Ο Χόρχε Μπουκάι, ψυχοθεραπευτής της σχολής Γκεστάλτ, αποφάσισε να ασχοληθεί με τη συγγραφή, βλέποντας το όνομα και τις ιστορίες του να μεταφράζονται σε πάνω από 21 γλώσσες. Κατάφερε να εφεύρει έναν τρόπο, ώστε να επικοινωνήσει την επιστήμη του με έναν απλό και άμεσο τρόπο. Πολλοί είναι αυτοί που έχοντας διαβάσει βιβλία του, θεωρούν ότι κατέχουν γνώσεις ψυχολογίας, χωρίς αυτό φυσικά να υφίσταται.

Παρόλα αυτά, η λογοτεχνική του προσέγγιση αποτέλεσε διαβατήριο για τον μέσο αναγνώστη, να κατανοήσει κάποια συναισθήματα του βλέποντας τα με μια διαφορετική ματιά. Όχι ψυχολογική, αλλά ανθρώπινη.

“Η αλλαγή μπορεί να έρθει μόνο όταν έχουμε συναίσθηση της παρούσας κατάστασης”

Το “Ιστορίες να σκεφτείς”, είναι από τα πρώτα του βιβλία που έγιναν αμέσως αγαπητά στην Ελλάδα. Μιλά για τη σχέση και πως αυτή βοηθάει στην προσωπική μας εξέλιξη. Να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, να γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας. Η σχέση σύμφωνα με τον Μπουκάι, προσθέτει. Για αυτό αξίζει τον κόπο. Αξίζει να κοπιάσουμε για αυτήν, αξίζει το βάσανο που προκαλεί. Είναι ο πόνος που αξίζει γιατί όταν θα τα έχουμε ξεπεράσει όλα αυτά, δεν θα είμαστε πια οι ίδιοι. Θα έχουμε αναπτυχθεί, θα είμαστε πιο συνειδητοποιημένοι, θα αισθανόμαστε πιο ολοκληρωμένοι.

“Η χειρότερη από τις αντιλήψεις που έμαθαν και μετέφεραν οι γονείς στα παιδιά τους, είναι πως υποτίθεται ότι βρισκόμαστε στην αναζήτηση του άλλου μας μισού. Γιατί να μην προσπαθήσουμε να βρούμε κάποιον ολόκληρο αντί να συμβιβαστούμε με κάποιον μισό;

Για τον ψυχαναλυτή, η ζωή είναι ένα τεράστιο ρίσκο. Αυτό, που θα σε κάνει να πετάξεις. Αν δεν τον πάρεις, το καλύτερο πράγμα που μένει να κάνεις είναι να τα παρατήσεις και να συνεχίσεις απλά να περπατάς μέχρι το τέλος. Η ελευθερία του ανθρώπου συνίσταται στο να είναι ο άνθρωπος σε θέση να επιλέγει ανάμεσα σε ό,τι είναι δυνατόν για αυτόν και να είναι υπεύθυνος για την επιλογή του.

“Ο ελεύθερος άνθρωπος που γνωρίζει τον εαυτό του είναι γενναιόδωρος, αλληλέγγυος, ευγενικός και ικανοποιείται εξίσου όταν δίνει όπως και όταν παίρνει. Για αυτό, κάθε φορά που συναντάς ανθρώπους που κοιτάζουν μόνο την πάρτη τους, μην τους μισείς. Αρκετά προβλήματα έχουν με τον εαυτό τους”

Για τον συγγραφέα του βιβλίου, υπάρχουν τριών ειδών αλήθειες. Υπάρχουν οι αλήθειες-βουνά, για να μπορούμε να χτίζουμε τα σπίτια μας σε στέρεη βάση. Αλήθειες-ποτάμια, για να μπορούμε να ταξιδεύουμε πάνω τους ψάχνοντας νέους ορίζοντες. Αλήθειες-αστέρια, για να μας χρησιμεύουν ως οδηγοί, ακόμα και στις πιο σκοτεινές μας νύχτες.

“Ζούμε πιστεύοντας ότι δεν μπορούμε να κάνουμε ένα σωρό πράγματα, απλώς επειδή μια φορά, πριν από πολύ καιρό, όταν ήμασταν μικροί, προσπαθήσαμε και δεν τα καταφέραμε”

Είναι αλήθεια ότι κανείς δεν μπορεί να κάνει πάντα  αυτό που θέλει, αλλά ο καθένας μπορεί να μην κάνει ποτέ αυτό που δεν θέλει. Δεν είναι εύκολο να αποδεχθεί κάποιος αυτήν την ιδέα και να την κάνει σημείο αναφοράς του. Έτσι και αλλιώς, η πραγματικότητα δεν είναι όπως θα μας συνέφερε να είναι. Δεν είναι όπως θα έπρεπε να είναι, ούτε όπως μας είπαν ότι θα είναι. Η πραγματικότητα γύρω μας, είναι απλά όπως είναι.

Η αγαπημένη μου ιστορία από το βιβλίο αυτό, έχει να κάνει με τον μικρό Πάντσο. Όταν στο σπίτι του εξάχρονου ξέσπασε φωτιά, εκείνος ήταν μόνος με το μωρό αδερφό του. Ο Πάντσο πήδηξε από το κρεβάτι και συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να βγάλει τον αδερφό του από εκεί μέσα. Προσπάθησε να ανοίξει το παράθυρο που έβγαζε στο περβάζι, αλλά ήταν αδύνατο για τα μικρά του χέρια να λύσει την ασφάλεια. Όταν οι πυροσβέστες τελείωσαν με το σβήσιμο της φωτιάς, το θέμα συζήτησης όλων ήταν το ίδιο: “Πώς μπόρεσε τόσο μικρό παιδί να σπάσει με την κρεμάστρα το τζάμι και μετά τη σήτα; Πώς μπόρεσε να φορτώσει το μωρό στο σακίδιο και να περπατήσει στο περβάζι κουβαλώντας σημαντικό βάρος και να κατέβει από το δέντρο, σώζοντας τον αδερφό και τον εαυτό του”. Τότε, ο ηλικιωμένος πυροσβέστης, τους έδωσε την απάντηση:

 “Ο μικρός Πάντσο ήταν μόνος. Δεν είχε κανέναν να του πει ότι δεν θα μπορούσε”