«Γεννήθηκα την ίδια στιγμή με το βίντεο». Αυτή η δήλωση του καλλιτέχνη είναι και το κλειδί της έκθεσης. Όλα ξεκινάνε το 1951 στη Νέα Υόρκη όπου γεννήθηκε και αργότερα σπούδασε στην καλών τεχνών Syracuse. Γρήγορα έδειξε ότι απεχθάνεται οτιδήποτε συμβατικό και κατέφυγε στο πειραματικό στούντιο της σχολής όπου άρχισε να δουλεύει κυρίως με το ηλεκτρονικό σήμα. Στο βίντεο έφτασε μέσα από την αγάπη του για τη μουσική και την περιέργεια του για τη μετάδοση του ήχου. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα πιο παλιά έργα του καλλιτέχνη που παρουσιάζονται στην έκθεση αποτελείται από ένα έπιπλο, μια τηλεόραση που δείχνει έναν άνδρα να κοιμάται, εξόφθαλμη παραπομπή στο Sleep του Andy Warhol και τρεις οθόνες που μεταδίδουν στιγμιαία τα όνειρα του. O Viola ακολούθησε τις εξελίξεις όχι μόνο στο τεχνολογικό κομμάτι όπως μπορούμε να δούμε από τα support που χρησιμοποιεί αλλά και στη μιντιακή φιλοσοφία και ιδιαίτερα τον πατέρα της Marshall McLuhan.

Από τις κορυφαίες στιγμές της καριέρας του θεωρείται η συμμετοχή του στη Μπιενάλε της Βενετίας και η έκθεση του το 2000 στο Metropolitan Museum της Νέας Υόρκης. Και πλέον η έκθεση του στο Grand Palais που δε διαθέτει μια τυπική μεγάλη αίθουσα αλλά μια σειρά από μικρότερες αίθουσες σε δυο επίπεδα που λειτουργούν σαν το μίτο της Αριάδνης στην επίσκεψη μας. Στην συγκεκριμένη περίπτωση αυτή η αρχιτεκτονική ευνοεί τα έργα του καθώς επιτρέπει να τα απομονώσουμε στο χρόνο και στον τόπο αλλά κατακρεουργεί το διάλογο μεταξύ τους εκτός από την τελευταία αίθουσα όπου παρουσιάζονται πέντε βίντεο που αποτελούν μια σειρά, μια κατακερματισμένη αφήγηση. Είναι μια σειρά από διαφορετικές διηγήσεις, καθημερινές στιγμές όπως μια βόλτα στο πάρκο, μια μετακόμιση, μια επίσκεψη στην άρρωστη μητέρα ή την τακτοποίηση του εξοπλισμού ενός σώματος ασφαλείας μετά από ένα ατύχημα.

Τα γεγονότα αυτά συνδέονται μέσα από τα φυσικά στοιχεία και δείχνουν την έντονη τάση του καλλιτέχνη για πνευματική αναζήτηση που ξεκίνησε τη δεκαετία του εβδομήντα. Σ αυτό το σημείο ιδιαίτερα σημαντική υπήρξε η συνεργασία του με το νοτιοκορεάτη καλλιτέχνη Nam June Paik που δεν έμεινε ασυγκίνητος μπροστά στις μιντιακές εξελίξεις, μάλιστα χρησιμοποίησε την ίδια την τηλεόραση ως μέρος των εγκαταστάσεων του.

Η ζωή και ο θάνατος, η ανθρώπινη ύπαρξη, ο κύκλος της ζωή και η θνητότητα του ανθρώπινου σώματος αποτελούν τα βασικά μοτίβα του έργου του. Παρακολουθώντας τα έργα του είχα συχνά το αίσθημα της ασφυξίας καθώς πολλές φορές ήταν πορτραίτα ανθρώπων που προσπαθούσαν να ανασάνουν μέσα στο νερό και επιπλέον ως θεατής είχα συνείδηση του ότι βρίσκονταν μεταφορικά κλεισμένοι μέσα στην οθόνη πράγμα που ενδυναμώνει αυτό το έντονο άλογο άγχος που πιθανότατα προκαλείται από ένα ατύχημα στο νερό που είχε ο ίδιος όταν ήταν σε μικρή ηλικία. Αυτή η απειλητική αίσθηση έμεινε μαζί μου καθ’ όλη τη διάρκεια της έκθεσης όπου δεν υπάρχει έντονη δράση καθώς τα έργα του συγκεντρώνονται σε μια στιγμή και εμβαθύνουν δίνοντας την εντύπωση της παύσης, μιας έντονης επιβράδυνσης κατά την αναζήτηση του μεγαλείου και την αιώνια αποτύπωση της.

Συνειρμικά σκέφτηκα την καινούργια πολυσυζητημένη ταινία «Her» σχετικά με το πώς εξελισσόμαστε μαζί με την τεχνολογία και ποια είναι τα όρια της ανθρώπινης φύσης σε σχέση με αυτή. Άλλωστε οι καλλιτέχνες αναζητούν συνεχώς νέους τρόπους να κρατήσουν ζωντανά τα αρχεία τους με τις απανωτές τεχνολογικές εξελίξεις Αυτή τη στιγμή ένας από τους μεγαλύτερους συλλέκτες στο κόσμο στον τομέα του βίντεο, o Jean-Conrad μου διηγήθηκε πως αγοράζει τα έργα του σε USB. Μερικά χρόνια πριν η ντουλάπα του ήταν γεμάτη με κασέτες ανάμεσα στα πουκάμισα του και τώρα ένα τόσο δα κομμάτι πλαστικό κλείνει μέσα του αριστουργήματα. Size doesn’t matter.