Δυο “Batman” του Μπάρτον, κι άλλα δυο του Νόλαν. Άμα βάλεις στο κόσκινο τις ταινίες της 2ης μεγαλύτερης “μαμάς” των κόμικ, αυτά παίρνεις όλα κι όλα. Τέσσερα φιλμ που δεν ήταν καν δικές της παραγωγές. Γιατί ρε DC;

Την ώρα που η Marvel βλέπει πια, ακόμη και τις μετριότητές της να γίνονται χρυσάφι (κυριολεκτικά και μεταφορικά), το αντίπαλον δέος συνεχίζει να ψάχνεται χωρίς φως στον ορίζοντα. Ακόμη κι όταν μαζεύει όλα τ’ αστέρια της, η DC αποτυγχάνει παταγωδώς. Σούπερμαν έφερε, Μπάτμαν έφερε, Γουόντερ Γούμαν έφερε, Φλας έφερε, Άκουαμαν έφερε… Τζίφος. Γιατί; Γιατί, όπως και στο μπάσκετ, έτσι και στο σινεμά, η ομάδα ξεκινάει πρώτα απ’ τον προπονητή. Και το δόγμα του “κόουτς” της DC είναι…

Ζακ Σνάιντερ: Παν μέτρον άχρηστον! 

Η αντεπίθεση άργησε 5 χρόνια και ποτέ δεν έγινε με τη συνέπεια και το πλάνο της Marvel. Στην πραγματικότητα η εταιρία βασίστηκε περισσότερο στην επιτυχία της αυτόνομης τριλογίας του Νόλαν, για να κυνηγήσει επιτέλους μερίδιο στο σινε-κοινό που ‘χαν μαζέψει γύρω απ’ τους υπερήρωες οι “Avengers” (χωριστά ο καθένας ακόμη, τότε). Kατά τα άλλα, ένα Α-Σ-Χ-Ο-Λ-Ι-Α-Σ-Τ-Ο “Green Lantern” οδήγησε στην κρίσιμη απόφαση: τα κλειδιά του μαγαζιού δόθηκαν στον σοβαρό (και φαινομενικά κατάλληλο για τη δουλειά) Ζακ Σνάιντερ (300).

 

Λοιπόν, το καλό με τον Σνάιντερ, είναι ότι του αρέσει το σκοτάδι. Και οι ήρωες της (ανέκαθεν σκοτεινής) Detective Comics, έχουν ανάγκη το σκοτάδι του. Το κακό με τον Σνάιντερ, είναι ότι του αρέσει πάρα πολύ η δράση. Φυσικά, μια ταινία με υπερήρωες επιβάλλεται να έχει δράση, μάχες και καλό CGI. Αλλά πρέπει κάπου κάπου ν’ “αναπνέει” κιόλας, να χαλαρώνει, να ξεκουράζεται. Κι εδώ έρχεται να μπει εμπόδιο το ΠΟΛΥ ΚΑΚΟ που συμβαίνει με τον Σνάιντερ: η πλήρης αμετροέπεια!

Ήθελε δράση; Πάρε 30 λεπτά μάχη στο “Man of Steel”! Ήθελε σκοτάδι; Πάρε στιλιζάρισμα σε βάρος της πλοκής στο “Dawn of Justice”, όπως παλιότερα στους “Watchmen”. Και τώρα; Στη “Λεγεώνα;” Δυστυχώς τώρα, μετά την αυτοκτονία της κόρης του, ο άνθρωπος ήθελε πια την ησυχία του.

Κι ο Γουίντον ήρθε να σώσει ο,τι σώζεται…

Πριν τελειώσουν τα γυρίσματα του “Justice League” λοιπόν, ο Σνάιντερ ανακοίνωσε πως αποχωρεί λόγω πένθους. Χαμούλης στην παραγωγή, πανικός, τελικά “σωτήρας” για το φιλόδοξο πρότζεκτ ο Τζος Γουίντον. Ο σκηνοθέτης των “Avengers” που ήδη συνυπέγραφε το σενάριο της φιλόδοξης “Λεγεώνας” ανέλαβε να τελειώσει τη δουλειά. Να σώσει ο,τι σώζεται. Μόνο που δυστυχώς, σ’ αυτό το φιλμ δεν είχε μείνει τίποτα να σώσει.

 

Φανερή η παρουσία του Γουίντον στο σενάριο, μ’ ένα “μαρβελικό” χιουμοράκι να σπάει το βαρύ πλαίσιο του Σνάιντερ. Ένα χιουμοράκι ωστόσο που λειτουργεί κάποιες φορές (κυρίως μέσω Φλας), ενώ άλλες προκαλεί αμηχανία και μοιραίες συγκρίσεις με τους… απέναντι!  Όπως και να ‘χει πάντως, καλό – κακό, είναι το μόνο που σου μένει από μια ταινία ανέμπνευστη, αδιάφορη, τελικά αφόρητα βαρετή.  

Πόσο κακός μπορεί να είναι ένας “κακός”;

Ο βασικός λόγος (αφορμή ή αιτία) που αναγκάζονται να “μαζευτούν” οι υπερήρωες εδώ, είναι ο υπέρτατος κακός. Ο Steppenwolf, που έρχεται να συγκεντρώσει τα τρία κουτιά της “δύναμης”, να γίνει “νέος Θεός” και να εξουσιάσει ο,τι εξουσιάζεται!

 

 

Κλασίκ σα Νεσκαφέ το κίνητρο, αλλά δεν είναι αυτό που πάει λάθος με τον χαρακτήρα. Απλώς, το ίδιο το σενάριο τον κάνει… κομπάρσο στη δική του ταινία. Η φιγούρα κι οι κουβέντες του είναι κλισέ σε επίπεδα ύπνου, κι ενώ υποτίθεται πως μιλάμε για τον “υπέρτατο κακό”, στην πραγματικότητα όλοι ασχολούνται με τον Σούπερμαν και κανείς μαζί του. Αλλά κι όταν (SPOILER ALERT ως το τέλος της παραγράφου!) o Σούπερμαν έρχεται να τον παλέψει, δυο “καλές” ρίχνει και πάει για κόντρες με τον Φλας, αφού αποδεικνύεται πως η Γουόντερ Γούμαν κι ο Άκουαμαν τον δέρνουν μια χαρά και μόνοι τους!

Κατά τα άλλα, σκέτη από φαντασία, σκέτη από ουσία, σκέτη από κάθε γιουβέτσι που οφείλει να ‘χει μια superhero movie, η πρώτη “Λεγεώνα” έχει σενάριο με τρύπες και πλάνα που σε κοιμίζουν με την άστοχη βαβούρα τους. Αν ψάχνεις θετικά, κράτα μόνο τον ατακαδόρο Φλας, την όμορφη Γκαλ Γκαντότ (την οποία οι σκηνοθέτες φροντίζουν να “επιδεικνύουν”  χωρίς κανένα τακτ), και την υπόσχεση του Μπεν Άφλεκ να μην ξαναντυθεί νυχτερίδας. Άντε και το τραγούδι της έναρξης. Και κράτα τα, μονάχα αν πρέπει, καλά και ντε, κάτι να κρατήσεις…

      

Υ.Γ: Ακόμη κι αν δεν πρόκειται ποτέ να διαβάσει το κείμενο, ολόψυχα συλλυπητήρια στον Ζακ Σνάιντερ. Μπροστά στο ζωντανό, αληθινό δράμα, κάθε δραματοποίηση ζωής ή φαντασίας δεν έχει καμία πραγματική σημασία.