Καθόμουνα αυτές τις μέρες και σκεφτόμουνα το πογκρόμ που έχει εξαπολύσει ο Τούντορ στον ΠΑΟΚ. Που έχει πάρει τόσα κεφάλια μέσα σε ένα μήνα όσα ο Ερρίκος ο όγδοος σε όλη του την αιματηρή καριέρα. Με τα θύματά του να παριστάνουν τις αθώες περιστερές και να αναρωτιούνται γιατί ρε παιδάκι μου τους έφαγε ο προπονητής, ενώ είχαν προσφέρει τόσα και τόσα στην ομάδα. Ιδίως αυτό το γατόνι ο Ρατς, που πριν βολευτεί στην Βαγιεκάνο έριχνε μαύρο δάκρυ για τον παραγκωνισμό του και την αγαπημένη του εθνική Ρουμανίας που θα στερείτο των υπηρεσιών του…

Είναι θέμα πειθαρχίας βεβαίως, πειθαρχίας και αποδυτηρίων. Τον έλεγχό τους τον έχασαν πέρυσι τόσο ο Άγγελος Αναστασιάδης όσο και ο Γιώργος Γεωργιάδης, με θλιβερά αποτελέσματα για τον ΠΑΟΚ. Η κατάσταση μάλιστα έγινε ιδιαιτέρως απελπιστική μετά από τα Χριστούγεννα, όταν κάτι παλιοσειρές τύπου Ρατς αποφάσισαν να κάνουν διαχείριση ιδρώτα και προσπαθειών και να μην επιβαρύνουν το μέλλον της ποδοσφαιρικής τους καριέρας. Υποθέτω επίσης ότι κάποια στιγμή το γύρισαν στο τσάμικο και όσον αφορά στις οδηγίες του προπονητή, εφαρμόζοντας δικά τους προγράμματα και δικές τους ευφυείς ιδέες. Γιατί άμα δεν ξέρει η παιχτούρα, ποιος ξέρει δηλαδή;

Επ’ αυτού έχω και ένα νόστιμο παράδειγμα από το σχετικώς πρόσφατο μπασκετικό παρελθόν. Πριν από δεκατόσα χρόνια, έφεραν οι Γιαννακόπουλοι στον Παναθηναϊκό ένα παιχτρόνι από Αμερική. Έναν ‘Ελληνα αθλητή για την ακρίβεια, που είχε πάει στο κολλέγιο και είχε γράψει ιστορία και επέστρεφε στη γενέθλια χώρα και στη γηραιά ήπειρο για να δρέψει δάφνες. Τι να κάνει κι ο Ομπράντοβιτς, να τους χαλάσει χατίρι; Αφού του τον φορέσανε τον παιχταρά, τον δέχθηκε στην ομάδα μια χαρά, no problem.

Ξεκινάει λοιπόν η προετοιμασία της ομάδας, ξεκινάνε οι προπονήσεις, μαζεύει τους παιχταράδες του ο Ζέλικο, αρχίζει να τους δείχνει τα συστήματα. Και την ώρα που προσπαθούσε να τους μάθει κάτι κλασικό από το πλούσιο οπλοστάσιό του, πετάγεται το παιχτρόνι το νεοφερμένο από το κολλέγιο και του λέει: «Κόουτς, εμείς στο Αμέρικα αυτό το σύστημα το κάναμε αλλιώς. Κάτσε να σου δείξω.» Και αρχίζει να παραθέτει λεπτομέρειες από τη σοφία της απέναντι ακτής του Ατλαντικού. Ο ένας παίκτης θα πάει εδώ, ο άλλος θα πάει εκεί κλπ. κλπ. Τον ακούει ο Ομπράντοβιτς, δεν μιλάει.

Περνάει η ώρα, δείχνει ένα άλλο σύστημα ο Ζέλικο, ξαναπετάγεται σαν την πορδούλα το παιχτρόνι, πάλι τα ίδια: «Κόουτς, εμείς στο Αμέρικα αυτό το σύστημα το κάναμε αλλιώς.» Τον ακούει ο Ομπράντοβιτς, δεν μιλάει. Την Τρίτη φορά όμως που επενέβη το παιχτρόνι, πάλι με το στυλάκι «κόουτς, Αμέρικα, αλλιώς», ο κόουτς το έστειλε για ντους. Και από εκείνη την ημέρα, το εγκατέστησε στην άκρη του πάγκου. Και το καλοκαίρι το παιχτρόνι πήρε το βαλιτσάκι του και πήγε αλλού να διδάξει μπάσκετ. Αποτέλεσμα; Ο Ομπράντοβιτς συνέχισε να σαρώνει τίτλους και κύπελλα και το παιχτρόνι σύρθηκε σε κάτι μικρομεσαίες ομάδες για κάτι χρονάκια και ύστερα απεσύρθη στις γνωστές αθλητικές καφετέριες για να λέει ιστορίες από τη ζωή του στο παρκέ. Και να διηγείται πως μια φορά κι έναν καιρό έβαλε τα γυαλιά στον μεγάλο, στον μέγιστο Ζέλικο Ομπράντοβιτς…