Καλοκαίρι, Ιούνη μήνα ξεκινά η ζωή του και καλοκαίρι, Αύγουστο τελειώνει! Στο τέλος του θέρους στα 1936. Ξημερώματα. Στην υπόσχεση της μέρας και στην ασφάλεια του σκοταδιού. Σκιές οι παραστρατιωτικοί οπαδοί του Φράνκο, του δικτάτορα που βύθισε την Ισπανία σε ερέβη ανελευθερίας. Ο ποιητής, ο ζωγράφος, ο δραματουργός,  ο θεατρικός σκηνοθέτης, ο επαναστάτης Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα στήνεται μαζί με αλλά τρία άτομα, σε έναν τοίχο, μπροστά από τις κάνες ενός ερασιτεχνικού, γκροτέσκο σχεδόν, θλιβερού αλλά αποτελεσματικού εκτελεστικού αποσπάσματος. Θάνατος. Ο άνθρωπος πεθαίνει. Ο θρύλος μόλις γεννιέται.

Ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα γεννήθηκε στις 5 Ιουνίου του 1898 στο Φουέντε Βακέρος, στην πολύχρωμη, φωτεινή, φτωχική Ανδαλουσία. Ήταν γιoς ενός αγρότη και μιας δασκάλας πιάνου. Στα 11 του, η οικογένεια του θα μετακομίσει στη Γρανάδα. «Αν μπορούσες να δεις πώς είναι στ’ αλήθεια η Ανδαλουσία!» έγραφε μεγάλος πια, σε κάποιον φίλο, «μόνο για να περπατήσει κανείς πρέπει να ανοίξει λαγούμια μέσα στο χρυσό φως, όπως οι τυφλοπόντικες στο σκοτεινό τους περιβάλλον. Τα λαμπερά μεταξωτά δίνουν μια υφή αγαλμάτων του Μιχαήλ Αγγέλου στα οπίσθια των γυναικών. Τα κοκόρια καρφώνουν πολυτελείς μπαντερίγιες στον λαιμό της αυγής κι εγώ μαυρίζω από τον ήλιο και την πανσέληνο».

 

 

Ήταν, πάντα, ασθενική φύση. Ως τα τρία του δεν μιλούσε. Περπάτησε στα τέσσερα χρόνια του και για πολλά χρόνια κούτσαινε ελαφρά. Θεωρούσε πως σφραγίδα στη ψυχή του για ότι έγινε μετά, ήταν όταν παρακολούθησε, για πρώτη φορά έναν θίασο Τσιγγάνων που έπαιζαν κουκλοθέατρο. Μετά από πιέσεις του πατέρα του, γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γρανάδα, την οποίαν όμως άφησε νωρίς, για να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία, τη μουσική και τη ζωγραφική. Μεγάλο κέρδος του η ελευθερία της Φοιτητικής Κατοικίας του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, που τότε λειτουργούσε ως ανοιχτό πανεπιστήμιο, πολιτιστικό κέντρο, της ισπανικής πρωτεύουσας. Εκεί συνάντησε τον Σαλβαδόρ Νταλί, τον σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, τον ποιητή Ραφαέλ Αλμπέρτι και τον Χιμένεθ. Την ίδια περίοδο συνέθεσε τα πρώτα του ποιήματα που κυκλοφόρησαν το 1921, με τίτλο Βιβλίο Ποιημάτων.

Λίγο νωρίτερα, το 1918, είχε δημοσιεύσει το έργο Εντυπώσεις & Τοπία περιδιαβαίνοντας την Καστίλη. Λάτρεψε τη λαϊκή μουσική της Ισπανίας, τις παραδόσεις της τσιγγάνικης μουσικής, τους παραδοσιακούς στίχους των τραγουδιών. Θεωρούσε δε, πως αυτά ήταν η βάση των ποιητικών και πνευματικών του ενορμήσεων. Δημιούργημά του, εκείνη την εποχή, ήταν το Ποίημα Του Κάντε Χόντο, λαϊκό τραγούδι της Ανδαλουσίας, που τραγουδιέται από τσιγγάνους με συνοδεία κιθάρας και λίγο αργότερα, το 1924, ξεκίνησε να γράφει το Ρομανθέρο Χιτάνο, έργο που ολοκλήρωσε τελικά το 1927, σύνθεση 18 ποιημάτων με σταθερή στιχουργική μορφή, έκφραση μιας από τις αρχαιότερες μορφές ισπανικής ποίησης. Την ίδια περίοδο συνέθεσε και την Ωδή Στον Σαλβαντόρ Νταλί ενώ παράλληλα έγραψε το θεατρικό έργο Μαριάνα Πινέδα, που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βαρκελώνη, την ίδια χρονιά, σε σκηνογραφία Νταλί, σημειώνοντας επιτυχία.

