Τέλη δεκαετίας ’40, αρχές ’50. Το Hollywood ζει τις χρυσές εποχές του. Η λάμψη του έχει εντυπωσιάσει όλο τον κόσμο. Αλλά αυτή η λάμψη δεν ισχύει για όλους τους ηθοποιούς. Έπρεπε να έχεις και το… κατάλληλο χρώμα για να γίνεις μέλος της ελίτ.  Αλλά ο Sidney Poitier απέδειξε ότι το ταλέντο μπορεί να τα ανατρέψει όλα.

Γεννήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 1927 στο Μαϊάμι, δυο μήνες πρόωρα, με αποτέλεσμα οι γιατροί να μην του δίνουν πολλές ελπίδες να επιβιώσει. Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη μάχη που κέρδισε. Μεγάλωσε στις Μπαχάμες και στα 15 του πήγε στο Μαϊάμι, για να μετακομίσει δύο χρόνια αργότερα στη Νέα Υόρκη. Δούλευε σε εστιατόρια και εκεί έμαθε να διαβάζει.

Όταν απολύθηκε από το στρατό ξεκίνησε την καριέρα του στο Αμερικανικό Θέατρο Νέγρων, αλλά δεν άρεσε στον κόσμο, εξαιτίας της προφοράς του. Ο Poitier πέρασε 6 μήνες μελετώντας εντατικά και όταν ξαναδοκίμασε την τύχη του κατάφερε να εντυπωσιάσει. Έτσι τον ανακάλυψαν και τα μεγάλα στούντιο του Hollywood, δίνοντάς του μικρούς ρόλους.

Ωστόσο το 1955 έκανε το μεγάλο άλμα στη ταινία «Η ζούγκλα του μαυροπίνακα» και κατάφερε να μπει στην ελίτ. Το 1958 φτάνει πολύ κοντά στον στόχο του, ωστόσο δεν κερδίζει το Όσκαρ Α’ Ανδρικού ρόλου. Κάτι που πέτυχε 5 χρόνια αργότερα (με την ερμηνεία του στο «Κάτω από το Βλέμμα του Θεού») παίρνει στα χέρια του το χρυσό αγαλματάκι και γίνεται ο πρώτος Αφροαμερικανός ηθοποιός που τα καταφέρνει.

Από τότε και για πολλά χρόνια μετά ο Sidney Poitier ήταν ο κορυφαίος έγχρωμος ηθοποιός του Hollywood, παίζοντας σε μεγάλες επιτυχίες, όπως τις «Η ιστορία ενός εγκλήματος» και «Μάντεψε ποιος θα έρθει το βράδυ».

Το 2002 έκανε δύο τα Όσκαρ, καθώς η Ακαδημία του έδωσε το χρυσό αγαλματάκι για την προσφορά του στην τέχνη.