Δεν ξέρω για εσάς, αλλά εγώ περνάω αρκετές φορές τη μέρα από το Newpost και παίρνω τζούρα από πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις. Όπως κοίταζα λοιπόν χθες, έπεσε το μάτι μου πάνω σε μια δημοσίευση με τίτλο «Μεσαίωνας στα σύγχρονα “κάτεργα” του τουρισμού. Απειλές, ξύλο και τζάμπα δουλειά.» Υπέρτιτλος: «Οι “σκλάβοι” που φροντίζουν για τις διακοπές των άλλων»

Κι έλεγε μέσα το κομμάτι, ότι αυτό το πράγμα το «έλα να δουλέψεις και δεν θα σε πληρώνω αλλά θα σου δίνω μόνο στέγη και τροφή» έχει γενικευθεί φέτος. Δεν είναι όπως πέρυσι ένας εδώ κι ένας άλλος σε εκατό χιλιόμετρα απόσταση. Και ότι δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις εκείνες που πάει ο εργαζόμενος να ζητήσει καθυστερούμενα δεδουλευμένα και ο εργοδότης δεν μπαίνει καν στον κόπο να του προσφέρει πλαστές υποσχέσεις παρά στέλνει μπράβους να του κάνουν τη μούρη κρέας. Όχι σε μία περίπτωση, όχι σε δύο, σε αρκετές…

Τόσο καλά. Τόσο ανθηρά για το «θαύμα» του ελληνικού τουρισμού, που θα πιάσουμε φέτος τα 20 μύρια επισκέπτες και θα έρθει όλη η γκλαμουριά στα μέρη μας (σημερινή είδηση: ο Κριστιάνο Ρονάλντο στη Μύκονο) και θα κονομήσουμε κάργα λεφτά, μην πω τώρα εκείνη την περίφημη φράση που περιλαμβάνει τάληρο και αφόδευση. Μόνο που τα λεφτά δεν θα καταλήξουν σε πολλές τσέπες αλλά σε λίγες. Σε πολύ λίγες.

Τα έχει αυτά ο τουρισμός, άμα σε καβαλάει αυτός και δεν τον καβαλάς εσύ. Θυμάμαι ότι κουβέντιαζα μια φορά κι έναν καιρό με έναν θείο μου που ήταν προ αμνημονεύτων στα μέσα και στα έξω τα κυβερνητικά και μου είχε πει ότι τον τουρισμό τον “εφηύρε” ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Το βάζω εντός εισαγωγικών αυτό το εφηύρε και θα καταλάβετε γιατί.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 λύσσαγε η Ελλάδα για συνάλλαγμα. Από εξαγωγές μόνο οι πρώτες ύλες και τα οπωρολαχανικά έφερναν κανά φράγκο, η δραχμή ήταν ψόφια, δεν υπήρχε σάλιο για να κινηθεί η οικονομία. Άδεια τα ταμεία του κράτους για να γίνουν εισαγωγές, από βαρέα μηχανήματα ως πετρέλαιο για να ζεσταθεί ο κοσμάκης. Κατάσταση τραγική και προοπτική βελτίωσης καμία, σε μια χώρα που ζούσε μόνο από την οικοδομή και την αγροτική παραγωγή.

Σκέφτηκε λοιπόν ο “εθνάρχης” ότι με τους τουρίστες θα ερχόταν πολύτιμο συνάλλαγμα στη χώρα. Αυτό που δεν υπήρχε, αυτό που μας ήταν τόσο, μα τόσο πολύτιμο, αυτό που το είχαμε ανάγκη για να αναπνεύσουν τόσο η οικονομία όσο και οι πολίτες. Κι έβαλε μπροστά την μπίζνα του τουρισμού. Αλά Γκρεκ βεβαίως, τσάτρα πάτρα και με πισωγυρίσματα και με μπουρδούκλες, αλλά πήρε μπρος το μηχάνημα.

Πάμε τώρα πενήντα χρόνια μπροστά. Στα 20 μύρια τουριστών, στο ρεκόρ το μεγάλο. Και σκέφτομαι εγώ τώρα με το φτωχό μου το μυαλό: Πρώτον συνάλλαγμα δεν με κόφτει να εισπράξω, διότι το έχω πληρώσει ήδη με αίμα το σκληρό νόμισμα το ευρώ. Δεύτερον, άμα από τα 20 μύρια τα 10 είναι “βραχιολάκηδες”, τα νούμερα θα ευημερήσουν αλλά ο μέσος Ελληνας πολίτης δεν θα κερδίσει τίποτα.

Εξηγούμαι, για να μην παρεξηγούμαι. Ο “βραχιολάκιας” τουρίστας, δεν θα βγει ούτε μια φορά από το ξενοδοχείο-στρατόπεδο και δεν θα αφήσει στην Ελλάδα ούτε μισό ευρώπουλο για τσίχλες. Χώρια που όσα αγαθά καταναλώσει στο πλαίσιο του προσυμφωνηθέντος “πακέτου” δεν θα έχουν παραχθεί εδώ, αλλά θα έχουν αφιχθεί από τη βαλκανική γειτονιά μας. Από εκεί θα προέρχεται και το προσωπικό του ξενοδοχείου-στρατοπέδου, το οποίο θα αμοιφθεί “μαύρα” πληρώνοντας μηδενικές εισφορές στα ταμεία. Τσεβά, που λέμε και στα βλάχικα.

Αλλά και δικός μας να την κάνει τη δουλειά, αφού οι αμοιβές των ημεδαπών έπεσαν στα τάρταρα, κανείς δεν μας εγγυάται ότι στο τέλος της μέρας δεν θα βρεθεί στον κουβά. Τώρα που είπαν αντίο στα εγκόσμια οι κάθε είδους ελεγκτικοί μηχανισμοί, ποιος θα κάτσει να ψάξει τι συμβαίνει πίσω από τη φανταχτερή βιτρίνα; Για να χαλάσει τη μόστρα του ελληνικού τουριστικού “θαύματος” και ύστερα να πέσουν να τον φάνε τα media; Το λέει και το Newpost, για σκλάβους ψάχνουνε δεν ψάχνουνε για εργαζόμενους.

Και δεν τους εμποδίζει κανείς…