 

 

Στα 1929-1930, αναζήτησε νέες πηγές έμπνευσης και ταξίδεψε στις ΗΠΑ και στην Κούβα. Οι εμπειρίες του στις Ηνωμένες Πολιτείες αξιοποιήθηκαν στο ποίημα «Ένας Ποιητής Στη Νέα Υόρκη». Επέστρεψε στην Ισπανία το 1931 και συνέθεσε το Ντιβάνι Της Ταμαρίτ, ενώ παράλληλα δούλεψε και πάνω σε έργα για το κουκλοθέατρο. Εκεί έδειξε ξεκάθαρα πως επέλεγε ως κύρια ενασχόλησή του, τη συγγραφή θεατρικών και τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του ολοκλήρωσε τις κορυφαίες του δημιουργίες: Το Σπίτι Της Μπερνάρντα Άλμπα, Ματωμένος Γάμος, Γέρμα, Θρήνος Για Τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας. Όλα τα ποιητικά του δράματα, έχουν έντονο το στοιχείο της κοινωνικής καταπίεσης, την ανισότητα, την κοινωνική αδικία, την εκμετάλλευση, την ανελευθερία. Με την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, οργάνωσε μία θεατρική ομάδα υπό την ονομασία La Barroca, η οποία με τη βοήθεια του Υπουργείου Παιδείας, έδωσε παραστάσεις κλασσικών έργων σε χώρους εργατών κι αγροτικές περιοχές. Ταξιδεύει στη Μόσχα της πολλά υποσχόμενης τότε στο γύρισμα της ιστορίας, σοβιετικής εποχής και επιστρέφοντας στη μεσογειακή του γη, συντάσσει μια διακήρυξη συγγραφέων κατά του φασισμού κι ξεκίνησε να γράφει μια σειρά θεατρικών σκηνών με μορφή επιθεώρησης, ωστόσο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ξέσπασε ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος.

Στο Βίθναρ της Ισπανίας, εκείνον τον Αύγουστο του 36, γράφεται ο επίλογος σε μια ζωή όλο ορμή, πάθος και λέξεις. Ο ποιητής ενοχλούσε. Ο ποιητής εκτελέστηκε. Ο ποιητής δεν σώπασε ποτέ…

 

 

Το τέλος του πολέμου έφερε μαζί του και τη «Συμφωνία για Λήθη», μια συμφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον στρατό, η οποία άνοιξε την πόρτα για τη Δημοκρατία με αντάλλαγμα γενική αμνηστία για το καθεστώς του Φράνκο. Πρόσφατα όμως, εμφανίστηκαν ρωγμές στη συμφωνία. Η κυβέρνηση των σοσιαλιστών, το 2007, ψήφισε το Νόμο της Ιστορικής Μνήμης, η οποία για πρώτη φορά αναγνώριζε επίσημα τα θύματα της δικτατορίας του Φράνκο. Ο νόμος επιτρέπει σε όποιον έχει αποδείξεις για ομαδικό τάφο να ζητήσει τη βοήθεια του κράτους για την εκταφή και την ταυτοποίηση των λειψάνων.
 
