Το Βερολίνο, ήταν μια λέξη στη λίστα με τα “μη ξεχάσω να επισκεφθώ, πριν τα κακαρώσω”, που περίμενε χρόνια να τη μαρκάρω με stabilo, να βγάλω εισιτήρια και να ξενερώσω τον πατέρα μου, μιας και οι Γερμανοί είναι πάντα οι κατακτητές. Έτσι και έγινε! Δύο μέρες μετά την επιστροφή σε αυτό που κάποιοι επιμένουν να ονομάζουν πατρίδα, χαράζοντας χάρτες και ζωγραφίζοντας υδρόγειους, είναι εκεί μουτζουρωμένο με φωσφοριζέ πράσινο, να το νοσταλγώ, από τώρα.

Στο αεροδρόμιο του Schoenefel έφτασα βράδυ. Στο δρόμο για το Lübben ήταν πήχτρα σκοτάδι. Μπορούσα σε όλη τη διαδρομή να διακρίνω κορμούς δέντρων, που μάλλον δεν είχαν συναντηθεί ακόμη με την Άνοιξη. Το πρωί, ήμουν σε μια σοφίτα σε ένα χωριό έξω από το Βερολίνο, παρέα με ακόμη 14.000 κατοίκους. Παντού γαλάζιος ουρανός και ένα δάσος που απολάμβανε τη γύμνια του, βυθίζοντας τις ρίζες του σε ποτάμια και λίμνες που κύκλωναν το χωριό. Μια ψυχεδελική ηρεμία, κονταροχτυπιόταν με τις κόρνες της Αθήνας που προσπαθούσα να ξεχάσω. Κάτι πρέπει να παίζει εν τω μεταξύ με τα ζυμάρια που πασπατεύουν περίτεχνα στο χωριό αυτό. Η μυρωδιά τους έβγαινε από το φούρνο και σε έβρισκε όπου και αν κρυβόσουν, μιας και το εισιτήριο είναι με επιστροφή και στην Ελλάδα είναι καλοκαίρι παρά κάτι. Krapfen με μαρμελάδα και ζαχαρίτσα!

Γέφυρες ενώνουν και ποτάμια χωρίζουν ένα χωριό, που ο χρόνος κυλά με ένα ρυθμό, που μπορείς να αντιληφθείς την ποιότητα του. Βάρκες σε γλιστράνε στα σπλάχνα του δάσους, καθώς τινάζεις τη ζάχαρη από τα χέρια σου, πάνω στον Γερμανό που ανοίγει την τρίτη μπύρα για πρωινό. Το μόνο που ταράζει την ηρεμία, εκτός από τους ποδηλάτες που περνάνε σφαίρα και δεν θα σε λυπηθούν αν βρεθείς στον ποδηλατόδρομο τους, είναι τα τραίνα. Μια πλατφόρμα, δεκάδες συρμοί. Άπαξ και χαζολογήσεις με κανέναν όμορφο γαλανομάτη, μπορεί από Βερολίνο να βρεθείς Πολωνία. Χωρίς τον γαλανομάτη!

Σε περίπου 40 λεπτά είσαι στο Βερολίνο, αφού έχεις διασχίσει πελώριες εκτάσεις πράσινου. Και αν νιώθεις στρεσαρισμένος πριν το πρώτο ραντεβού, ο έρωτας είναι κεραυνοβόλος. Σαν από πάντα να περίμενες να μπεις μέσα του και να το ανακαλύψεις. Αυτό είναι το Βερολίνο και σκαρφάλωσε στην πρώτη θέση της καρδιάς μου, με απίθανη ευκολία.

Καταρχήν νιώθεις όπως όταν η μάνα σου έχει σφουγγαρίσει και δεν πρέπει να πατήσεις. Τόσο καθαρά, τόσο αστραφτερά! Χιλιάδες άνθρωποι σε προσπερνούν κανείς όμως τόσο βιαστικά που να μην κοντοσταθεί να σε βοηθήσει, για όποια απορία έχεις. Μπορούν να σε συνοδεύσουν μέχρι τον προορισμό σου, με μόνο αντάλλαγμα το όνομα και από πού έρχεσαι. Η Ελλάδα, κέρδισε περισσότερα χαμόγελα από το Χρύσα και πες μου εσύ τι έχουν να χωρίσουν οι λαοί του κόσμου;

