“Είμαι ένα μπακούρι“. Αυτή είναι η φράση – συνειδητοποίηση του Σωκράτη Παπαχατζή γύρω από την οποία περιστρέφεται όλη η πλοκή του μυθιστορήματος που θα αποθεώσουμε σήμερα. Ο Σωκράτης Παπαχατζής είναι ο συγγραφέας του βιβλίου. Κυριολεκτικά. Ο ίδιος το “ομολόγησε” στην παρουσίαση παραλληλίζοντας την ερωτική του ζωή με αυτήν του ήρωα του. “Και πόσο ενδιαφέρουσα μπορεί να είναι η ερωτική ζωή ενός 25χρονου ρε φίλε;”, σαν να σε ακούω να ρωτάς. Όλα θα τα μάθεις…
Αρχικά πρέπει να ξέρεις ότι ο Ηλίας Γεροντόπουλος είναι ένας από εμάς. Βλέπει ταινίες μανιωδώς, γράφει στο Provocateur όσες του κινούν την περιέγεια και είναι γκομενιάρης και τα πάει σκατά με τις γυναίκες. Όχι δεν το λέω εγώ, εκείνος το αναφέρει στο βιβλίο του.
Οι εύθυμες κυράδες της ζωής μου (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “Λευκή Σελίδα“) είναι μια ωδή στον συνδυασμό αντρικής καφρίλας και αγνού πηγαίου αρσενικού ρομαντισμού. Ολοφάνερες οι επιρροές από τον μέγιστο Charles Bukowski, οι μικρές πινελιές Γουντιαλενικής πουτανιάς και το ωραίο απλό και καθημερινό χιούμορ. Η ιστορία έχει να κάνει με τα ερωτικά κατορθώματα (είτε θετικά είτε αρνητικά) του Σωκράτη Παπαχατζή όπως αυτά διαδραματίζονται καθόλη τη διάρκεια της ωρίμανσης του αφηγητή. Αυτό σημαίνει ότι θα διαβάσεις και για την Θάλεια από το νηπιαγωγείο αλλά και για τη Ρόζα των φοιτητικών χρόνων.
Τσέκαρε τον ίδιο να στα εξηγεί καλύτερα…
Το στυλ γραφής μοιάζει να μην είναι στυλ γράφης. Όχι δεν έγινα Παΐσιος στη θέση του Παΐσιου αλλά γίνεται εύκολα αντιληπτό στον αναγνώστη πως η ιστορία που διαβάζει θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μια προσωπική προφορική αφήγηση από τον ίδιο τον συγγραφέα. Ανάμεσα από τις ξεχωριστές αφηγήσεις παρεμβάλλονται στιγμές σε πραγματικό χρόνο (τύπου: “ρίχνω ένα κατούρημα και επιστρέφω“) κάτι που ξενίζει, αλλά σε κρατά στην τσίτα και μπαίνει στα συν.
Πηγαίο, ανθρώπινο, χωρίς λογοπαίγνια Σεφερλικού τύπου, με μπινελίκια μερικές φορές, το χιούμορ του Γεροντόπουλου είναι άκρως επιτυχημένο από την αρχή μέχρι το τέλος. Διαβάζοντας τις “Εύθυμες κυράδες της ζωής μου” πρέπει να αποδεχτείς πως δεν θα βρεις τις ιστορίες του Μπουκόφσκι, ούτε του Κέρουακ, ούτε οποιουδήποτε άλλου. Είναι οι περιπέτειες ενός τύπου σαν εσένα που απλά είχε την ιδέα και το ταλέντο να κάτσει να τις καταγράψει και μάλιστα να το κάνει πολύ καλά.
Μην νομίζετε, όμως, ότι θα λέμε καλά λόγια μόνο και μόνο επειδή είναι ένας από εμάς. Θα φάει και τα καρφάκια του, αλλιώς όλα αυτά που διαβάζεις θα ήταν απλά ένα ατέλειωτο γλύψιμο και μια τσάμπα (λεφτά δεν έχουμε πάρει σας το εγγυώμαι) διαφήμιση του βιβλίου.
Το αρνητικό στοιχείο λοιπόν είναι η επιμονή στον προφορικό λόγο. Σόρυ κύριε Γεροντόπουλε, αλλά αν έπρεπε να αλλάξω κάτι από τις… κυράδες, θα ήταν αυτό. Ενώ χάρη στο συγκεκριμένο στυλ ο συγγραφέας γίνεται αρεστός από την πρώτη στιγμή, το πρόβλημα είναι το μετά. Γιατί η σχέση που αναπτύσσει ο Σωκράτης Παπαχατζής με αυτόν που μαθαίνει την ιστορία του, πρέπει να πάει στο επόμενο λέβελ και να δείξει την προσωπική τεχνοτροπία του συγγραφέα. Και δυστυχώς αυτή δεν γίνεται απόλυτα αντιληπτή.
Ο συνολικός απολογισμός του βιβλίου είναι θετικότατος και προσωπικά θα το πρότεινα με μεγάλη ευκολία. Διαβάζεται… νεράκι!