Έχουμε την αίσθηση ότι τα κουτούκια είναι μέρη που σιγά σιγά αρχίζουν να χάνονται στην Αθήνα. Τα παλιά κάπως ξεχνιούνται, καινούργια δεν εμφανίζονται γιατί όλοι στρέφονται στα μπαρ και το fine dining, αλλά στο τέλος της ημέρας, αυτό που ζητάς είναι πρωτίστως η ζεστασιά και το οικείο που έχουν τα κουτούκια. Εκεί ενώνεσαι με τις παρέες, εκεί θα βγάλεις τον νταλκά σου.

Κουτούκ στα τούρκικα σημαίνει, στην κυριολεξία, το ξύλο που καίγεται στη φωτιά, το κούτσουρο. Με το πέρασμα των χρόνων η λέξη συμβολίζει και τον καταυλισμό, την κατασκήνωση, το υπαίθριο στρατόπεδο, τέλος πάντων οτιδήποτε στήνεται γύρω από μια φωτιά. Στα ελληνικά, βέβαια, η λέξη «κουτούκι» έχει συνδεθεί με ζεστασιά. Όχι μόνο, όμως, αυτή που προσφέρει η φωτιά, αλλά ο ζεστός χώρος, το καλό κρασί και η αίσθηση παρέας.

Πολλά μαγαζιά, ειδικά στην Αθήνα, επιθυμούν να (αυτο)διαφημιστούν ως «κουτούκια». Είναι μια λέξη που ξυπνάει μια όμορφη αίσθηση, ότι δεν πας κάπου απλά για να φας και να πιεις, αλλά για να αισθανθείς μέρος ενός μεγαλύτερου συνόλου. Παρά τις πολλές επιλογές, πάντως, λίγα είναι τα μέρη στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας που μπορούν να χαρακτηριστούν «κουτούκια» με την αυθεντική έννοια του όρου. Παρουσιάζουμε μερικά από τα πιο αυθεντικά.

Τα 4 κουτούκια που αγαπάμε στην Αθήνα

Το κουτούκι του Αντώνη

Έχεις πράγματι την αίσθηση ότι ταξιδεύεις σε άλλες εποχές. Ο κλειστός χώρος έχει το παραδοσιακό μωσαϊκό και τα τεράστια ξύλινα βαρέλια, στα οποία ωριμάζει το κρασί της χρονιάς. Στην αυλή, η οποία είναι σκεπασμένη, αλλά εξωτερικός χώρος (επιτρέπεται το κάπνισμα, δηλαδή) ξεχωρίζει μια τεράστια συκιά με ασβεστωμένο κορμό. Τα τραπέζια παλιά και ξύλινα, οι τοίχοι ντυμένοι με υφαντά και παλιές φωτογραφίες. Όπως ήταν τα παλιά καλά κουτούκια της εποχής. Ο κυρ- Αντώνης λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1950, άρα το μαγαζί υπάρχει σχεδόν τρία τέταρτα του αιώνα.

Το κρασί είναι προφανώς ένα από τα σταθερά ατού του μαγαζιού. Σερβίρεται πάντα σε παραδοσιακό καρτούτσο, το παραδοσιακό μπακιρένιο κανατάκι που περιέχει ένα τέταρτο του κιλού. Αυτή ήταν και η δοσολογία των μερακλήδων παππούδων μας και προπάππων μας, που πήγαιναν κάθε βράδυ στην ταβέρνα για να ξεχάσουν τις έγνοιες της ημέρας. Οι μεζέδες είναι απλοί, αλλά υπάρχει ποικιλία και σε κρεατικά και σε θαλασσινά: Από μπιφτέκια και χωριάτικα λουκάνικα μέχρι καλαμαράκια και μπακαλιάρο με γνήσια σκορδαλιά.

Το Κουτούκι του Αντώνη, Αργυροκάστρου 26, Πειραιάς, τηλ. 210-4924338

Η ταβέρνα του Αξώτη

Από την πανέμορφη Απείρανθο της Νάξου ο παππούς Νίκος Βάσιλας, δημιούργησε την ταβέρνα στο Πολύγωνο, περισσότερο σαν οινοπωλείο. Σ’ αυτό μαζεύονταν παραδοσιακά οι οικοδόμοι, λίγο το μεσημεράκι για ένα ποτηράκι κρασί πριν γυρίσουν στο σπίτι για φαγητό και ξεκούραση, και νωρίς το βράδυ. Η ταβέρνα όχι μόνο διατηρήθηκε, αλλά πέρασε και στις επόμενες γενιές. Τα τελευταία χρόνια την λειτουργούν τα εγγόνια του Νίκου, τα οποία έκαναν ελάχιστες παρεμβάσεις στο χώρο και προσπάθησαν να διατηρήσουν την εικόνα όπως ακριβώς ήταν.

