Έχουμε κληρονομήσει διάφορες εντολές κοινωνικής συμπεριφοράς από τη βικτωριανή Αγγλία. Βλέπε stiff upper lip, βλέπε never explain, never complain και πάει λέγοντας. Το αγαπημένο μου εμένα είναι εκείνο που προστάζει grace under pressure. Να μη χάνεις τη μπάλα δηλαδή όταν βρίσκεσαι υπό πίεση. Κάτι που συνέβη στον προπονητή του μπασκετικού Ολυμπιακού Γιώργο Μπαρτζώκα και συνέβη με τρόπο θεαματικό. Στην πεντάδα των τελικών με τον Παναθηναϊκό, ο Μπαρτζώκας αποσυντονίστηκε τόσο πολύ που παρολίγο να διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη. Τον μετέδωσε μάλιστα αυτόν του τον αποσυντονισμό και στους παίκτες, με αποτέλεσμα να εισπράττουν τεχνικές ποινές για διαμαρτυρία ακόμη και αρνιά όπως ο Σερμαντίνι.

Καθόμουν και τον έβλεπα τον κόουτς. Με είχε μαγνητίσει. Έβλεπα έναν άνθρωπο να ξεκινάει τον αγώνα κουστουμαρισμένος και σενιαρισμένος και να κοντεύει να τον τελειώσει σε ημιαγρία κατάσταση. Πουκάμισα έξω, ιδρώτας παντού, μαλλί κολλημένο, αγωνία ζωγραφισμένη σε κάθε του κίνηση. Και διαμαρτυρία άνευ τελειωμού. Εντάξει, όλοι οι προπονητές γκρινιάζουν, ιδίως στο μπάσκετ που έχει δέκα φάσεις το λεπτό και οι μισές από αυτές είναι σωματικές επαφές. Αλλά ο Μπαρτζώκας δεν μουρμούραγε, ο Μπαρτζώκας είχε χάσει εντελώς τη μπάλα. Κι όπως λέει και η ελληνική ιστοριούλα, για να γυρίσω στα μέρη μας, άμα είσαι όλη την ώρα με το “λύκος, λύκος στο μαντρί”, στο τέλος θα σε καταπιεί το συμπαθές τετράποδο και δεν θα σπεύσει κανένας να σε βοηθήσει.

Ένα το κρατούμενο και πάμε στο δεύτερο. Στη μανία των αδερφών Αγγελόπουλων να αποδείξουν ότι ξέρουν καλύτερο μπάσκετ από όλους τους Έλληνες πολίτες. Μπορεί και να ξέρουν, δεν θα τσακωθούμε, αλλά άλλο γνώση επί χάρτου και άλλο τι τρέχει στο γήπεδο. Θυμηθείτε την ιστορική πορεία τους στο πεδίο του shopping. Ξεκίνησαν με αγορές δεκάδων εκατομμυρίων τύπου Τζος Τσίλντρες και Άρβιντας Ματσιγιάουσκας, σαν να θέλανε να δείξουν σε όλους ότι μόνο αυτοί μπορούν να ψωνίζουν σούπερ σταρ. Δεν τους βγήκε το φύλλο, τα πήραν στο κρανίο και το γύρισαν στο “και φτηνά και καλά”. Βλέπε Πέρο Αντιτς, Κάϊλ Χάϊντς, Εϊσι Λόου κλπ. κλπ.

Εκεί, δικαιώθηκαν και με το παραπάνω. Δύο ευρωλίγκες τσίμπησαν συν ένα πρωτάθλημα από τον αιώνιο αντίπαλο. Μιλάμε για πραγματικά κατορθώμαστα, τελεία και παύλα. Και με κόουτς Ίβκοβιτς και με κόουτς Μπαρτζώκα. Έλα όμως που κάποια στιγμή έληξαν τα συμβόλαια. Έλα που έσκασαν μύτη οι Σειρήνες και άρπαξαν τους παίκτες. Αντίο Χάϊντς, αντίο Παπανικολάου, αντίο Αντιτς. Τί ακολούθησε; Νέος γύρος “και φτηνά και καλά”, μόνο που αυτή τη φορά δεν φτούρησε η συνταγή. Μέτριος ο Πέτγουεϊ, ψυγείο ο Σίμονς, έπαιζε μόνο για τα στατιστικά του ο Κόλινς, θηρίο κάτω από το καλάθι ο Ντάνστον αλλά έτσι κι έβγαινε δυο μέτρα παραέξω δεν ήξερε τι να το κάνει το ρημάδι το τούβλο. Και κάπως έτσι χάθηκαν όλοι οι τίτλοι. Επειδή δεν λειτούργησαν οι υφιστάμενοι του Σπανούλη.

Το εξήγησε και ο Μπαρτζώκας στις δηλώσεις του μετά τον πέμπτο τελικό. Ότι δηλαδή έστησε την ομάδα γύρω από τον σταρ του και ότι όφειλε να τον στηρίξει. Καμία αντίρρηση, αλλά όλοι οι υπόλοιποι παίκτες του Ολυμπιακού μπορούσαν να προσφέρουν μόνο συμπληρωματικά. Δεν είχαν ούτε τις προσωπικότητες ούτε τις εμπειρίες για να βγουν μπροστά όταν ο Σπανούλης ρετάριζε και ο μόνος που μπορούσε να το κάνει αυτό, ο Βαγγέλης Μάντζαρης, λυπούμαι αλλά παικτικώς δεν ταιριάζει με τον αρχηγό του.

Εδώ λοιπόν ήταν που φάνηκε η απουσία του Εϊσι Λόου. Του πραγματικού MVP του Ολυμπιακού τα τελευταία τρία χρόνια, του μακράν καλύτερου πλέη μέϊκερ την τρέχουσα δεκαετία στην γηραιά ήπειρο. Αν υπάρχει μια ουσιαστική απόδειξη ότι οι Αγγελόπουλοι βλέπουν μπάσκετ, αυτή ήταν ο Λόου. Μην ξεχνάμε ότι ο αθλητής ξεκίναγε πεντάδα σε ομάδα του NBA πριν τον προδώσει το σώμα του. Ήρθε Ευρώπη, έκανε παπάδες, την ξαναπάτησε, αντίο μπάσκετ για την ώρα. Και αντίο πρωταθλητισμός για τον Ολυμπιακό. Ως την ώρα τουλάχιστον που θα βρεθεί ένα ανάλογο διαμάντι, για να σταθεί με αξιώσεις στο πλευρό του Σπανούλη.

Υ.Γ.: Ακούγεται ότι αυτό το βουβαλόπαιδο ο Μπράμος, θα πληρώσει για να σπάσει το συμβόλαιό του με τον Παναθηναϊκο και να αναζητήσει καλύτερη αμοιβή. Παρακαλείται ο πρόεδρος Δημήτρης Γιαννακόπουλος να ξεχάσει, για λίγο έστω, τον αυθορμητισμό του και την σαμπάνια να την ανοίξει μετά παρελεύσεως ενός τετάρτου.