Η επιδημία αιμορραγικού πυρετού από τον ιό Ebola στη Δυτική Αφρική συνεχίζει να εξελίσσεται με αυξητική τάση, και σίγουρα καταγράφεται ως η μεγαλύτερη επιδημία του ιού από την εποχή που εμφανίσθηκε για πρώτη φορά το 1976.

Σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τον ιό έχουν τεθεί όλοι οι Διεθνείς Οργανισμοί Δημόσιας Υγείας. Η ανακοίνωση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) στις 8 Αυγούστου αναφέρει ότι «κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την δημόσια υγεία παγκοσμίως αποτελεί η επιδημία Ebola στη Δυτική Αφρική». Η έκτακτη σύσκεψη στην έδρα του Οργανισμού στην Ελβετία, κάνει έκκληση για διεθνή αλληλεγγύη εν όψει του παγκόσμιου κινδύνου από τον ιό.

Τα δεδομένα που υπάρχουν δείχνουν ότι η πρόσφατη επιδημία ξεκίνησε από τον περασμένο Δεκέμβριο, στην ανατολική επαρχία Guéckédou της Γουινέας όταν ένα παιδί ηλικίας 2 ετών εμφάνισε τα συμπτώματα της λοίμωξης από τον ιό, δηλαδή υψηλό πυρετό, έντονη καταβολή, διάρροιες και αιμορραγικές εκδηλώσεις. Ακολούθησαν κρούσματα της νόσου στο οικογενειακό περιβάλλον του παιδιού και στη συνέχεια ο ιός εξαπλώθηκε σταδιακά από εργαζόμενο στο νοσοκομείο της περιοχής σε άλλες 3 επαρχίες της χώρας το Μάρτιο 2014.

Στη φάση αυτή γίνεται και η πρώτη ανακοίνωση από τον ΠΟΥ για την ύπαρξη επιδημίας από τον ιό Ebola στη Γουινέα. Βέβαια θεωρείται βέβαιο ότι ο ιός κυκλοφορούσε στα ζώα αρκετούς μήνες πριν την εμφάνιση συρροής κρουσμάτων στην κοινότητα και τα νοσοκομεία της χώρας, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα πολλές, διαφορετικές εστίες και αλυσίδες μετάδοσης του ιού. Στη συνέχεια ο ιός εξαπλώθηκε στις γειτονικές χώρες Σιέρρα Λεόνε και Λιβερία, αλλά και στην πιο απομακρυσμένη χώρα, τη Νιγηρία.

Τα επίσημα μόνο στοιχεία από τα Υπουργεία Υγείας των αντίστοιχων χωρών, μέχρι τέλος Αυγούστου, ανεβάζουν τον αριθμό κρουσμάτων σε περισσότερα από 2.600 (πιθανά και επιβεβαιωμένα εργαστηριακά) και τους θανάτους από τον ιό σε 1.427. Η συγκεκριμένη επιδημία, όπως έδειξε ανάλυση του γενετικού υλικού του ιού και συσχέτισή του με στελέχη προηγούμενων επιδημιών, οφείλεται σε στέλεχος ιού Ebola που ανήκει στον τύπο Ebola Zaire, τον πιο μολυσματικό τύπο του ιού με υψηλό δείκτη θνητότητας. Στην παρούσα επιδημία η θνητότητα όπως υπολογίζεται από τα μέχρι τώρα δεδομένα πλησιάζει το 50%.

