Κουρεύομαι κάθε δύο μήνες και ΑΝ το θυμηθώ. Αν δεν το θυμηθώ, κάθε τρεις μήνες. Αν δεν το θυμηθώ ούτε τότε, θα μου το θυμίσουν τα νομίσματα των περαστικών ή οι επιδοκιμαστικές ματιές των μεταλλάδων.

Αλλά να σου πω κάτι; ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΕ ΤΡΕΙΣ ΜΗΝΕΣ.

Ο προφανής λόγος;

Βαριέμαι ελεεινά όλη τη διαδικασία.

Βαριέμαι το να βγεις απ’ το σπίτι σου και να φτάσεις ως στην πόρτα του κομμωτηρίου, μέχρι το να βγεις απ’ την πόρτα του κομμωτηρίου και να φτάσεις ως το σπίτι σου. Εκεί που συνήθως έχεις ξεχάσει να ζεστάνεις το νερό, και κάθεσαι και ξύνεις σαν το διάολο το κεφάλι σου που είναι γεμάτο με επιθετικές μικροσκοπικές τριχούλες.

Και που μέχρι να γίνει ο θερμοσίφουνας, ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ να ακουμπήσεις σε μαξιλάρι γιατί θα γεμίσει τριχούλες και επομένως ή θα κάθεσαι σε καρέκλα σαν τον μελλοθάνατο ή θα περιφέρεσαι όρθιος ή θα ξαπλώνεις σε μια άβολη στάση που το κεφάλι ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΝΑ ΑΓΓΙΞΕΙ ΤΟ ΣΕΝΤΟΝΙ (αλλά επιτρέπεται να γυρίσει ανάποδα και να σπάσει).

Ξέρω κόσμο που πήδηξε με αλεξίπτωτο, δεν άνοιξε και στο τέλος είπε: “πάλι καλά. Θυμάσαι τι περάσαμε μετά το κομμωτήριο; Υπάρχουν και χειρότερα”.

Και μπορεί τώρα να με ρωτήσεις (άδικα, αλλά μπορεί να το κάνεις): και γιατί ρε τσομπανόβλαχε πριν φύγεις απ’ το κομμωτήριο δεν κάθεσαι να σε λούσουν;

ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΒΑΡΙΕΜΑΙ ΚΙ ΑΥΤΟ.

Θέλω να φύγω απ’ το ναό της τρίχας, όσο πιο γρήγορα γίνεται. Να εξαφανιστώ, να τρέξω σαν τον άνεμο στους ανοιχτούς δρόμους της ελευθερίας, εκεί που τα πιστολάκια δεν έχουν καμία εξουσία πάνω μου.

Για να πάρουμε, λοιπόν, τα πράματα απ’ την αρχή.

Το μαρτύριο ξεκινάει με το που μπεις μέσα στο κουρείο. Αν δεν έχεις κλείσει ραντεβού, την πάτησες, θα περιμένεις τρεις ώρες μέχρι να πετύχει η περμανάντ κάποιας θείας. Αν όμως προνόησες και έκλεισες ραντεβού, τότε φίλε μου, είσαι απ’ τους τυχερούς. Το πολύ δύο ώρες και έφτασε η σειρά σου.

Στη συνέχεια, σε περιμένει η καρέκλα-παγίδα.

Θα μπορούσε να αυτοκτονεί κόσμος με αυτήν. Γιατί να χάνεις τον χρόνο σου περιμένοντας πότε θα περάσει το μετρό για να βουτήξεις; Πήγαινε σε έναν κομμωτή και απλά μην του πεις “σταμάτα” όσο θα σου σφίγγει την μπέρτα-θηλιά, που υποτίθεται ότι προστατεύει το δέρμα της πλατούλας σου από τις κομμένες διαβολότριχες που πέφτουν.