Τα παϊδάκια είναι το ονομαστό πιάτο της ταβέρνας, ψιλοκομμένα και σωστά ψημένα. Πατάτες τηγανητές καθαρισμένες και κομμένες στο χέρι, κάτι που δεν βρίσκεις εύκολα ακόμα και σε τέτοια μαγαζιά. Τα μπιφτέκια είναι, επίσης, διάσημα σε όλη την περιοχή, θεωρούνται (όχι άδικα) τα πιο αφράτα, μυστικό του καταστήματος έχον σχέση με το ψωμί που χρησιμοποιούν στο ζύμωμα.

Το πιο ενδιαφέρον, όμως, είναι η οικογενειακή αίσθηση. Ως συνοικιακή ταβέρνα έχει μόνιμους θαμώνες, οι ιδιοκτήτες επιδιώκουν την επαφή, και συμμετέχουν στο κέφι της βραδιάς όταν έχουν διάθεση, παίζοντας και τραγουδώντας. Θέλοντας και μη, πιάνεις κουβέντα με το διπλανό τραπέζι και τελικά όλη η ταβέρνα γίνεται ένα.

Η ταβέρνα του Αξώτη, Παπαρσένη 15, Πολύγωνο, τηλ. 210-6459130

Το υπόγειο του Μαραθωνίτη

Τα παλιά τα χρόνια η λέξη «κουτούκι» είχε συνδεθεί σχεδόν αποκλειστικά με υπόγειους χώρους. Λογικό, δεδομένου ότι και το κρασί για να ωριμάσει σωστά θέλει συγκεκριμένη θερμοκρασία. Το «Υπόγειο του Μαραθωνίτη» είναι ό,τι πιο κοντινό έχουμε στο μυαλό μας για κουτούκι. Το μαγαζί υπάρχει από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 και τα πρώτα χρόνια λειτουργούσε κυρίως ως χώρος ξεκούρασης των επαγγελματιών της περιοχής μετά τη δουλειά τους. Κι αυτό διότι ο ιδιοκτήτης, ο μπαρμπα-Φώτης, ήταν ο ίδιος οικοδόμος και μέχρι να «πιάσει» η επιχείρηση δεν αποχωριζόταν το κομπρεσέρ, οπότε η ταβέρνα έκλεινε νωρίς…

Σ’ αυτά τα πρώτα χρόνια οι πελάτες-θαμώνες έφερναν οι ίδιοι το κολατσιό τους, ψωμί, ελιές και τυρί, κι απλά κατανάλωναν το κρασί σε μεγάλες ποσότητες. Πλέον τα πράγματα έχουν εξελιχθεί, αφού η ταβέρνα προσφέρει εξαιρετικούς μεζέδες και μερικές από τις μεγαλύτερες σπαλομπριζόλες που μπορείς να γευτείς στο λεκανοπέδιο. Το σκηνικό έμεινε ίδιο κι απαράλλαχτο: Μωσαϊκό, καρέκλες καφενείου και τοίχοι διακοσμημένοι με παλιές φωτογραφίες και συσκευασίες από παντοπωλεία. Ασορτί πάει και η ζωντανή μουσική, με ρεμπέτικα και λαϊκά, για να φτιάξει το κέφι.

Το υπόγειο του Μαραθωνίτη, Υμηττού 253 & Βίνκελμαν 3, Μετς, τηλ. 210-7017404

Το κουτούκι του Γρίλλη

Όλα τριγύρω αλλάξανε, αλλά μια από τις πιο ονομαστές ταβέρνες στις νότιες παρυφές της Αθήνας έμεινε η ίδια. Δίπλα σχεδόν στο κουτούκι του Γρίλλη δημιουργήθηκε ο σταθμός του ηλεκτρικού «Ελευθέριος Βενιζέλος» στον Ταύρο, κατακευάστηκαν μεγάλες πολυκατοικίες. Ο παππούς Γρίλλης επέλεξε να κρατήσει ζωντανή την παράδοση, με τα ξύλινα τραπέζια και τα καρό τραπεζομάντηλα, καθώς και τις ειδικές ξύλινες κατασκευές για τα βαρέλια πάνω από τα τραπέζια. Το ίδιο επέλεξαν να κάνουν στο πέρασμα των χρόνων και τα μέλη της οικογένειάς τους, που ανέλαβαν μετά απ’ αυτόν.

Κεφτεδάκια και παϊδάκια βρίσκονται πολύ ψηλά στις προτιμήσεις των θαμώνων, για να συνοδέψουν το πάντα κεχριμπαρένιο βαρελίσιο κρασί. Στην παράδοση της ταβέρνας βρίσκεται και η ζωντανή μουσική, η οποία έχει ως βάση τα λαϊκά και ρεμπέτικα τραγούδια, αλλά ανάλογα με τα κέφια του κοινού εξερευνά και πιο μοντέρνα και έντεχνα μονοπάτια.

Το κουτούκι του Γρίλλη, Αναξαγόρα 7, Ταύρος, τηλ. 210-3468017

* Πηγή: Intronews.gr