Επειδή πολύς λόγος έγινε, ξεκαθαρίζω εξ αρχής: αν υπήρχε κάποια σύνδεση αυτού του φιλμ με το “ερωτικό” παρελθόν (και παρόν) του Άλεν, εγώ δεν την είδα. Μονάχα κάνα δυο “αιχμηρές” ατάκες στο στόμα της Κέιτ Γουίνσλετ, που και πάλι δεν τις παρεξηγείς αν δεν ψάχνεις μύγα να σε μυγιάσει.

Η ζωή είναι σαν τη ρόδα του λούνα παρκ. Με τα πάνω της, και τα κάτω της, και με φωτάκια που άλλες φορές σε μαγεύουνε κι άλλες σου φέρνουν πονοκέφαλο. Κλισεδιά τεράστια αυτό που μόλις έγραψα, αλλά κι εξίσου μεγάλη αλήθεια (όλα τα κλισέ δεν είναι;). Στο κάτω κάτω, η φετινή ταινία του Γούντι Άλεν γυρίζει γύρω από ένα στόρι που το ‘χεις ξαναδεί – και ξαναδεί, και ξαναδεί -, κι ωστόσο (ίσως ακριβώς γι’ αυτό) είναι μια ταινία αληθινή ως το μεδούλι. Κι είναι ακόμα ένα πικ για τον σκηνοθέτη που, γυρίζοντας ακούραστα ένα φιλμ το χρόνο, μοιραία έχει χτίσει τη φιλμογραφία του σαν την ίδια τη ζωή: γεμάτη κορυφές και κοιλάδες, γεμάτη πάνω και κάτω, γεμάτη αριστουργήματα και… “λιγότερο αριστουργήματα”.

Με άλλα λόγια…

…στο κινηματογραφικό του λούνα παρκ, ο Γούντι ανέβηκε φέτος ξανά στα ψηλά της ρόδας!

Μετά από μια ελαφρώς ξεπερασμένη παράσταση ‘Μαγείας στο Σεληνόφως’, έναν “προβληματισμένο” ‘Παράλογο Άνθρωπο’ κι ένα ‘Cafe Society’ με χλιαρούς καφέδες, το φετινό ‘Wonder Wheel’ πιάνει ξανά τα πάνω ράφια. Πάει δηλαδή και βρίσκει μια θέση δίπλα στη ‘Θλιμμένη Τζάσμιν’, τα ‘Μεσάνυχτα στο Παρίσι’, το ‘Βίκυ, Κριστίνα, Μπαρτσελόνα’, το ‘Νευρικό Εραστή’ και φυσικά στο ‘Match Point’ και το ‘Manhattan’.


Κι όπως ακριβώς συνέβη με τη Τζάσμιν, έτσι κι εδώ η μεγάλη δύναμη του φιλμ είναι μια γυναίκα σε κρίση. Μόνο που η Τζίνι δεν πνίγεται για όσα είχε κι έχασε, αλλά για όσα δεν κατάφερε να έχει. Για τον άντρα που αγαπούσε και τον έδιωξε, για τον άντρα που την αγαπάει μα τον βαριέται (Τζιμ Μπελούσι), για το όνειρό της να γίνει ηθοποιός, που βουλιάζει κάθε μέρα στη δουλειά της σερβιτόρας. Κι ύστερα έρχεται ο νεαρός συγγραφέας, ο Μίκι (Τζάστιν Τίμπερλεϊκ), κι ο έρωτας ανάβει τη Τζίνι. Κι ύστερα έρχεται η νέα κι όμορφη θετή της κόρη, η Καρολίνα (Τζούνο Τεμπλ), κι η ζήλια καίει τη Τζίνι. Είναι μια άλλη, πιο θεατρική, πιο συναισθηματική, πιο “τραγική” Τζάσμιν. Κι είναι μια άλλη Κέιτ…

…η Κέιτ Γουίνσλετ, σ’ έναν απ’ τους καλύτερους ρόλους της μεγάλης καριέρας της!

Αν η Μπλάνσετ πήρε άξια το Όσκαρ το 2014, η Γουίνσλετ πρέπει να πάρει το φετινό και να της μείνει και κάβα για του χρόνου! Με τη διψασμένη, “καθημερινή”, κουρασμένη ομορφιά του ‘Little Children’, η Κέιτ βουτάει στην ψυχοσύνθεση ενός ρόλου βγαλμένου απ’ τις καλύτερες στιγμές του παγκόσμιου θεάτρου. Είναι η  Άννα Κρίστι κι η Κριστίν Μάνον του Ευγένιου Ο’Νηλ. Είναι η Φαίδρα που ζηλεύει τον Ιππόλυτο, κι η Μήδεια που εκδικείται τον Ιάσωνα. Όμως όλα τούτα μοιάζουν ελαφρώς μελοδραματικά, κάτω απ’ τα φωτάκια του πολύχρωμου Κόνι Άιλαντ των ’50ς.

 

Φυσικά το “μελόδραμα” εδώ δεν είναι αστοχία, αλλά επιτυχία για τον Άλεν. Αν εξαιρέσεις μερικές προσθήκες αυθεντικά γουντιαλενικές (μαφιόζοι, ατάκες, ένας πιτσιρικάς που κάθε τόσο ανάβει φωτιές μέσα στην πόλη), ο Γούντι διηγείται ένα κλασικό ερωτικό τρίγωνο, χωρίς να προσπαθεί με κανένα τρόπο να το ανανεώσει. Κάθε άλλο. Βάζοντας ως αφηγητή τον επίδοξο συγγραφέα – ναυαγοσώστη Μίκι, και οδηγώντας έξυπνα την ιστορία του σε έντεχνους μελοδραματισμούς, σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι: Aυτό που βλέπω είναι η αλήθεια, ή μια φανταστική ιστορία ενός κλισεδιάρη νεαρού συγγραφέα; (Άραγε πόσο απέχουν το ένα από τ’ άλλο;).

Κι όσο για τα φωτάκια του Κόνι Άιλαντ, ε, αυτά…

…έφεραν στο “φως” το θολωμένο μυαλό της ερωτευμένης γυναίκας. 

Σ’ ένα απ’ τα πιο έξυπνα, όμορφα τρικ της πρόσφατης κινηματογραφικής ιστορίας, ο Άλεν φωτίζει τη Τζίνι του μ’ ένα ψυχρό μπλε όταν η ζήλια ξυπνάει μέσα της. Κι όταν η ζήλια γίνεται οργή, το μπλε δίνει τη θέση του σ’ ένα φορτισμένο κόκκινο. Κι ενώ η απογοήτευσή της έχει χρώματα μουντά και άψυχα, λίγο μετά, το πάθος κι η ελπίδα της φωτίζουν και φωτίζονται στην οθόνη. Ή ίσως όλα αυτά να ‘ναι μονάχα στο μυαλό μας. Ίσως τα λαμπιόνια του λούνα παρκ να κάνουν απλώς τη βαρετή δουλειά τους. Ποιος ξέρει;

Το σίγουρο είναι πως στο Κόνι Άιλαντ του 1950, τα φώτα αναβοσβήνουν και τα μαγιό είναι πολύχρωμα. Και το Wonder Wheel γυρίζει συνεχώς, φέρνοντας τα πάνω κάτω, δραματικό σαν τη ζωή κι ανέμελο σαν έναν έρωτα το καλοκαίρι. Ή ίσως, ακριβώς το ανάποδο…