Δεν ξέρω κούκλες εσείς τι κάνετε, αλλά  το «πονηρόν» δεν χωράει στην ατζέντα. Γιατί; Καταρχήν, όταν δεν έχεις τον άντρα σπίτι, γιατί μπορεί να είσαι χωρισμένη, φιλελεύθερη, κλειστοφοβικιά, αποψούχα που πιστεύεις ότι η συμβίωση σκοτώνει το πάθος, κρασαρισμένη από τον τελευταίο μ@@@@ που τον βρήκες καβάλα με την καλύτερή σου φίλη και επιχειρείς να ζήσεις στην Ελλάδα του 2014, όπου πρέπει να κάνεις 4 δουλειές, με τις δύο να είναι χορηγία στις άλλες δύο, τότε ή θα βολευτείς μόνη σου ή θα το ξεχάσεις εντελώς.

Να μιλήσω για μένα, για να μην μπερδευόμαστε με τυχαία παραδείγματα. Ξυπνάω κάνω τα απολύτως βασικά (πλένω δόντια, φτιάχνω καφέ, ταΐζω σκυλόγατα). Ανοίγω υπολογιστή, τηλεόραση και ραδιόφωνο ταυτόχρονα. Διαβάζω ηλεκτρονικά μηνύματα, σεριάζω δυο, τρία κείμενα από το Provocateur, γράφω μια καλημέρα στο φατσοβιβλίο, ντύνομαι, απαντάω σε τέσσερις ανεπιθύμητες κλήσεις (σιγά μην με θυμούνται για καλό το πρωί), κάνω μια γρήγορη γυμναστική 40 λεπτών, πλένομαι κανονικά και αρχίζω να γράφω πιθανά θέματα προτάσεις  που θέλει η Τσόλκα για την σύσκεψη την απογευματινή.

Στις 12 το μεσημέρι είμαι στο Μαρούσι (εκεί βρίσκονται τα γραφεία του site μας).  Φεύγω στις 9 με 10 το βράδυ. Φτάνω σπίτι. Πιάνω να φάω παξιμάδι λαδιού με τυρί, άντε το πολύ και ένα γιαούρτι, τρώγεται εύκολα και δεν θέλει ψήσιμο. Φυσικά, πρέπει να γράψω κείμενο για εφημερίδα, γύρω στις 1200 λέξεις, το περιμένει ο Τάσος στα Παραπολιτικά, το αργότερο μέχρι το πρωί της Τετάρτης. Μιλάω με τον Θέμη Μάλλη, έχω μια εκπομπή μαζί του τέσσερις ώρες κάθε Σαββατοκύριακο στα Παραπολιτικά 90,1 (το “Νανάθεμα την ώρα”).

Χτυπάει το κουδούνι η «πάνω» μου. Θέλει να μου ζητήσει την άδεια για να πάρει ένα μίνι ψυγείο που έχω στην αποθήκη για την ανηψιά της. «Σε χάσαμε», μου λέει. «Μήπως με βρίσκω εγώ»; Απαντάω… Έχει φτάσει η ώρα 11 και μισή. Κάθομαι να ξαναγράψω στον υπολογιστή κείμενα. Τι κείμενα; Τα «πάντα όλα». Δεν έχω καταπιαστεί ακόμη με τον Πάπα και τον εξάπλωση του Έμπολα. Γύρω στις 12 και 30 και πάνω στον «οίστρο» χτυπάει το κινητό μου. Είναι ο Θεοδωρόπουλος που την Τσόλκα ήθελε να πάρει, αλλά του προέκυψα εγώ. Ξεκινάμε μια ανασκόπηση που κρατάει μισή ώρα. Κατά τις δύο κοιμάμαι.

Το σαββατοκύριακο ο τρόπος ζωής δεν αλλάζει. Συνεχίζει ίδιος απλώς αλλάζει η διαδρομή. Αντί ν΄ ανέβω Μαρούσι κατεβαίνω Πειραιά. Με τον Θέμη Μάλλη λανσαριζόμαστε ως παραπολιτικό ζευγάρι. Φτάνω σπίτι μου στις δέκα και μισή, γιατί φυσικά όλοι όσοι είναι να Σαββατογ@%ήσουν, βγαίνουν Σάββατο και οι δρόμοι είναι “πίτα”.

Κάποιες στιγμές σκέφτομαι ότι το ράσο θα κάνει ωραίο κοντράστ με τα μάτια, αλλά επειδή η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία σκέφτηκα μπας και «παίξει» κάτι στο γραφείο. Δράμα! Καταρχάς κάθομαι απέναντι από την Τσόλκα, που την βλέπω με το γυαλί το κόκκινο σε κοντινό πλάνο στο μισό μέτρο. Δίπλα στην Τσόλκα, η Φανή, μικρό κοριτσάκι σαν αερικό, σπουδαία δημοσιογράφος, τελειώσαμε. Δεξιά της Τσόλκα ο Τάσος Θεωδορόπουλος. Δηλώνει ερωτευμένος μαζί μου, αλλά έχουμε ολοκληρώσει πλατωνικά πριν 17 χρόνια. Παραδίπλα ο Ντίνος, μμμ… Ολυμπιακός είναι που σημαίνει ταιριάζουμε. Το μόνο που “παίζει” είναι να μιλήσουμε λίγο για τον Μίτσελ.  Πίσω μου ένας γλυκύτατος άνθρωπος ο Παύλος, ο οποίος είναι τόσο ακίνητος μπροστά στον υπολογιστή του που νομίζω ότι επιχειρεί να τον υπνωτίσει. Ο Χρήστος πάλι που είναι πίσω από τον υπολογιστή μου και απέναντι στα μάτια μου, νομίζω ότι τον γνωρίζω μόνο από τα φρύδια και πάνω, καθώς τον «μασκάρει» ο υπολογιστής. Ούτε έχω, ούτε έχει εντύπωση για μένα. Ο Παναγιώτης πάλι, που η Αλεξάνδρα μου τον έχει «λανσάρει» ως «ανάρπαστο», α-πο-κλει-ε-ται! Δεν αντέχω να περιμένω σε “ουρά” ούτε για να σερβιριστώ σε μοδάτο κάλεσμα. Ξέρει τα πάντα όλα γύρω από τους υπολογιστές και εγω κομπλεξικιά δεν θέλω να νοιώσω.

Με τα λίγα και τα πολλά αποκλείονται όλοι οι συνεργάτες-συνάδελφοι. Τον περιπτερά στου Παπάγου τον ξέρω πάνω από δέκα χρόνια και τον υπολήπτομαι. Τον «αποπάνω» μου στο σπίτι τον νοιώθω αδελφό. Στον ίδιο δρόμο με μένα, ελεύθερος, είναι ένας στρατηγός που καλοκρατιέται αλλά έχει κλείσει τα 100.  Και μέσα σε όλα τα χαρμόσυνα που μας συμβαίνουν, μαθαίνω ότι και ο Ερμής είναι ανάδρομος. Μωρό μου ανάδρομος μπορεί να είναι αλλά αν σε θέλει, ο δρόμος της καρδιάς είναι μονόδρομος και εγώ βρίσκομαι με τα φώτα σβηστά εκτός πορείας.

Στο φανάρι πάντως σήμερα, ήρθε ένας και μου έδωσε ένα διαφημιστικό για έναν διάμεσο, τον δάσκαλο Gazata, ο οποίος μπορεί να λύσει από προβλήματα κάλων, μαγείας, βασκανίας, ΕΝΦΙΑ, ραγάδων και χαλάρωσης. Έχει και κινητό. Κλείνω για να τον πάρω.