Δουλειά των προέδρων είναι να ελίσσονται και δουλειά των δημοσιογράφων είναι να γκρινιάζουν. Από την εποχή του Ρόναλντ Ρήγκαν που μετέφερε τις συνεντεύξεις Τύπου σε ένα χαμερπές μπούνκερ, ως την εποχή του Τζορτζ “Ντούμπιγια” Μπους που έπεφτε μισολιπόθυμος όταν ερχόταν αντιμέτωπος με τα μικρόφωνα, ο καυγάς δεν έχει σταματήσει. Τώρα μάλιστα με την διαρκή άνοδο των social media, η διαμάχη τείνει να εξελιχθεί σε κλωτσομπουνίδι. Την ίδια ώρα ο πρόεδρος Ομπάμα δείχνει την πλάτη του στις εφημερίδες και γοητεύεται ολοένα και περισσότερο από το facebook, το twitter και τις τηλεοπτικές οθόνες. Βλέπε και την πρόσφατη συνέντευξή του στον Ελληνοαμερικάνικο κωμικό Ζακ Γαλιφιανάκη

Να τα δούμε τα πράγματα από την αρχή. Οι εφημερίδες τον φτιάξανε τον Ομπάμα, οι εφημερίδες πίστεψαν το μήνυμά του, οι εφημερίδες τον ανέδειξαν από άσημο γερουσιαστή του Ιλινόι σε υποψήφιο για την προεδρία. Από εκεί και πέρα ωστόσο, ανέλαβαν δράση τα social media. Μέσα από αυτά ο Ομπάμα κατάφερε να χρηματοδοτήσει αποτελεσματικά την πρώτη καμπάνια του και να απευθυνθεί σε εκατομμύρια νέους και αδρανείς έως τότε ψηφοφόρους. Γεγονός που εκτίμησε ιδιαίτερα και αποτελεί φάρο για την μετέπειτα πολιτική του σε σχέση με τα ΜΜΕ. 

Εν ολίγοις; Εν ολίγοις, ο Ομπάμα και το επιτελείο του δεν εμπιστεύονται τις εφημερίδες. Πρώτον διότι ενοχλούνται από την πάγια δημοσιογραφική τακτική των “ίσων αποστάσεων” (στις ΗΠΑ τουλάχιστον…) και δεύτερον γιατί δεν μπορούν να περάσουν με τον τρόπο που θέλουν τα μηνύματά τους. Στις εφημερίδες, βλέπετε, εννοείται πως ο,τι πει ο πρόεδρος θα μπει ατόφιο. Μαζί του ωστόσο θα δημοσιευθεί και το σχόλιο του δημοσιογράφου, η άποψη του εκδότη, μια δεύτερη ματιά ενός αρθρογράφου και πάρε και δώσε. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, πάντα σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, αποδυναμώνεται αντί να προβάλλεται η ρητορική του Μπαράκ Ομπάμα.

Η λύση; Social media και τηλεόραση. Μια πολιτική που για την ώρα δουλεύει μια χαρά. Δείτε για παράδειγμα την περίπτωση του twitter, όπου ο πρόεδρος διαθέτει 27.000.000 followers, περισσότερους δηλαδή από το σύνολο της κυκλοφορίας των 75 μεγαλύτερων εφημερίδων στις ΗΠΑ, περισσότερους από το κοινό όλων των βραδινών δελτίων ειδήσεων στα μεγάλα κανάλια. Και θα κάτσει ύστερα να τον ανακρίνουν κανονικοί δημοσιογράφοι αντί να κάνει ό,τι γουστάρει;  

Αντί λοιπόν να μιλάει με γνώστες, μιλάει με ψυχαγωγούς. Εκτός απ’ τον Γκαλιφιανιάκη, τα είπε επίσης με τον κωμικό Στηβ Χάρβεϋ, με τον αθλητικογράφο Μπιλ Σίμονς, ακόμη και με τον πρώην παίκτη του ΝΒΑ και παντοτινό κλόουν Τσαρλς Μπάρκλεϊ αν έχετε Θεό. Και η Washington Post περιμένει για συνέντευξη από το 2009! Στο ψυγείο έχουν μπει επίσης οι εφημερίδες του Σικάγου, όπου αναδείχθηκε ο Ομπάμα, ακόμη και οι εφημερίδες της National Newspapers Ρublishers Association, μιας ομάδας 210 φύλλων με ιδιοκτήτες Αφροαμερικάνους. Ο Ομπάμα και ο Ντούμπιγια Μπους, είναι οι πρώτοι πρόεδροι που σνόμπαραν την συγκεκριμένη ομάδα από την εποχή του Φράνκλιν Ρούσβελτ!

Και τί κέρδισε ο πρόεδρος απ’ όλα αυτά; Θα το πω με δυο λόγια: Μετά από τη συνέντευξή του με τον Γαλιφιανάκη, το HealthCare.gov, οι αλλαγές στην υγεία δηλαδή που ήθελε να προβάλλει, έγιναν νούμερο ένα σε αναφορές στην δημοφιλέστατη ιστοσελίδα FunnyorDie.com. Επομένως, αυτό που ήθελε το πέτυχε. Κι άσε τις εφημερίδες να σκούζουν…