Τον Οκτώβριο του 2008, μετά από μια δεκαετία προσπαθειών από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Ισπανίας, ο δικαστής Μπαλτάσαρ Γκαρθόν διέταξε την εκταφή και αναγνώριση των θυμάτων από 19 ομαδικούς τάφους, μεταξύ των οποίων και αυτός όπου θεωρείται του Λόρκα. Ωστόσο, 75 χρόνια –τότε- μετά τον θάνατο του Λόρκα, η αντίσταση στην εκταφή της καταπιεσμένης μνήμης της χώρας παρέμενε ισχυρή. Μια εβδομάδα μετά την έκδοση της απόφασης του Γκαρθόν, ο ανώτατος εισαγγελέας της χώρας, Χαβιέρ Θαραγόθα, την αμφισβήτησε με το σκεπτικό ότι δεν ενέπιπτε στην αρμοδιότητα του Γκαρθόν η υπόθεση. 

 

 

Ο δικαστής Γκαρθόν, πιθανόν φοβούμενος την περίπτωση σύμπνοιας του Ανώτατου Δικαστηρίου με τον Θαραγόθα, έστειλε την υπόθεση στα κατά τόπους δικαστήρια, επιχειρώντας έτσι να κρατήσει την υπόθεση ανοιχτή. Τελικά δόθηκε το «πράσινο φως» και η οικογένεια του Λόρκα που είχε αρχικά αντιρρήσεις, στο τέλος έδωσε τη συγκατάθεσή της και οι εργασίες ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 2009. Στο κενοτάφιο δε βρέθηκε τίποτα από τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Ίσως έτσι να ‘ναι καλύτερα. Ίσως τάφος και μνημείο του να ‘ναι όλη η γη της Ισπανίας. Ο Νίκος Βιδάλης γράφει με μεγάλο σεβασμό και τρυφερότητα, ανάμεσα σ’ άλλα σε ένα αφιέρωμα για τον ποιητή: «Η πρόκληση… Ο Λόρκα ήταν ομοφυλόφιλος, «όνειδος» για την εποχή και πρόκληση που η συντηρητική κοινωνία της Ανδαλουσίας δεν μπορούσε να την αντέξει. Ωστόσο η ομοφυλοφιλία του ως πιθανή αιτία της δολοφονίας του άρχισε να εξετάζεται τα τελευταία κυρίως χρόνια. Αλλά οι σχετικές υποθέσεις είναι παρακινδυνευμένες. Το πιθανότερο είναι ότι δύσκολα θα έπαιρναν την απόφαση να εκτελέσουν έναν από τους πιο διάσημους ποιητές της Ισπανίας τα μέλη της τοπικής φάλαγγας, αν δεν υπήρχε άνωθεν εντολή. Ο θάνατός του έριξε μια σκιά στα σύγχρονα ισπανικά γράμματα. Εβδομήντα πέντε χρόνια αργότερα, η σκιά αυτή μοιάζει ακόμη πιο βαριά»…

Οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο αγάπησαν τα έργα, την ποίηση, το βλέμμα στη ζωή και την ανθρωπιά του Λόρκα. Οι μεσόγειοι δημιουργοί επηρεάστηκαν και τον έκαναν κομμάτι τους, τραγουδώντας τον, μελοποιώντας τον, ερμηνεύοντας τα θεατρικά του και πάνω απ’ όλα θεωρώντας τον κομμάτι τους. Ανάμεσα τους, εμπνευσμένοι από τον ποιητή που έκανε πρώτα απ’ όλα ποίημα την ίδια του ζωή, οι στίχοι του εξαίσιου Νίκου Καρούζου:

«… Δωρεάν η ζωή Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα δωρεάν ο θάνατος,
αυτό το άλικο πανί δεν έχει πάντοτες αγαθή βεβαιότητα,
είν’ ο θεός που αμιγής εκτείνεται στο μαύρο
πλήρως απών ή ανεικόνιστος,
όμως εσύ μυρόεσσα Ισπανία-της Ευρώπης θερμότητα
τί δόξα πρόσθεσες απ’ τη λαλιά του την άσπιλη
σ’ ανελέητο ήλιο σ’ έναν ουρανό
που πυρακτώνει διαμπερής αθωότητα..
Ισπανία εσύ αυθεντία στον θάνατο!
Δωρεάν η όραση Φεδερίκο
Γκαρθία Λόρκα δωρεάν η τυφλότητα…»