Όλως τυχαίως την περασμένη Κυριακή που ήμουνα στα Τρίκαλα, στη μαμά, μου μπήκε η ιδέα να δω ταινιούλα. Ταινιούλα στο σινεμά, γιατί στη μικρή οθόνη εδώ που τα λέμε δεν αξίζει και πολύ τον κόπο. Και πήγα στο σινέ Τηλέμαχος και είδα τα «Hunger Games». Είδα και τον Philip Seymour Hoffman να πρωταγωνιστεί ή μάλλον να παριστάνει ότι πρωταγωνιστεί. Εντάξει, δεν έπεφτε τόσο χαμηλά όσο ο Clooney στο «Gravity», όπου βαριόταν να υποδυθεί έναν τύπο που βαριέται. Αλλά και πάλι, τον είχε τηλεφωνήσει τον ρόλο του, όπως λένε στο Χόλυγουντ. Όπως ακριβώς έκανε κι ο Brando στις τελευταίες του ταινίες.

Σύμπτωση; Δεν νομίζω, γιατί ο Hoffman ήταν ο Brando της γενιάς του. Και των προηγουμένων γενεών εν τέλει, ένα ταλέντο φυσικό, πραγματικό, ένα ταλέντο τόσο κολοσσιαίο που του επέτρεπε να παίζει με τους ρόλους όπως η γάτα με το ποντίκι. Σαν γατί που ήταν κι ο ίδιος βεβαίως, μέσα σε ένα επάγγελμα πλημμυρισμένο από alpha dogs. Ήταν το κρίμα του και το πλήρωσε. Ο Hoffman έμοιαζε με εκείνη την ψιψίνα του Τσεσάϊρ, που έσβηνε σιγά-σιγά και στο τέλος έμεινε μόνο το χαμόγελό της. Από την περασμένη Δευτέρα, δεν το έχουμε ούτε αυτό.

Αλλά οι ομοιότητες με τον Brando δεν σταματούν εκεί. Αμφότεροι έφτασαν στο τέρμα της διαδρομής παραδομένοι στις απολαύσεις τους. Ο Brando στο φαΐ κι ο Hoffman στη ζουζού. Στις παγκόσμιες απολαύσεις αυτής της ζωής. Δεν είναι ρε παιδί μου σαν τον τζόγο που τον γουστάρει ένας στους δέκα, ούτε σαν τα σπορ που πολύς κόσμος τα αποστρέφεται σφόδρα. Το φαΐ προσφέρει άμεση και ουσιαστική αανακούφιση, σε κάνει να ξεχνάς τις ανοιχτές πληγές και τους ανοιχτούς βόθρους και όσο για τις ουσίες, σε βοηθούν εκείνη ακριβώς τη στιγμή, για μία έστω στιγμή να συγκολλήσεις τα χίλια κομμάτια ενός θρυμματισμένου εαυτού. 

Κι ύστερα τα ξεχρεώνεις όλα αυτά με τον χειρότερο τρόπο. Κι ύστερα στέκονται όλοι πάνω απ’ το πτώμα σου και φιλοσοφούν για το πως και το γιατί και το αν. Σαν μικρές, αστείες μινιατούρες Lego, παγιδευμένες στους ρόλους τους. Ας τους αφήσουμε έγκλειστους στο παραμυθάκι κι ας αποχαιρετήσουμε τον Philip Seymour Hoffman, με έναν στίχο του σπουδαίου πλην παραγνωρισμένου τραγουδοποιού Carlos Guitarlos: «I’ll stop killing the pain, when the pain stops killing me».