερφέ!