Σεπτέμβριος είναι η εποχή που τα μυρμήγκια κάνουν κωλοδάχτυλα στα τζιτζίκια και εσύ πρέπει να διαλέξεις:

Ή με τα μυρμήγκια ή με τα τζιτζίκια. Οι εποχές Καζαντζίδη-Μάτσα τελειώσανε, κύριοι.

ΤΕΛΕΙΩΣΑΝΕ.

Απ’ τη μία έχεις τον γλεντζέ, τη χαρά της ζωής, τον “ζήσε τη στιγμή και μη σε νοιάζει το αύριο”…

και απ’ την άλλη τον ελεεινό κακομοίρογλου, τον Μαχαιρίτσα των εντόμων, την αποθέωση της μιζέριας που όλη την ώρα κλαίγεται “ε, τι να κάνουμε, έτσι είναι η ζωή, το ψωμάκι μας να βγάζουμε, εμείς να ‘μαστε καλά μωρέ”…

Είναι ξεκάθαρο με ποιον είμαστε.

#fuckinTzitzikiaTeam και ξέρεις γιατί; Γιατί ο τζίτζικας ξέρει να ζει.

Έχει πάρει το βιολί του, έχει ανέβει στο δέντρο και σολάρει “it’s better to burn out, than to fade away”, αλλάζοντας ματιές με τις έκφυλες ακρίδες που τον λιμπίζονται.

Ο μικροσκοπικός αυτοκαταστροφικός ροκστάρ βλέπει το τέλος να έρχεται, κι αντί να κόψει λίγο, επιταχύνει και ίπταται προς τον θάνατο, τραγουδώντας μέρα-νύχτα της καρδιάς του τα μεράκια.

Και απ’ την άλλη έχεις τον εθελόδουλο μέρμηγκα, τον σιχαμένο νοικοκυραίο που περιμένει τον χειμώνα για να πει “ΣΑΣ ΤΑ ΛΕΓΑ ΕΓΩ, WINTER IS COMING, ΔΟΥΛΕΨΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΘΑΝΕΤΕ, ΔΟΥΛΕΨΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ ΠΛΟΥΣΙΟ ΤΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ”.

Αυτόν τον εκνευριστικό “σασταλεγάκια”, που δεν πα να καίγεται η μυρμηγκότρυπα του διπλανού, αυτός μόνο τον εαυτούλη του θα κοιτάξει.

Αυτό το ασπόνδυλο που μόνο να μαζεύει τα ψίχουλα που του πετάνε ξέρει, δεν ενοχλεί ποτέ κανέναν, θέλει μόνο την ησυχία του… Που τον λιώνεις με το πόδι σου και σου λέει και “ευχαριστώ”.

Τον κυρ Παντελή των εντόμων.

Δεν είναι τυχαίο που η μεγαλοαστική τάξη έχει αποθεώσει τον “εργατικό” μέρμηγκα και έχει απαξιώσει τον “ρέμπελο” και μη παραγωγικό τζίτζικα. Αυτό θέλει. Να σου πετάει ένα ξεροκόμματο και να ‘σαι κι ευχαριστημένος. Να δουλεύεις όλη μέρα, χωρίς αργίες, χωρίς άδειες και στο τέλος για επιβράβευση να σου κάνει ένα πατ πατ στην πλάτη και να σου ρίχνει στάχτη στις κεραίες που έχεις για μάτια.

Η καλοπέραση και ο σταρχιδισμός των τζιτζικιών είναι μία βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια του συστήματος. Γι’ αυτό πανηγυρίζουν με τον θάνατό τους. Δεν τους ενόχλησε ποτέ ο ήχος που κάνουν ντάλα μεσημέρι “τζι τζι τζι” και σπάνε μπάλες. Όχι… Τους ενόχλησε που απ’ το στόμα τους έβγαινε το περήφανο τραγούδι της ελευθερίας.

Ενώ το καημένο το μυρμηγκάκι, ε; Τι καλό που για ένα ολόκληρο καλοκαίρι δεν πήρε ούτε μία ημέρα άδεια; Τι καλό που με σαράντα βαθμούς κουβαλούσε τα ντονατσοψίχουλα που έπεφταν απ’ τα στόματα των πλουσίων στις παραλίες;

ΤΕΤΟΙΑ ΘΕΛΟΥΝ. ΑΣ ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΟ ΧΑΤΙΡΙ.

Ο αταξικός τζίτζικας, δεν ξεχωρίζει πλούσιους και φτωχούς. Τους πρήζει όλους το ίδιο.

Και αυτό χαλάει τα σχέδιά της μυρμηγκοσυμμαχίας.

RIP τζίτζικα, σ’ ευχαριστούμε για τις στιγμές, για τα μαθήματα ζωής, για τα άυπνα μεσημέρια γεμάτα βρισίδια και απελπισία.

Αλλά πιο πολύ σ’ ευχαριστούμε που μας θυμίζεις ότι η ζωή μας διαρκεί όσο ένα δευτερόλεπτο μπροστά στην αιωνιότητα. 

Έζησες γρήγορα, πέθανες νέος, μας έπρηξες τα ούμπαλα. Καλό ταξίδι.