Πραγματικά ρε μπαρμπέρηδες, τι φάση είναι αυτή; Με βλέπεις ότι έχω γίνει σαν το Ζοτς όταν δεν του σφυράνε φάουλ 10 δευτερόλεπτα πριν τελειώσει το παιχνίδι και συνεχίζεις να με σφίγγεις; Πόσο χρήσιμος μπορεί να σου φανεί ένας νεκρός πελάτης, που ίσως αργότερα να ζητήσει μάλιστα και εκδίκηση; Γιατί θες να ξυπνήσεις σκοτεινές δυνάμεις που δεν κατανοείς;

Και μετά έρχεται η κρίσιμη ερώτηση, εκείνο το πανανθρώπινο ερώτημα που χιλιάδες σοφοί ανά τους αιώνες δεν κατάφεραν ποτέ να του δώσουν μία πειστική απάντηση:

“Πώς θες να τα κάνουμε”;

Να σου πω το νόημα της ζωής που το ‘χω πιο πρόχειρο;

-Ε, ξέρω γω… χμμμ… για να δω… ΟΠΩΣ ΤΑ ΚΑΝΩ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ 10 ΧΡΟΝΙΑ ΜΗΠΩΣ;;;

-Ε θύμισε μου λίγο, γιατί έχεις να ‘ρθεις και καιρό…

Εκεί εξηγείς σε όσο πιο απλά μπαρμπέρικα ελληνικά ξέρεις, πως θες να κουρευτείς, μέχρι που έρχεται το δεύτερο κρίσιμο ερώτημα:

-Στα πλαϊνά τι να βάλω; Μηχανή ή ψαλίδι;

-Εννοείται μηχανή.

-Τι σκάλα;

-Πού να ξέρω, βάλε μία που θα με κάνει να αργήσω να ξανάρθω, βάλε μία που να κουρεύει κοντά. Βάλε αυτή που είχες βάλει και την προηγούμενη φορά. Ήταν η 3; Ήταν η 5; Ήταν η 15; Δεν θυμάμαι.

ΒΑΛΕ ΤΗ ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΤΗ ΜΗΧΑΝΗ ΚΑΙ ΞΕΚΙΝΑ ΝΑ ΚΑΛΛΩΠΙΖΕΙΣ ΤΟ ΥΠΕΡΟΧΟ ΚΡΑΝΙΟ ΜΟΥ.

*φσιτ φσιτ.

Κατάλαβες τι ήταν αυτό, έτσι; Το ύπουλο ψέκασμα με νερό βγαλμένο απ’ τις πιο κρύες πηγές της Γκιώνας. Ειδικά αν δεν έχεις κάτσει να σε λούσουν προηγουμένως, θα στο εκτοξεύουν με τιμωρητική μανία όλο και πιο συχνά.

Τώρα, αν είσαι γύρω στα 30 είναι επίσης πολύ πιθανό η κομμώτρια να σου πει “χαριτωμένα”:

“Α, τι βλέπω έχουμε βγάλει και άσπρες τρίχες”;;;

Τι σκατά ρε αλάνια; Ποιος άλλος επαγγελματίας το κάνει αυτό; Πας για παράδειγμα στο γυράδικο, παραγγέλνεις τη σαβούρα σου και σου λέει ο τύπος εκεί “α, βλέπω την κάναμε την κοιλίτσα μας, ε; Έφτασε το ξύγκι μέχρι πατούσα… Ωραίος”.

ΜΗ ΜΟΥ ΛΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΣΠΡΕΣ ΤΡΙΧΕΣ ΜΟΧΘΗΡΗ ΚΟΜΜΩΤΡΙΑ. ΠΟΝΑΕΙ.

Αν δεν έχεις τρόπο να τις κάνεις να μη φαίνονται χωρίς να χρειαστεί να πέσει ξεφτιλέ κομοδινί μπογιά, δεν θέλω να μου πεις τίποτα. Και εσύ στο γυράδικο το ίδιο. Όταν οι επιστήμονες καταφέρουν να κάνουν τα μεταλλαγμένα σου γατιά να μη μας παχαίνουν, τότε θα μιλήσεις για μπάκες. Μέχρι τότε, τζαστ σαράπ, μάδα φάκα.

Ακόμη ένα λιθαράκι βαρεμάρας είναι η απαγγελία προϊόντων σαμπουάν και τζελ, τα οποία πρώτη φορά ακούς στη μίζερη ζωή σου (γιατί προφανώς είσαι ένας πρωτόγονος αυστραλοπίθηκος), αλλά αν τα πάρεις θα εξελιχθείς σε σύγχρονο ανθρώπινο ων.

Ειδικά αν της πεις ότι λούζεσαι με κάποιο κοινό σαμπουάν της πλέμπας, αυτά τα «όχι πια δάκρυα», θα αρχίσει να σου λέει για τα δικά της, που μπορεί βέβαια να στοιχίζουν 150 ευρώ η σταγόνα, αλλά κάνουν θαύματα. Πχ ένα απ’ τα φοβερά θαύματα είναι ότι κάνουν τα μαλλιά σου πιο απαλά.

