Ήταν στο τέλος της δεκαετίας του ’40. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τελειώσει, όπως και οι μεγάλες συμμαχίες των νικητών. ΗΠΑ και ΕΣΣΔ πάλευαν για την «κυριαρχία» του κόσμου και οι πολίτες δεν ήθελαν και πολύ για να τρομάξουν. Και πάνω σε αυτόν τον τρόμο «επένδυσε» όλη του την πολιτική ο Joseph McCarthy – ένας άγνωστος πολιτικός, που μέσα σε ένα βράδυ βρέθηκε να κάνει κουμάντο στην Αμερική και να είναι ο μεγαλύτερος φόβος όλων των πολιτών. Και όλα αυτά με φόντο τον κόκκινο τρόμο. 

Γεννημένος στις 14 Νοεμβρίου 1908, ο McCarthy κατάφερε να γίνει ένας από τους ισχυρούς άνδρες των ΗΠΑ, όταν άρχισε να καταγγέλει στελέχη της κυβέρνησης ως κομμουνιστές. Ο Μακαρθισμός και η μαύρη λίστα του γερουσιαστή σκορπούσαν τον τρόμο στην Αμερική. Κατά την περίοδο του Ψυχρού πολέμου, χιλιάδες Αμερικανοί κατηγορήθηκαν ως κομμουνιστές ή ως επιρρεπείς στον Κομμουνισμό και αποτέλεσαν το αντικείμενο ερευνών και ανακρίσεων από κυβερνητικούς και μη οργανισμούς.

Οι κύριοι ύποπτοι αυτών των ερευνών υπήρξαν κυβερνητικοί, υψηλά ιστάμενοι, υπάλληλοι, προσωπικότητες στον τομέα της ψυχαγωγίας, εκπαιδευτικοί και διακεκριμένα μέλη εργατικών σωματείων. Η καχυποψία υπήρξε ιδιαίτερα έντονη, ακόμη και αν τα στοιχεία δεν οδηγούσαν προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά αντιθέτως ο βαθμός της απειλής που εν δυνάμει δημιουργούσαν άτομα με υποτιθέμενες αριστεριστικές απόψεις υπήρξε αδικαιολόγητα μεγάλος. Πολλοί ύποπτοι έχασαν τις θέσεις εργασίας τους, δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν την σταδιοδρομία τους και σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρξαν και φυλακίσεις.

Όμως ο McCarthy τελικά δεν κατάφερε να αποφύγει το λάθος. Όταν αποφάσισε να τα βάλει με τον στρατό των ΗΠΑ, αλλά και τον πρόεδρο της χώρας, είδε τους πάντες να του γυρνάνε τη πλάτη. Η σκληρή του πολιτική είχε ως αποτέλεσμα ο γερουσιαστής να «χάσει» ακόμα και τους καλύτερούς του φίλους. Τελικά μετά από τις τεράστιες αμφισβητήσεις που προκάλεσε κατηγορήθηκε ότι κινήθηκε από ιδιοτελή ελατήρια. Μετά από ψήφισμα της Γερουσίας το 1954 εξαναγκάσθηκε σε παραίτηση, εγκαταλείποντας την προεδρία της ανακριτικής επιτροπής την οποία είχε δημιουργήσει, δηλώνοντας ότι δεν αισθάνονταν μετανιωμένος. 

Πέθανε τρία χρόνια αργότερα στο ναυτικό νοσοκομείο Βηθεσδά στις 2 Μαΐου του 1957 από οξεία ηπατίτιδα, όπως ανακοινώθηκε, ως συνέπεια του ακοολισμού του. Αυτό ήταν το τέλος του πιο μισητού γερουσιαστή των ΗΠΑ.