Δεξαμενή του ιού στη φύση, αν και δεν είναι γνωστή για όλους τους τύπους του ιού, θεωρείται ότι είναι η καρποφάγος νυχτερίδα. Στα τροπικά δάση οι νυχτερίδες μεταφέρουν τον ιό έμμεσα ή άμεσα στους χιμπατζήδες, τους πιθήκους, τους γορίλλες, όπου η λοίμωξη από τον ιό είναι συχνά σοβαρή και θανατηφόρα. Η μετάδοση του ιού στους ανθρώπους μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω της επαφής ή/και βρώσης μολυσμένων, άρρωστων χιμπατζήδων και πιθήκων. Επίσης, η λοίμωξη έχει εντοπιστεί και σε αντιλόπες οι οποίες συχνά αποτελούν έδεσμα των Αφρικανικών φυλών. Στη συνέχεια εξαπλώνεται από το ένα άτομο στο άλλο είτε από την άμεση επαφή με μολυσμένο αίμα, σωματικά υγρά ή όργανα, είτε έμμεσα μέσω της επαφής με μολυσμένα από σωματικά υγρά αντικείμενα στο περιβάλλον. Ακόμη και οι κηδείες των θυμάτων του ιού μπορεί να είναι επικίνδυνες, αν οι πενθούντες έχουν άμεση επαφή με το σώμα του νεκρού (πλύσιμο σώματος νεκρού). Οι εργαζόμενοι στους χώρους υγειονομικής περίθαλψης μπορεί επίσης να μολυνθούν όταν δεν τηρούνται οι απαραίτητες προφυλάξεις για την αποφυγή της μόλυνσης από τον ιό. Ειδική θεραπεία δεν υπάρχει και οι ασθενείς αντιμετωπίζονται υποστηρικτικά με χορήγηση υγρών και ηλεκτρολυτών. Επίσης δεν υπάρχουν εμβόλια, αν και ορισμένα δοκιμάζονται, όπως και φάρμακα που ήδη έχουν χορηγηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις με αποτελέσματα άλλοτε ενθαρρυντικά και άλλοτε αμφιλεγόμενα.

Στην παρούσα επιδημία η μετάδοση στις περισσότερες περιπτώσεις έγινε από άνθρωπο σε άνθρωπο. Είναι σημαντικό ότι μεταξύ των ανθρώπων που έχουν νοσήσει μέχρι σήμερα καταγράφονται και σχεδόν 240 γιατροί και νοσηλευτές, οι μισοί από τους οποίους έχουν ήδη αποβιώσει. Μάλιστα μεταξύ αυτών ήταν επιστήμονες με ιδιαίτερη ιατρική δράση και ανθρωπιστική προσφορά στις χώρες αυτές και κυρίως στη Σιέρρα Λεόνε και τη Λιβερία. Η απώλεια των συγκεκριμένων ανθρώπων έχει αφήσει δυσαναπλήρωτο κενό λόγω, τόσο της εμπειρίας τους, όσο και της αφοσίωσής τους στο ιατρικό λειτούργημα, γεγονός που τους είχε αναγάγει σε «εθνικούς ήρωες». Η έλλειψη προστατευτικού εξοπλισμού ή η μη σωστή χρήση του, αλλά κυρίως οι πάρα πολλές ώρες εργασίες, σε απομακρυσμένα σημεία και σε χώρους με υποτυπώδη μέσα, θεωρούνται ότι συνέβαλαν στο μεγάλο αριθμό μολύνσεων στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό.

Στις προηγούμενες επιδημίες Ebola, η αναγνώριση του ιού γινόταν όταν αυτός μεταδιδόταν σε άτομο του νοσηλευτικού προσωπικού και με τη λήψη των κατάλληλων μέτρων προστασίας, η μετάδοση στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό περιοριζότανε δραστικά. Παράλληλα, όλες οι τελευταίες επιδημίες Ebola συνέβησαν σε απομακρυσμένες περιοχές ή σε χώρες της Αφρικής με προηγούμενη εμπειρία από τον ιό, όπου ήταν εύκολο να βρεθεί η αλυσίδα μετάδοσης και να ελεγχθεί η μετάδοσή του. Η παρούσα επιδημία όμως έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά: ο ιός έφτασε όχι μόνο σε απομακρυσμένες, αγροτικές περιοχές, αλλά και σε πυκνοκατοικημένες πόλεις, αυξάνοντας την πιθανότητα επαφής του ιατρικού προσωπικού με αδιάγνωστα περιστατικά. Οι γιατροί αλλά και ο ευρύτερος πληθυσμός δεν είχαν εμπειρία από τη νόσο που προκαλεί ο ιός του Ebola, που πολλές φορές μιμείται νοσήματα με μεγάλη συχνότητα στις συγκεκριμένες περιοχές, όπως είναι η ελονοσία, ο τυφοειδής πυρετός και ο πυρετός Lassa. Οι ασθενείς συχνά χρειάζονταν άμεση περίθαλψη και το νοσηλευτικό προσωπικό, ανυποψίαστο για τον ιό Ebola, δεν θεωρούσε ότι έπρεπε να πάρει ιδιαίτερα μέτρα προφύλαξης. Σε πολλές περιπτώσεις, το μόνο που ενδιέφερε ήταν η άμεση φροντίδα και η ανακούφιση του ασθενή. Εξάλλου η προστατευτική στολή είναι ιδιαίτερα ζεστή για τα τροπικά κλίματα των χωρών αυτών, ενώ συχνά οι ώρες εργασίας και οι εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες οδήγησαν πολλές φορές σε λάθους χειρισμούς. Εκτιμάται ότι στις 3 χώρες που έχουν πληγεί βαρύτερα από τον ιό, 1-2 γιατροί αντιστοιχούν σε 100.000 πληθυσμό, και αυτοί οι λίγοι γιατροί βρίσκονται κυρίως σε αστικές περιοχές, μακριά από αγροτικές περιοχές που έχουν προσβληθεί από τον ιό.