Ειλικρινά. Δεν μπορώ να καταλάβω καν τι σημαίνει αυτό.

Αν λουστείς, τα μαλλιά σου δεν θα είναι πιο απαλά μετά, έτσι κι αλλιώς;;;

Υπάρχουν διαφορετικά λέβελ απαλοσύνης; Πχ με το “όχι πια δάκρυα” θα γίνουν απλώς απαλά, αλλά με το “GENxRT Hair Shampoo for real men” που δεν το ξέρει ούτε η μάνα του, θα γίνουν σαν το τρυφερό μαγουλάκι γνωστού αδικημένου εθνοσωτήρα;

Σαμπουάν είναι και τα δύο. Και μάλιστα, αυτό του εμπορίου το έχω δει και σε διαφημίσεις με αθλητές, που μετά το λούσιμο, τους μυρίζουν οι γκόμενες και τρελαίνονται.

ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΛΕΝΕ ΨΕΜΑΤΑ ΟΙ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ! ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ Η ΨΕΥΤΡΑ ΠΟΥ ΘΕΣ ΝΑ ΜΟΥ ΠΟΥΛΗΣΕΙΣ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ ΓΙΑ ΣΑΜΠΟΥΑΝ.

Αξίζει επίσης να αναφερθούμε στα δύο είδη κομμωτριών που υπάρχουν:

Στις ήσυχες κομμώτριες, αυτές δηλαδή που κάνουν τη δουλειά τους χωρίς να σου μιλάνε ιδιαίτερα ή να σηκώνουν το τηλέφωνο και να πιάνουν το κουβεντολόι όσο κρατάνε το φονικό ψαλίδι τους και μετά υπάρχουν και οι άλλες, οι λεγόμενες “φυσιολογικές”.

Οι “φυσιολογικές” είναι αυτές που κάνουν όλα τα προηγούμενα και οι οποίες χωρίζονται σε άπειρες υποπεριπτώσεις. Για παράδειγμα:

H κομμώτρια-μανούλα: Εντάξει, τι να πω. Μόνο ευτυχία που ο γιος σου είπε το πρώτο του “κα”, νιώθω μια ολοκλήρωση, να, πάρε το τηλέφωνό μου, για όταν πει και το δεύτερο. Και βράδυ να είναι, δεν με πειράζει. Για κάτι τέτοια ζω.

Η κομμώτρια-κουτσομπόλα: Δεν χρειάζεται εδώ παράδειγμα, μόνο υπομονή.

Η κομμώτρια-βλέπω ότι σαβούρα υπάρχει στην TV: Ετοιμάσου να ζητήσεις συγγνώμη που δεν ξέρεις ότι η Μενεγάκη έκανε ανφόλοου στο ίνσταγκραμ την Κατερίνα Καινούργιου. Και τύψεις. Πολλές τύψεις.

Όσα ανέφερα ισχύουν και για τους άντρες κομμωτές, η κατάσταση εδώ είναι unisex, παραδοσιακή και θα κρατήσει αιώνια. Εδώ δεν χωράνε οπαδικά.

Ξέρω ότι πολλές γυναίκες που διαβάζουν αυτή τη στιγμή κάποιον να λέει ότι μισεί το κούρεμα, δεν μπορούν να το καταλάβουν απόλυτα. ίσως να νιώσουν και μια μικρή απέχθεια. Γι’ αυτό παιδιά διαλέγουμε να λέμε κάτι άλλο όταν έρχεται η κουβέντα σ’ αυτό, κάτι πιο διπλωματικό ή ίσως και πιο ευαίσθητο.

Πχ, “στον καθρέφτη του κομμωτηρίου καθρεφτίζεται όλη η ασχήμια μου και καταλαβαίνω ότι δεν σου αξίζω” ή “είμαι συναισθηματικά δεμένος με κάθε τρίχα που έχεις αγγίξει. Με τι καρδιά να την κόψω”. Βρες και πες κάτι πάντως, αλλά ποτέ μην της πεις ότι το κούρεμα είναι ελεεινά ΒΑ-ΡΕ-ΤΟ (όπως και τα ψώνια. Κάθε είδους).

Καλές δουλειές, παιδιά. Μακάρι τα κομμωτήρια σας να σφύζουν πάντα από κόσμο.

ΥΓ. Γενικά είμαι βολικός άνθρωπος.