Εμείς που θυμόμαστε τον κόσμο πριν τον φρέντο πρέπει να πούμε την αλήθεια. Και ας μας κοστίσει.

Εμείς που έχουμε ζήσει την μετάβαση από τον παλιό κόσμο στον νέο…

Εμείς που είδαμε τα τέρατα (φρεντοτσίνο, μοκατσίνο, μακιατολατοτσίνο) να ξεπετάγονται μέσα απ’ το ΧΑΟΣ που γεννήθηκε απ’ τον θάνατο του φραπέ… να αναβλύζουν μέσα απ’ το τελευταίο αγκομαχητό του φραπέ, καθώς ο φρέντο κάρφωνε το μικρό του μίζερο καλαμάκι στο άψυχο σώμα του, οφείλουμε να πούμε όσα είδαμε.

Υπάρχουν παιδιά που γεννήθηκαν μέσα στους εσπρέσο, υπάρχουν παιδιά που την κανέλα δεν την βλέπουν ως ένα αχρείαστο συμπληρωματικό του ρυζόγαλου, αλλά ως ένα αχρείαστο συμπληρωματικό του καπουτσίνο. Και αυτό πονάει.

Και όλα αυτά, επειδή όσοι ζήσαμε τα γεγονότα, εκεί στα τέλη του 20ου αιώνα, και τα ζήσαμε απ’ την πλευρά των ηττημένων, αποφασίσαμε να σιωπήσουμε.

Όμως κοίτα ξένε, κοίτα πώς στόματα καλά σφαλισμένα εδώ και αιώνες, ανοίγουν όπως το νυχτολούλουδο σαν ζεσταίνεται απ’ τη λάμψη του φεγγαριού.

Άκου ξένε, σε αντίθεση με όσα πιστεύουν οι περισσότεροι, η επικράτηση του φρέντο δεν ήταν αιματοβαμμένη.

Η παλιά θρησκεία άφησε τη θέση της στη νέα, χωρίς ναοί να καταστραφούν, χωρίς το σκοτάδι να σκεπάσει χιλιάδες άψυχα σώματα γενναίων πολεμιστών που άφησαν την τελευταία τους πνοή στο πεδίο της μάχης.

Το κάστρο έπεσε από μέσα.

Δεν φτιάχτηκαν καφετέριες που να σερβίρουν μόνο φρέντο απέναντι απ’ τις καφετέριες που σερβίρουν μόνο κανονικό καφέ, δηλαδή φραπέ και ελληνικό.

ΟΧΙ.

Η Πέμπτη Φάλαγγα πήρε μπρος. Οι ίδιοι -και το τονίζω αυτό ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ- οι ίδιοι οι μαγαζάτορες που ήταν πιστοί στον φραπέ, έφεραν τον φρέντο μέσα στους καταλόγους τους, πίσω απ’ το μπαρ τους και στο βάθος των κελαριών τους.

Σε χρόνο dt όλα είχαν αλλάξει. Ο φραπές θεωρήθηκε πασέ, ένα βλάχικο απομεινάρι της παλιάς Ελλάδας που έπρεπε να πεθάνει. Και τα κατάφεραν.

Δες τι συμβάινει σήμερα, ξένε.

Υπάρχει περίπτωση πια να βγεις πρώτο ραντεβού και να πάρεις φραπέ;

Υπάρχει περίπτωση να είσαι στη δουλειά, όλοι να παραγγέλνουν και ανάμεσα στους προδοτικούς καπουτσίνους, εσύ να φωνάξεις “ΠΑΡΕ ΚΑΙ ΜΕΝΑ ΕΝΑ ΦΡΑΠΕ ΜΕΤΡΙΟ”;

Όχι, δεν υπάρχει περίπτωση, εκτός κι αν δεν φοβάσαι να σου κολλήσουν τον χαρακτηρισμό “γραφικός”. (εγώ τον έχω χρόνια).

Θα ήθελα εδώ πολύ να βγάλω ένα αυθαίρετο συμπέρασμα, που συνηθίζεται στα χρόνια της κρίσης… Για το πώς η ψευτογκλαμουριά και η Ελλάδα της αφθονίας, της πασοκάρας και των Ολυμπιακών Αγώνων παράτησε την αναχρονιστική φράπα λόγω του ψευτοεκσυγχρονισμού και του ευρωπαϊκού εσπρέσο.

Πώς η μετάβαση απ’ τον φραπέ στον φρέντο είναι κομμάτι της εθνικής μας κατάπτωσης που μας έφερε εδώ που μας έφερε.

Αλλά δεν θα το κάνω, γιατί όπου διαβάζω τέτοιες γενικεύσεις, ξερνάω. Γιατί το έγραψα τότε; Για να φαίνεται το άρθρο μεγαλύτερο.

Λοιπόν, ακούστε φρεντάδες, για να τελειώνουμε. Ο πόλεμος τελείωσε πριν καν αρχίσει. Και νικήσατε.

Αλλά δεύτερη Βάρκιζα δεν έχει.

Θα ζούμε κάτω απ’ τις μύτες σας, θα κινούμαστε στις σκιές, θα συμμαχήσουμε με παλιούς εχθρούς, θα φιλιώσουμε ακόμα και μ’ αυτούς που πίνουν γαλλικό, θα γίνουν ΟΛΑ ΟΣΑ ΠΡΕΠΕΙ για να μας βρίσκετε πάντα στο δρόμο σας.

Μπροστά σας θα κουνάμε συγκαταβατικά το κεφάλι και θα στριφογυρίζουμε το φλούφλικο καλαμάκι του φρέντο, αλλά πίσω από τις κλειστές πόρτες του σπιτιού μας, την φράπα θα την πίνουμε στις κατσαρόλες.

Μέχρι ενός.

Μέχρι να επιστρέψουμε.

Μέχρι οι καφετέριες να ξαναμυρίσουν κανονικό καφέ.

ΥΓ. -Μα θα πιεις φραπέ τώρα με το κρύο έχει χιόνι έξω, δεν βλεπεις, ο φραπές είναι για το καλοκ… -ΝΑΙ”.