Εκτός της έλλειψης υγειονομικού προσωπικού, η επιδημία ειδικά στη Λιβερία και στη Σιέρρα Λεόνε πήρε μεγάλες διαστάσεις γιατί υποεκτιμήθηκε. Η άγνοια αλλά και οι προκαταλήψεις, είχαν ως αποτέλεσμα πολλές οικογένειες να κρατούν τους αγαπημένους τους στο σπίτι, πιστεύοντας ότι έτσι θα έχουν καλύτερη έκβαση. Επιπρόσθετα υπήρξαν δύσβατες και απομακρυσμένες περιοχές, όπου, είτε λόγω της κοινωνικής άρνησης από το φόβο του στιγματισμού, είτε λόγω έλλειψης προσωπικού και μεταφορικών μέσων, απετέλεσαν εστίες διασποράς στην τοπική κοινότητα, αλλά και «σκοτεινές» περιοχές αναφορικά με τον ακριβή αριθμό κρουσμάτων της νόσου.

Η επέκταση όμως της επιδημίας του Ebola είχε και άλλες συνέπειες για τις χώρες της Δυτικής Αφρικής. Η έλλειψη ιατρικού προσωπικού οδηγεί σε κλείσιμο τμημάτων (π.χ. μαιευτικών) ή και ολόκληρων νοσοκομείων, με συνέπειες ολέθριες για το σύστημα υγείας των συγκεκριμένων χωρών. Το γεγονός ότι τόσοι πολλοί γιατροί και νοσηλευτές έχουν νοσήσει οδηγεί σε γενικότερο άγχος τον πληθυσμό και ενδόμυχα τίθεται το ερώτημα: “αφού αρρωσταίνουν οι γιατροί, ποια η τύχη του απλού κόσμου; ” Το νοσοκομείο αντιμετωπίζεται ως μέρος που μεταδίδει τον ιό και επομένως οι πολίτες σε πολλές περιπτώσεις αποφεύγουν να ζητήσουν ιατρική φροντίδα, με δυσμενέστερες επιπτώσεις για την έκβαση της νόσου.

Το επείγον της κατάστασης ώθησε τον ΠΟΥ να δώσει άδεια χορήγησης του αντιικού φαρμάκου ZMapp, που βρίσκεται ακόμη σε πειραματικό στάδιο δοκιμής σε χιμπαζήδες. Το φάρμακο χορηγήθηκε σε δύο γιατρούς, από τους οποίους ο ένα απεβίωσε, και σε μία νοσοκόμα από τη Λιβερία. Το ίδιο φάρμακο χορηγήθηκε επίσης σε δύο Αμερικανούς που είχαν προσβληθεί από τον ιό και όλες οι ενδείξεις δείχνουν ότι ωφελήθηκαν από τη χορήγησή του. Το φάρμακο επίσης χορηγήθηκε και σε έναν Ισπανό ιερέα ο οποίος κατέληξε στις 12 Αυγούστου. Όλοι είχαν προσβληθεί από τον ιό στη Λιβερία. Οι πολύ μικρές διαθέσιμες ποσότητες του ZMapp έχουν πλέον εξαντληθεί, σύμφωνα με την φαρμακευτική εταιρεία που το παράγει στην Καλιφόρνια. Το γεγονός ότι τις προηγούμενες 4 δεκαετίες ιστορίας του ιού είχαν καταγραφεί λίγο περισσότεροι από 1.500 θάνατοι και αυτοί είχαν συμβεί σε φτωχές χώρες της Αφρικής είχαν αποθαρρύνει τις φαρμακευτικές εταιρείες από το να επενδύσουν κεφάλαια στην εύρεση θεραπείας και εμβολίου. Τα πράγματα όμως φαίνεται να αλλάζουν και μεγάλες εταιρείες προσπαθούν ήδη να διαθέσουν εμβόλιο, το οποίο θα προστατέψει σε πρώτη φάση τους εργαζόμενους στην υγεία, μια και η επιδημία για να ελεγχθεί θα χρειαστεί τουλάχιστον 6 μήνες και ίσως η κορύφωσή της να είναι ακόμη μπροστά.