Στο Βερολίνο, ανά πάσα ώρα και στιγμή μπορείς να βρεθείς μπροστά σε ένα κομμάτι του τείχους του αίσχους. Μπροστά στην αδιανόητη ντροπή του να εμποδίζεις ανθρώπους, να βαδίζουν ελεύθεροι. Είναι το χθες που ζούμε σήμερα και το συζητάμε πολιτισμένα στα κανάλια, ενώ ο κόσμος πνίγεται και ανατινάζεται από τους ίδιους ακριβώς που έχτισαν τα χάλια αυτά. Όσες φορές βρέθηκα μπροστά σε κάποιο από αυτά τα κομμάτια που ξεκλήρισαν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, αντάμωσα με συνθήματα εκείνων που τον έσκαψαν με τα νύχια τους, τον γκρέμισαν με την πίστη σε ένα αύριο με περισσότερη αυτοδιάθεση του κορμιού και του μυαλού τους.

Το μνημείο του ολοκαυτώματος ήταν εκεί για να συνεχίσει το αιματοκύλισμα. Σαν πελώριοι τάφοι έκρυβαν τον ουρανό όταν περπατούσα ανάμεσα τους. Αν απενεργοποιούσα τη διαδικασία της αναπνοής, μπορούσα να ακούσω τις φωνές όσων ούρλιαζαν σε θαλάμους αερίων, να μυρίσω τη σάρκα όσων έγιναν μαύρος καπνός. 2.711 πέτρινοι πλίνθοι για 6.000.000 ανθρώπους! Και στέκεσαι και σου αρκεί, που έγινες έστω και για λίγο κομμάτι αυτού του τοπίου.

Ο ουρανός γίνεται μωβ, κίτρινος και μπλε, παίρνει μαζί τους ώρες, μέρες, χρόνια.Αφήνει τον πόλεμο και το ξεκλήρισμα, κλέβει τα μολύβια από την ιστορία, αφήνοντας της μόνο αίμα, για να γραφτεί ξανά και ξανά.

Η πύλη του Βρανδεμβούργου, λίγο πιο πέρα φωτίζεται και είναι απλά μαγική. Πίσω το κοινοβούλιο και οι απέραντοι δρόμοι λάμπουν, σε πνίγουν με μια ομορφιά που δεν χωράει στη βαλίτσα. Μπύρες και λουκάνικα, σε ξανακαλωσορίζουν στην πόλη που φιλοξενεί δεκάδες πολιτισμούς κρατώντας την προσωπικότητα της.

Γκράφιτι και μουσικοί του δρόμου ανταγωνίζονται τα συγκλονιστικά μουσεία, τα παλάτια, τις εκθέσεις και τα χίλια μύρια που μπορείς να δεις στο Βερολίνο. Sony Center για όσους γουστάρουν τα μεγάλα εντυπωσιακά εμπορικά, μικρά καφέ και παλιά βιβλιοπωλεία για εμάς, που κάπως τη βρίσκουμε με μέρη με τους όχι τόσο καλοντυμένους. Ξέρεις ποιό είναι το καταπληκτικό στο Βερολίνο; Ότι εκεί που μπορούσα να φτάσω εγώ, μπορούσε να φτάσει και ένας άνθρωπος με κινητικά προβλήματα. Ελλάδα γίνανε και αυτοί…

Ήταν και αυτά τα παζάρια, που ξεφύτρωναν δίπλα σε πελώρια πάρκα που αφού κουραστείς να τα γυρνάς αδειάζοντας τις στέπες σου, μπορείς να ξάπλωσεις ανάσκελα στον ήλιο, αφώνοντας το παγωτό να λιώσει στη μύτη σου και αν είσαι τυχερός κάποιος να προσφερθεί να στο γλύψει.

Να σας πω και για το ενυδρείο, που για κάποιο λόγο ένιωσα ότι δεν μπορώ να μην πάω. Δεν έδωσα ευρώ τσακιστό για τον μεγαλύτερο ζωολογικό κήπο της Ευρώπης που ήταν ακριβώς δίπλα. Ήμουν από πάντα αντίθετη με αυτού του είδος τη διασκέδαση. Φυσικά το ενυδρείο είναι ακριβώς το ίδιο και το κατάλαβα μια και καλή, βλέποντας τους καρχαρίες μέσα στη γυάλα. Ήταν μισή ώρα ασταμάτητης γοητείας για το τι κυκλοφορεί κάτω από το νερό, ενώ εμείς καμαρώνουμε για το έξω από αυτό. Έμεινε η θλίψη παρόλα αυτά…

Το ερωτεύτηκα το Βερολίνο και τώρα παίζει θέμα! Έχω ετοιμάσει ήδη λίστα, για τα πολλά που δεν είδα και θα δω, στο δεύτερο ραντεβού μας…