Βέβαια πρέπει μα γίνει κατανοητό ότι μέχρι στιγμής δεν υπάρχει ενδεδειγμένη ειδική θεραπεία ή εμβόλιο και όλα τα σκευάσματα είναι σε πειραματικό στάδιο, με παρενέργειες που δεν είναι καθορισμένες. Η επείγουσα κατάσταση είναι όμως τέτοια που δικαιολογεί ηθικά την τυχόν χορήγησή τους, όμως ακόμη και έτσι τα αποθέματα είναι ελάχιστα και επομένως μη ικανά να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της επιδημίας.

Στην παρούσα φάση το αποτελεσματικότερο μέτρο είναι η πρόληψη της μετάδοσης με την εφαρμογή σωστών πρακτικών, όπως και η έγκαιρη διάγνωση και χορήγηση ιατρικής φροντίδας. Ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη πρόγραμμα βοήθειας προς της χώρες αυτές με τον εφοδιασμό του προστατευτικού εξοπλισμού που θα βοηθήσει στην αναχαίτιση της επιδημίας. Τα δεδομένα που υπάρχουν δείχνουν επίσης ότι αν και δεν υπάρχει ειδική θεραπεία, η υποστηρικτική θεραπεία, όταν χορηγείται νωρίς μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, αυξάνει την πιθανότητα επιβίωσης. Θα πρέπει επίσης να έχουμε υπόψη μας ότι ο ιός Ebola είναι ιδιαίτερα μολυσματικός μόνο κάτω από ορισμένες συνθήκες, με κυριότερη την άμεση επαφή με σωματικά υγρά μολυσμένων ασθενών.

Στην Ευρώπη επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία ότι δεν επίκειται μετάδοση του ιού, ή ακόμη και αν υπάρξει εισαγωγή του ιού, η εξάπλωση θα είναι πολύ περιορισμένη. Το γεγονός ότι ο ιός μεταδίδεται μόνο όταν ο ασθενής έχει συμπτώματα και κυρίως αιμορραγικές εκδηλώσεις, περιορίζει τις πιθανότητες εξάπλωσης του Ebola σε μια Ευρωπαϊκή χώρα. Αυτό περιορίζει επίσης την πιθανότητα να ταξιδεύει κάποιος με συμπτώματα της λοίμωξης και να μεταδώσει τη νόσο στη διάρκεια του ταξιδιού, δεδομένου ότι είναι δύσκολο να ταξιδεύει κάποιος με τη βαριά συμπτωματολογία της νόσου. Για το λόγο αυτό δεν θα πρέπει να θεωρούνται επικίνδυνα τα αεροπορικά ταξίδια και ο ΠΟΥ κάνει έκλυση να αρθούν σχετικές απαγορεύσεις, δεδομένου ότι στην παρούσα φάση οι αεροπορικές πτήσεις χρειάζονται ακόμη περισσότερο για να φτάσει έγκαιρα βοήθεια από έμψυχο και άψυχο υλικό. Οι επιδημίες του ιού Ebola είναι ίσως από τις λοιμώξεις που προκαλούν το μεγαλύτερο πανικό και κοινωνική αναστάτωση. Το θέμα παρακολουθείται στενά τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όσο και σε εθνικό επίπεδο, μέσω του ΚΕΕΛΠΝΟ, και λαμβάνονται τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα. Συνεργασία όλων των φορέων και ετοιμότητα είναι απαραίτητες προϋποθέσεις που θα συμβάλλουν στην αποφυγή εμφάνισης ή οποιασδήποτε εξάπλωσης της νόσου.

*Ο κ. Τσακρής είναι καθηγητής στο Εργαστήριο Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.